2o ΣΚΑΚΙΣΤΙΚΟ ΠΡΩΤΑΘΛΗΜΑ ΑΝΩΓΕΙΩΝ – Πρωταθλητής του σωματείου ο Γιάννης Μαρής

Σχολιάστε

Πρωταθλητής Ανωγείων με το απόλυτο 7/7 ανακηρύχτηκε ο Fide Master Γιάννης Μαρής, ταυτόχρονα σχεδόν με την ολοκλήρωση της μεταγραφής του από τον ΟΦΗ στον ΣΟ Ανωγείων. Ο Γιάννης έπαιξε χωρίς αμφιβολία το καλύτερο σκάκι σε όλη τη διάρκεια του πρωταθλήματος και είναι δίκαια ο νέος πρωταθλητής Ανωγείων. Την 2η θέση κατέκτησε ο Σταύρος Λυράκης, με 6 βαθμούς, ο οποίος τίμησε με την παρουσία του τη διοργάνωση και τον ευχαριστούμε πολύ για την συμμετοχή του. Στην 3η θέση βρέθηκε ο Μανόλης Νταγιαντάς με 5 βαθμούς, ενώ 4ος τερμάτισε ο Γιώργης Νταγιαντάς με 4 για τον οποίο το συγκεκριμένο πρωτάθλημα μπορεί να χαρακτηριστεί ως πλήρως επιτυχημένο, καθώς μπήκε στο τουρνουά χωρίς έλο και βγαίνει με 1583 διεθνές, ενώ ίσως έπαιξε και την πιο όμορφη κίνηση του πρωταθλήματος, όταν στην 19η κίνηση του τελευταίου γύρου «ανακάλυψε» το 19. Bh3.
Στους 4 βαθμούς επίσης, ισοβάθμησαν οι Γιάννης Χαιρέτης, Γιώργος Χαιρέτης και Γιάννης Μέμος. Μετά την άρση των ισοβαθμιών, ο Γιάννης Χαιρέτης κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στην ηλικία κάτω των 18 ετών, ενώ το αργυρό κατέκτησε ο Γιώργος Χαιρέτης και το ασημένιο ο Γιάννης Μέμος. Την δεκάδα συμπλήρωσαν ισοβαθμώντας στους 3,5 βαθμούς οι Γιώργος Καλλέργης (8ος μετά από ένα πολύ καλό τουρνουά), Δημήτρης Νταγιαντάς (9ος) και Μανόλης Φασουλάς (10ος, διεκδικούσε το χάλκινο μετάλλιο μέχρι τον τελευταίο γύρο).
Στην τελετή λήξης, την απονομή στους 3 πρώτους νικητές έκανε ο Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Ανωγείων κ. Κονιός Δημήτρης, ο οποίος τίμησε με την παρουσία του την διοργάνωση και τον ευχαριστούμε γι’ αυτό. Στους 3 νικητές κάτω των 18 ετών την απονομή έκανε ο πρωτεργάτης του Ανωγειανού σκακιού Μανόλης Φασουλάς.
Ας δούμε αναλυτικά τι έγινε στον τελευταίο γύρο, ο οποίος ήταν αφιερωμένος στον φοβερό και τρομερό Βίκτωρ Κορτσνόι:
1. FIDE MASTER Μαρής Ιωάννης – Νταγιαντάς Δημήτρης 1 – 0 (Γκαμπί της Βασίλισσας μη αποδεκτό, Σλαβική άμυνα D11)
Ο Γιάννης Μαρής, κερδίζοντας και στον έβδομο γύρο πέτυχε το απόλυτο 7/7 και κατέκτησε το πρωτάθλημα χωρίς να παραχωρήσει ούτε ισοπαλία. Είναι πολύ σημαντικό για τον ΣΟ Ανωγείων να έχει στις τάξεις του τον Γιάννη Μαρή, όχι μόνο ως παίχτη αλλά και ως πρώτο προπονητή του συλλόγου.
2. Νταγιαντάς Γιώργης – Λυράκης Σταύρος 0 – 1 (Άνοιγμα Ρέτι Α04)
Πολύ όμορφη παρτίδα, με μεγάλη ένταση. Σίγουρα η καλύτερη παρτίδα του Γιώργη στο τουρνουά, παρά την ήττα. Το 19.Bh3 ήταν μαγική στιγμή. Ο Σταύρος χρειάστηκε να επιστρατεύσει όλη την πείρα και την γνώση του στα φινάλε για να κερδίσει τελικά την παρτίδα με εντυπωσιακό τρόπο στο τέλος. Νίκη που του εξασφάλισε την 2η θέση και το ασημένιο μετάλλιο με 6 βαθμούς.
3. Νταγιαντάς Μανόλης – Φασουλάς Μανόλης 1 – 0 (Μη αποδεκτό γκαμπί της Βασίλισσας, Σλαβική Άμυνα D15)
Ο νικητής θα έπαιρνε την 3η θέση και το χάλκινο μετάλλιο. Αυτό το ήξεραν και οι δύο. Ως αποτέλεσμα η μάχη άναψε νωρίς καθώς και οι δύο παρατάξεις αναζητούσαν τη νίκη και μόνο. Τα μαύρα επιτέθηκαν πρώιμα. Η βασίλισσα τους αποκομμένη από το υπόλοιπο στράτευμα, έγινε στόχος ενός μακρόπνοου σχεδίου των λευκών για τον εγκλωβισμό της. Εν τέλει τα λευκά κατάφεραν να υλοποιήσουν το σχέδιο με όμορφο τρόπο και να παγιδεύσουν την μαύρη ντάμα κερδίζοντας την παρτίδα και την 3η θέση.
4. Χαιρέτης Γιώργος – Χαιρέτης Γιάννης ½ – ½ (Ρουί Λοπέζ C80)
Ισοπαλία ήταν το αποτέλεσμα στην αναμέτρηση των δύο αδερφών, με το οποίο και οι δύο έκλεισαν ένα επιτυχημένο τουρνουά που τους έφερε στην 1η και 2η θέση κάτω των 18 ετών.
5. Μέμου Ευαγγελία – Μέμος Γιάννης 0 – 1 (Σικελική Άμυνα, επιταχυνόμενος Δράκος Β34)
Με νίκη έκλεισε το τουρνουά του ο Γιάννης Μέμος, με την οποία έφτασε τους 4 βαθμούς και κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο κάτω των 18 ετών.
6. Καλλέργης Γιώργης – Κονιός Χάρης 1 – 0 (Ινδική Άμυνα του Βασιλιά, βαριάντα Πετροσιάν Ε93)
Συναρπαστική παρτίδα, συγκέντρωσε αρκετούς θεατές κοντά της. Τα λευκά απέκτησαν υπεροχή από το άνοιγμα και ολοκλήρωσαν με μια εντυπωσιακή θυσιαστική επίθεση που κατέληξε σε ματ.
7. Σαλούστρος Κώστας – Κακαζιάνη Τζούλια 0 – 1 (Ιταλική Παρτίδα C50)
Σε κερδισμένο φινάλε οδήγησαν την παρτίδα τα μαύρα και πήραν τον πόντο, φτάνοντας στους 3 βαθμούς και στην 11η θέση στο πρωτάθλημα.
8. Σαλούστρου Δέσποινα – Μιρζάκ Βαλέρια 1 -0 (Ρουί Λοπέζ, βαριάντα αλλαγής C68)
Με μια όμορφη νίκη ολοκλήρωσε η Δέσποινα το μεστό τουρνουά που έκανε, συγκεντρώνοντας συνολικά 3 βαθμούς και κατακτώντας την 12η θέση.
9. Σφυρή Ολυμπία – Κονιός Γιώργος 1 – 0 (Ρουί Λοπέζ βαριάντα Κορντέλ C64)
Μαχητικά έπαιξε η Ολυμπία όλες τις παρτίδες της και αυτή η νίκη ήρθε ως επιστέγασμα των προσπαθειών της. Πολύτιμες εμπειρίες πήρε από την συμμετοχή του στο πρωτάθλημα ο μικρός Γιώργος Κονιός, ο οποίος ευχαριστιέται το παιχνίδι και αγωνίζεται με μεγάλη όρεξη. Σίγουρα το μέλλον θα τον βρει ισχυρότερο.
ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΝΙΚΗΤΩΝ
Οι τρεις νικητές του τουρνουά, αμέσως μετά την απονομή δήλωσαν:
FM Γιάννης Μαρής (1η θέση): «Αγωνιστήκαμε σε ένα ευχάριστο περιβάλλον, ενώ το πρωτάθλημα είχε πολύ καλή οργάνωση και ο χώρος αγώνων ήταν καλός. Τα αφιερώματα στους σκακιστές και το υλικό που μοιράστηκε ήταν πολύ ενδιαφέροντα και έδωσαν άλλο χρώμα στην διοργάνωση. Από σκακιστική/αγωνιστική σκοπιά, πιστεύω πως παίχθηκαν ενδιαφέρουσες παρτίδες. Τις εξετάζω ήδη μία προς μία, κυρίως για το άνοιγμα, διότι φυσικά εκτός από τις δικές μου με ενδιαφέρουν και οι υπόλοιπες ως προπονητή της ομάδας. Θα τις εξετάσω και θα βγάλω χρήσιμα συμπεράσματα για τον καθένα. Ποια είναι τα δυνατά του σημεία, τι χρειάζεται να διορθωθεί. Θα κάνουμε σοβαρή δουλειά με τα παιδιά και αν δουλέψουν και εκείνα, οι δυνατότητες βελτίωσης που υπάρχουν είναι μεγάλες. Το πρωτάθλημα ήταν μια πολύ ευχάριστη εμπειρία και χαίρομαι που η ολοκλήρωση του συνέπεσε με την ολοκλήρωση της μεταγραφής μου στον ΣΟ Ανωγείων».
Σταύρος Λυράκης (2η θέση): «Ήταν ένα πολύ ωραίο πρωτάθλημα με πολύ ωραία ατμόσφαιρα. Θέλω να δώσω συγχαρητήρια σε όλους, στο σύλλογο, στην ομάδα των Ανωγείων που είναι κάτι περισσότερο από ομάδα. Πάντοτε νιώθω σαν στο σπίτι μου στα Ανώγεια, καθότι και κοντοχωριανός».
Μανόλης Νταγιαντάς (3η θέση): «Πρώτα πρώτα θέλω να δώσω συγχαρητήρια σε όλους τους συμμετέχοντες, γιατί όλοι προσπάθησαν και όλοι μαζί πετύχαμε να έχουμε μια πολύ ευχάριστη διοργάνωση και να περάσουμε καλά. Συγχαρητήρια φυσικά θέλω να δώσω στον Γιάννη Μαρή και τον Σταύρο Λυράκη για την επιτυχία τους. Ο Γιάννης είναι πια μέλος της ομάδας, κάτι που μας κάνει όλους χαρούμενους. Στον Σταύρο θέλω να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ εκ μέρους όλου του ΣΟ Ανωγείων, γιατί πραγματικά τίμησε με την παρουσία του το πρωτάθλημα μας και θέλουμε να του ευχηθούμε κάθε επιτυχία στις προσπάθειες του. Συγχαρητήρια επίσης στον Γιώργη Νταγιαντά, ο οποίος γίνεται ο 9ος χρονικά σκακιστής του συλλόγου που επιτυγχάνει διεθνή αξιολόγηση και μάλιστα γίνεται το 3ο έλο της ομάδας. Συγχαρητήρια στον Γιάννη Χαιρέτη, στον Γιώργο Χαιρέτη και τον Γιάννη Μέμο για την κατάκτηση των μεταλλίων στην κατηγορία κάτω των 18 ετών. Ένα ευχαριστώ οφείλουμε όλοι οι αγωνιζόμενοι και στον διαιτητή Μιχάλη Νταγιαντά ο οποίος ήταν πανταχού παρόν εξυπηρετώντας όλες τις ανάγκες μας και κάνοντας ότι περνάει από το χέρι του για να μας διευκολύνει. Θέλω επίσης να ευχαριστήσω την Τζούλια διότι κάλυψε φωτογραφικά άλλη μια διοργάνωση ενώ έπαιζε ταυτόχρονα. Εκ μέρους όλου του ΣΟ Ανωγείων να ευχαριστήσω τον Δήμαρχο Ανωγείων κ. Μανόλη Καλλέργη και τον Πρόεδρο του Δημοτικού Συμβουλίου κ. Κονιό Δημήτρη γιατί τίμησαν με την παρουσία τους το πρωτάθλημα μας στην τελετή έναρξης και λήξης αντίστοιχα.  Ένα μεγάλο ευχαριστώ οφείλω επίσης στον Διενθνή Μετρ και προπονητή Ηλία Κουρκουνάκη για την σημαντική συμβολή του στα αφιερώματα που αφορούσαν τον Κέρες και τον Μπρονστάιν. Εύχομαι καλή επιτυχία στα επόμενα ατομικά τουρνουά που θα ακολουθήσουν αλλά και στο διασυλλογικό πρωτάθλημα της Γ Εθνικής που θα αγωνιστούμε».
Ακόμα μία διοργάνωση του ΣΟ Ανωγείων ολοκληρώθηκε με πλήρη επιτυχία. Συνεχίζουμε με τις προπονήσεις στα τμήματα των ακαδημιών. Συνεχίζουμε προωθώντας το σκάκι στο Δημοτικό Σχολείο Ανωγείων σε συνεργασία με τα Ιδρύματα Κασπάροβ (Kasparov Chess Foundation) και Νιάρχος (θα ακολουθήσει ξεχωριστή ανακοίνωση για αυτή την πολύ μεγάλη επιτυχία να είναι το Δημοτικό Σχολείο Ανωγείων ένα από αυτά που επιλέχθηκαν για την εφαρμογή του προγράμματος). Συνεχίζουμε αγωνιζόμενοι στα ατομικά τουρνουά και στο Διασυλλογικό. Συνεχίζουμε με το 4ο Διεθνές τουρνουά το καλοκαίρι του 2015… Συνεχίζουμε με πάθος για το σκάκι και αγάπη για την συλλογική προσπάθεια! Και η πόρτα μας είναι ανοιχτή σε όλους!
Η τελική βαθμολογία του πρωταθλήματος, έχει ως εξής:
1. Μαρής Γιάννης 7
2. Λυράκης Σταύρος 6
3. Νταγιαντάς Μανόλης 5
4. Νταγιαντάς Γιώργης 4
5. Χαιρέτης Γιάννης 4
6. Χαιρέτης Γιώργος 4
7. Μέμος Γιάννης 4
8. Καλλέργης Γιώργης 3,5
9. Νταγιαντάς Δημήτρης 3,5
10. Φασουλάς Μανόλης 3,5
11. Κακαζιάνη Τζούλια 3
12. Σαλούστρου Δέσποινα 3
13. Κονιός Χάρης 2,5
14. Μέμου Ευαγγελία 2,5
15. Μιρζάκ Βαλέρια 2
16. Σαλούστρος Κώστας 2
17. Σφυρή Ολυμπία 1,5
18. Κονιός Γιώργος 1

Βαθμολογία, Αποτελέσματα και Κληρώσεις, ΕΔΩ

2o Εσωτερικό ΣΟ Ανωγείων – Φωτορεπορτάζ 2ου γύρου

Σχολιάστε

Με εξαιρετικά ενδιαφέρουσες παρτίδες συνεχίστηκε το 2ο Σκακιστικό Πρωτάθλημα Ανωγείων την Κυριακή 12 Οκτωβρίου. Μετά το πέρας του 2ου γύρου, μονάχα τρεις σκακιστές (Μαρής Γιάννης, Λυράκης Σταύρος και Νταγιαντάς Μανόλης) έχουν το απόλυτο 2/2, ενώ σε απόσταση αναπνοής, με 1,5/2 ακολουθούν άλλοι τρεις (Νταγιαντάς Δημήτρης, Χαιρέτης Γιάννης και Νταγιαντάς Γιώργης). Από τα αποτελέσματα του 2ου γύρου ξεχωρίζουν η νίκη του Δημήτρη Νταγιαντά επί του Μανόλη Φασουλά και η ισοπαλία μεταξύ Γιάννη Χαλκιά και Γιάννη Χαιρέτη, καθώς και η επικράτηση της Βαλέριας Μιρζάκ επί της Τζούλιας Κακαζιάνη. Ας δούμε αναλυτικά τι έγινε στην 2η αγωνιστική του πρωταθλήματος:
1. Χαιρέτης Γιώργος – FIDE MASTER Μαρής Ιωάννης 0 – 1 (Σικελική Άμυνα, βαριάντα Αλάπιν B22)
Την βαριάντα Αλάπιν επέλεξε ο μικρός Ανωγειανός σκακιστής εναντίον της Σικελικής Άμυνας του Γιάννη Μαρή. Παίχθηκε μια ενδιαφέρουσα παρτίδα, στην οποία τα μαύρα κατάφεραν με πολύ ενεργητικό παιχνίδι να εκμεταλλευτούν τις αδυναμίες στα λευκά τετράγωνα και να βγάλουν κερδισμένη θέση.
2. Λυράκης Σταύρος – Μέμος Ιωάννης 1 – 0 (Σύστημα Κόλλε D04)
Μια πολύ όμορφη παρτίδα παίχθηκε στην 2η σκακιέρα μεταξύ του Σταύρου και του Γιάννη, όπου τελικά τα λευκά έβγαλαν πλεονεκτικό φινάλε το οποίο και κέρδισαν.
3. Καλλέργης Γιώργης – Νταγιαντάς Μανόλης 0 – 1 (Ινδική Άμυνα του Βασιλιά/βαριάντα Μαρ ντε Πλάτα Ε97)
Μια από τις πιο ενδιαφέρουσες παρτίδες του γύρου και αρκετά θεαματική όπως συνήθως συμβαίνει στην Ινδική Άμυνα του Βασιλιά. Λευκά και μαύρα συναίνεσαν να μπουν στην Μαρ ντε Πλάτα, ενώ ο Γιώργης με οξύ επιθετικό παιχνίδι προσπάθησε να δημιουργήσει προβλήματα στον αντίπαλο του. Τα μαύρα αντέδρασαν σωστά, «έτρεξαν» την επίθεση τους στην πτέρυγα του βασιλιά η οποία αποδείχθηκε γρηγορότερη από την αντίστοιχη των λευκών στην πτέρυγα της βασίλισσας και τελείωσαν την παρτίδα με ένα όμορφο συνδυαστικό χτύπημα.
4. Χαλκιάς Ιωάννης – Χαιρέτης Ιωάννης ½ – ½ (Αγγλικός Ουραγκοτάγκος Α15)
Εδώ είχαμε μια εξαιρετικά αμφίρροπη μάχη, ήδη από την επιλογή του ανοίγματος, όπου έγινε μια προσπάθεια των δύο παιχτών να επιβάλλουν ο ένας στον άλλο τον τύπο της θέσης που επιθυμούσαν. Τα λευκά ξεκίνησαν με Ρέτι –Τσούκερτορτ (1 Nf3) και τα μαύρα εξεδήλωσαν την πρόθεση να πάνε σε σχηματισμούς Ινδικής του Βασιλιά, οπότε τα λευκά σε μια προσπάθεια να «βγάλουν» τον αντίπαλο τους από την προετοιμασία του έπαιξαν ένα πρώιμο b4, το οποίο καταχωρείτε ως αγγλικός ουραγκοτάγκος (είχε παιχθεί ήδη και c4). Το αποτέλεσμα αυτής της μάχης του ανοίγματος ήταν οι δύο παίχτες να μπουν σε άγνωστα μονοπάτια με αποτέλεσμα να αναγκαστούν να «καταναλώσουν» πολύ χρόνο σκέψης (ο δε Γιάννης Χαλκιάς επειδή είχε μια αργοπορία στον δρόμο, είχε χάσει ήδη χρόνο από το ξεκίνημα της παρτίδας). Τα μαύρα κατάφεραν να ισορροπήσουν την θέση και να κρατήσουν την ισότητα μάλλον άνετα.
5. Κονιός Χάρης – Νταγιαντάς Γιώργης 0 – 1 (Ρουί Λοπέζ C60)
Στα «Ισπανικά πεδία» έδωσαν την μάχη τους ο Χάρης με τον Γιώργη με νικητή τον τελευταίο, ο οποίος βγήκε σε καλύτερο φινάλε.
6. Φασουλάς Μανόλης – Νταγιαντάς Δημήτρης 0 – 1 (Κλειστή Σικελική B23)
Εντυπωσιακή παρτίδα μεταξύ του Μανόλη και του Δημήτρη, κράτησε κομμένη την ανάσα αυτών που παρακολούθησαν την τελευταία φάση αυτής της μάχης, καθώς και οι δύο παρατάξεις απειλούσαν να κάνουν ματ. Η επίθεση του μικρού Ανωγειανού σκακιστή αποδείχθηκε γρηγορότερη και έτσι τα μαύρα κομμάτια έφτασαν πρώτα στον στόχο, ενώ η τελική εικόνα ματ πάνω στην σκακιέρα είναι εντυπωσιακή, καθώς ταυτόχρονα και τα λευκά απειλούν ματ αν είχαν το χρόνο της μιας κίνησης! Όπως είπε και ο Ταρτακόβερ το σκάκι είναι η τραγωδία του ενός τέμπο.
7. Σαλούστρου Δέσποινα – Σαλούστρος Κώστας 1 – 0 (Ρουί Λοπέζ, Άμυνα Βερολίνου C65)
Ενδοοικογενειακή μάχη είχαμε στην 7η σκακιέρα μεταξύ της Δέσποινας και του Κώστα με την Δέσποινα να είναι τελικά αυτή που πήρε τον βαθμό της νίκης μετά από όμορφη επίθεση στο αντίπαλο ροκέ.
8. Μιρζάκ Βαλέρια – Κακαζιάνη Τζούλια 1 – 0 (Ινδική Επίθεση του Βασιλιά Α07)
Παρτίδα με εντυπωσιακή ανατροπή, καθώς η Τζούλια έβγαλε κερδισμένη θέση, αλλά παρέβλεψε ματ σε μια κίνηση της αντιπάλου της, με αποτέλεσμα η Βαλέρια να βρεθεί νικήτρια κάνοντας έναν πολύ σημαντικό πόντο για την συνέχεια του πρωταθλήματος.
9. Σφυρή Ολυμπία – Μέμου Ευαγγελία 0 – 1 (Ινδική Επίθεση του Βασιλιά Α05)
Αγώνας μέχρις εσχάτων για την Ολυμπία και την Βαγγελιώ ο οποίος διήρκεσε 68 κινήσεις με τελική νικήτρια την Βαγγελιώ.
Ήδη από τον 2ο γύρο η μάχη άναψε για τα καλά. Η ποιότητα των παρτίδων ανεβαίνει και προμηνύεται μια συναρπαστική και αμφίρροπη μάχη για την συνέχεια. Ήδη τα ζευγάρια του 3ου γύρου προϊδεάζουν για το τι θα επακολουθήσει!
Η κλήρωση του 3ου γύρου, που θα διεξαχθεί την επόμενη Κυριακή 19 Οκτωβρίου στις 19:00, έχει ως εξής:
Μαρής Γιάννης – Λυράκης Σταύρος
Νταγιαντάς Μανόλης – Νταγιαντάς Δημήτρης
Χαιρέτης Γιάννης – Νταγιαντάς Γιώργης
Καλλέργης Γιώργης – Χαλκιάς Γιάννης
Μέμος Γιάννης – Μιρζάκ Βαλέρια
Μέμου Ευαγγελία – Χαιρέτης Γιώργος
Κονιός Χάρης – Σαλούστρου Δέσποινα
Κακαζιάνη Τζούλια – Φασουλάς Μανόλης
Σαλούστρος Κώστας – Σφυρή Ολυμπία

Ο 2ος γύρος του πρωταθλήματος, ήταν αφιερωμένος στον Μιχαήλ Ιβάνοβιτς Τσιγκόριν, υλικό σχετικό με τον οποίο μοιράστηκε σε σκακιστές και θεατές των παρτίδων.

ΒΑΘΜΟΛΟΓΙΑ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ

ΚΛΗΡΩΣΗ

 

 

 

Ο ισχυρότερος σκακιστής που δεν έγινε ποτέ παγκόσμιος πρωταθλητής

Σχολιάστε

Ολοκληρώθηκε η ψηφοφορία που «έτρεχε» εδώ και ένα μήνα, σχετικά με τον ισχυρότερο σκακιστή που δεν έγινε ποτέ παγκόσμιος πρωταθλητής. Ήρθε λοιπόν η ώρα, να «στεφθεί» ο ένας από τους μη εστεμμένους.
Νομίζω ότι ευθύς εξ αρχής η συγκεκριμένη μάχη ήταν υπόθεση τριών ονομάτων: Κορτσνόι, Ρουμπινστάιν και Κέρες συνέλεξαν τις περισσότερες ψήφους με την τελική σειρά κατάταξης να είναι η σειρά με την οποία αναφέρονται. Ο Βίκτωρ Λβόβιτς με 15 ψήφους, είναι κατά την γνώμη των αναγνωστών της σελίδας ο ισχυρότερος εκ των σκακιστών που έφτασαν μια ανάσα από το να γίνουν αλλά τελικά δεν έγιναν ποτέ παγκόσμιοι πρωταθλητές. Είναι θα έλεγα μια απολύτως λογική επιλογή. Πράγματι ο Κορτσνόι όχι μόνο   υπήρξε τεράστιος σκακιστής, αλλά καταφέρνει ακόμα και σήμερα, έχοντας ξεπεράσει τα 80 χρόνια του βίου του, να παίζει αξιοπρεπές – τουλάχιστον – σκάκι. Γεννημένος στο Λένινγκραντ στις 23 Μαρτίου του 1931, υπήρξε διεκδικητής του παγκοσμίου πρωταθλήματος για 10 φορές, από το 1962 έως το 1991. Δύο από αυτές, το 1978 και το 1981 έφτασε ως τον τελικό, όπου αντιμετώπισε και στις δύο περιπτώσεις τον Ανατόλι Κάρποβ. Είχε ήδη αυτομολήσει στη δύση (το 1976, στην Ολλανδία) και έτσι από τους δύο τελικούς δεν έλειψε η πολιτική «απόχρωση». Κι όχι μονάχα αυτή. Παραψυχολογία, υπνωτισμοί  και …γιαούρτια, δεν υπήρξαν σύμμαχοι του τρομερού Βίκτωρ. Ίσως αν έβρισκε την ψυχραιμία να ασχοληθεί μόνο με το σκάκι του, το αποτέλεσμα σε μια από τις δύο συναντήσεις να ήταν διαφορετικό. Κυρίως ο τελικός στο Μπάγκιο, καθώς ο δεύτερος στο Μεράνο ήταν μάλλον ένας καρποφικός μονόλογος. Όπως και να ‘χει ο Βίκτωρ Λβόβιτς υπήρξε για 30 χρόνια τουλάχιστον ένας εκ των κορυφαίων σκακιστών του κόσμου.
Στην δεύτερη θέση της ψηφοφορίας, με μονάχα μία  ψήφο διαφορά, ο Ακίμπα Ρουμπινστάιν. 14 ψήφοι για τον «μεγάλο Ακίμπα», η μία εκ των οποίων ήταν η δική μου.  Το σκέφτηκα πολύ, μεταξύ του Ρουμπινστάιν και του Κορτσνόι και το μόνο τελικά κριτήριο που υπερίσχυσε ήταν η μεγάλη αγάπη μου προς τον Ακίμπα. Έτυχε μικρό παιδί, στα πρώτα χρόνια που γνώρισα το σκάκι, να πέσουν στα χέρια μου κάποιες παρτίδες του και κάποια στοιχεία του βίου του και από τότε τρέφω μια μεγάλη συμπάθεια γι’ αυτόν. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε, που ένα μικρό αφιέρωμα για τον «ραβίνο της κάισσας» αποτέλεσε την πρώτη ανάρτηση γι’ αυτό το ιστολόγιο. Μπορείτε να την διαβάσετε εδώ. Ο Ρούμπινστάιν ανέτρεψε τα δεδομένα της ζωής του για να μπορέσει να ασχοληθεί με το πάθος του. Έγινε κάποιος άλλος από αυτό που ήταν προγραμματισμένο να γίνει, γιατί πολύ απλά το ήθελε. Και μόνο γι’ αυτό θα έχει τον θαυμασμό και την εκτίμηση μου για πάντα. Όσο για το πόσο μεγάλος παίχτης υπήρξε, δεν χρειάζονται τα δικά μου λόγια.
Στην τρίτη θέση ο Παουλ Κέρες με 12 ψήφους. Ένας τεράστιος σκακιστής, για μένα ο ισχυρότερος του τουρνουά του 1948, όπως  είχαν τα πράγματα εκείνη τη στιγμή. Ίσως και ο πιο αδικημένους απ’ όλους τους υπόλοιπους οι οποίοι έμειναν με άδειο το κεφάλι.
«Το θύμα του Μποτβίνικ» θα μπορούσε να πει κανείς με δυο λέξεις. Αν έγιναν όλα έτσι όπως «κυκλοφορούν» δεν είχε καν επιλογή. Το «χάνεις κάθε φορά που θα συναντηθείς με τον Μποτβίνικ ή δεν ξαναπαίζεις σκάκι» δεν είναι δίλημμα. Είναι μονόδρομος. Μα είναι τόσο δύσοσμη αυτή η ιστορία που δεν θα ήθελα να ασχοληθώ περισσότερο μαζί της. Τουλάχιστον όχι αυτό το βράδυ. Ίσως κάποια άλλη στιγμή. Ή ας το  κάνει όποιος έχει διάθεση στα σχόλια.
Από εδώ και κάτω αρχίζουν οι εκπλήξεις. Περίμενα στην τέταρτη θέση έναν εκ των Μπροστάιν και Τάρρας, αλλά τελικά την κατέκτησε ο Μιχαήλ Ιβάνοβιτς Τσιγκόριν. Κάτι που με χαροποίησε ιδιαίτερα, καθώς μια δόση τσιγκορινομανίας την έχω και ‘γω (και κάπου εδώ σταματάει οποιαδήποτε άλλη ομοιότητα μου με τον Ταλ).
Ο Μιχαήλ Ιβάνοβιτς  γεννήθηκε το 1850 στην Αγία Πετρούπολη και πέθανε το 1908. Θεωρείται από ορισμένους ως ο πρόδρομος της Σοβιετικής σχολής.  Άργησε να μάθει σκάκι (στα 16 του), ενώ αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά σ’ αυτό, μετά τα 24.
Υπήρξε ο πρώτος διεκδικητής του παγκοσμίου τίτλου απέναντι στον Στάινιτς. Αναμετρήθηκαν 2 φορές.  Πρώτα το 1889, όπου ο Στάινιτς επικράτησε με σκορ 10,5 – 6,5 και δεύτερη φορά το 1892 όπου και πάλι ο Στάινιτς επικράτησε με 12,5 – 10,5. Καθοριστική στο δεύτερο παιχνίδι ήταν η τελευταία παρτίδα, όπου ο Τσιγκόριν «έβγαλε» κερδισμένη θέση, αλλά με εκείνο το 32.Bb4 πραγματοποίησε την μεγαλύτερη ίσως «πατάτα» στην ιστορία του παιχνιδιού, επιτρέποντας στον Στάινιτς ένα απλό ματ.
Ο Τσιγκόριν ήταν θιασώτης του τακτικού παιχνιδιού, την ώρα που ο Στάινιτς έθετε τις βάσεις της στρατηγικής σχολής στο σκάκι. Η μάχη τους, πέρα από όλα τα άλλα, ήταν και μια θεωρητική μάχη.
Στο οξύ, περίπλοκο, δυναμικό παιχνίδι, ο Τσιγκόριν ήταν σαφώς ανώτερος από τους σύγχρονους του. Ο Κασπάροβ θεωρεί ότι το παιχνίδι του προαναγγέλλει αυτό του Αλιέχιν. Την ίδια ώρα ο Στάινιτς θεμελίωνε και δοκίμαζε στην πράξη τους κανόνες του στρατηγικού παιχνιδιού, κάτι που οι τακτικοί παίχτες της εποχής δεν κατανοούσαν καθόλου, με αποτέλεσμα να τους δημιουργεί στρατηγικές αδυναμίες που ο ίδιος ήξερε να αξιοποιεί, ενώ από την άλλη πολλοί από τους συνδυασμούς των τακτικών παιχτών δεν πετύχαιναν απέναντι στον Στάινιτς, ακριβώς διότι ήξερε να στήνει στρατηγικά τη θέση του, με αποτέλεσμα να μην έχει αδυναμίες.
Στο σημείο αυτό, ας αφήσω τον ίδιο τον Στάινιτς να «μιλήσει» για το πως είδε αυτές του τις αναμετρήσεις με τον Τσιγκόριν:
«Αυτή ήταν μια αναμέτρηση ανάμεσα σ’ έναν παλαιό μετρ της νέας σχολής (εννοεί τον εαυτό του) και έναν νέο μετρ της παλαιάς σχολής (εννοεί τον Τσιγκόριν). Και η νέα σχολή κέρδισε, παρ’ όλη την προχωρημένη ηλικία του μετρ. Ο νέος μετρ της παλαιάς σχολής (αναφέρεται βέβαια στην ρομαντική σχολή) θυσίαζε πιόνια και κομμάτια. Ο παλαιός μετρ της νέας σχολής προχώρησε ακόμα παραπέρα – θυσίασε ολόκληρες παρτίδες, για να δείξει πώς ακριβώς εννοούσε τις ορθές στρατηγικές αρχές».
Μια πάρα πολύ ωραία ανάρτηση με θέμα τον Μιχαήλ Ιβάνοβιτς υπάρχει στο Σκακιστικό Καφενείο. Πρόκειται για τις αναμνήσεις της κόρης του, απ’ τον πατέρα της. Όσοι δεν το έχετε κάνει, διαβάστε την εδώ.
 Ακόμα μια έκπληξη στην 5η θέση, την οποία κατέκτησε με 5 ψήφους ο Γιόχαν Χέρμαν Τσούκερτορτ.
 Ο  Τσούκερτορτ είναι μια σχεδόν μυθική μορφή για το σκάκι. Σε αυτό συντείνουν και οι συνθήκες του βίου του. Γεννήθηκε στην Πολωνία το 1842 και πέθανε το 1888 από εγκεφαλική αιμορραγία, πάνω στη σκακιέρα, την ώρα που αγωνιζόταν, σε ηλικία 46 ετών.
Στην καταγωγή του οι ιστορικοί του σκακιού συγκλίνουν ότι ήταν Πρωσοπολωνοεβραίος. Σπούδασε χημεία και φυσιολογία, παίρνοντας διδακτορικό ιατρικής (όπως ισχυριζόταν ο ίδιος τουλάχιστον) στο Μπρεσλάου.
Η σκακιστική ακμή του τοποθετείται στα χρόνια 1870 ως 1886, όπου θεωρούνταν μαζί με τον Στάινιτς οι κορυφαίοι στον κόσμο.
Το 1883 θριάμβευσε στο τουρνουά του Λονδίνου, το ισχυρότερο ως τότε, αφήνοντας 3 βαθμούς πίσω τον Στάινιτς. Μετά από αυτό, υπήρξε η σκέψη να παίξουν αυτοί οι δύο ένα ματς για το παγκόσμιο πρωτάθλημα (το πρώτο επίσημο ματς που έγινε για το παγκόσμιο πρωτάθλημα). Ορίστηκε για το 1886, όμως εκείνη τη χρονιά ο Τσούκερτορτ κλήθηκε να υπηρετήσει στον Αυστροουγγρικό πόλεμο. Τραυματίστηκε στη μάχη και παρασημοφορήθηκε όχι μια, αλλά 7 φορές (ή τουλάχιστον έτσι ισχυρίζονταν ο ίδιος)
Επέστρεψε για το ματς με τον Στάινιτς. Είχε αποκτήσει όμως μόνιμο νευρολογικό πρόβλημα. Ξεκίνησε εντυπωσιακά το ματς προηγούμενος με 4-1!. Παρόλα αυτά, όσο προχωρούσαν οι παρτίδες, τόσο περισσότερο ο Τσούκερτορτ κατέρρεε και έχασε τελικά με 12,5 – 7,5.
 Μετά την ήττα η κατάσταση της υγείας του επιδεινώθηκε. Και ο ίδιος δεν μπορούσε να το χωνέψει. Ο γιατρός του, του τόνισε κατηγορηματικά ότι πρέπει να σταματήσει το σκάκι. Ο Γιόχαν Τσούκερτορτ δεν θέλησε ούτε να το σκεφτεί. Έτσι, δύο χρόνια μετά πέθανε πάνω στη σκακιέρα.
Πρόσφατα ξεκίνησε μια προσπάθεια αποκατάστασης του τάφου του. Ο Τσούκερτορτ είναι θαμμένος στο Brompton Cemetery του Λονδίνου, αλλά ο τάφος είχε καλυφθεί από χόρτα και χώμα.
Και η αθάνατη του:
Ακολουθούν με τις ίδιες ψήφους (4) ο Δρ. Ζίγκμπερ Τάρας και ο Νταβίντ Μπρονστάιν.
Για τον δόκτορα από την Νυρεμβέργη θεωρώ πώς ο κυριότερος λόγος που δεν κατέκτησε το στέμμα ήταν η αναβλητικότητα του να προκαλέσει τον Λάσκερ όταν ήταν ακόμα στην ακμή του. Το 1903, όταν τελικά το έκανε μετά την μεγάλη του νίκη στο τουρνουά του Μόντε  Κάρλο, κατάφερε να τραυματιστεί σε παγοδρομία με αποτέλεσμα το ματς (είχε οριστεί για το 1904) να αναβληθεί, ενώ το 1908 ο Τάρρας ήταν ήδη 46 ετών. Οι χρυσές μέρες είχαν παρέλθει. Εκεί που έπρεπε να είχε διεκδικήσει το πρωτάθλημα πριν 14 χρόνια, έφτασε να το κάνει τώρα. Όμως ο Λάσκερ ήταν σε διαστημική τροχιά, την ώρα που η άμαξα του Τάρρας είχε αρχίσει να ασθμαίνει. Ο Λάσκερ επιβλήθηκε εύκολα με 10,5 – 5,5.
Ο Νταβιντ Μπρονστάιν έφτασε ως τον τελικό το 1951. Απέναντι του είχε τον Μιχαήλ Μποτβίνικ. Ο Μπρονστάιν δεν κατάφερε να πάρει τον τίτλο παρότι δεν έχασε το ματς. Ο «πατριάρχης»  διατήρησε τον τίτλο του, όπως όριζαν οι κανονισμοί, παρ’  ότι το ματς έληξε ισόπαλο.
Στην τελευταία θέση με 1 ψήφο ο Έφιμ Μπογκολιούμποβ.
Ο  Μπογκολιούμποβ υπήρξε από τους ισχυρότερους σκακιστές των αρχών του περασμένου αιώνα. Ειδικά στο διάστημα 1920 – 1935 θεωρούνταν από τους κορυφαίους στον κόσμο. Τα αναφέρω όλα αυτά καθώς δέχτηκα «επίθεση» από φίλο γιατί τον συμπεριέλαβα στην ψηφοφορία: «Μα καλά τον Μπόγκο; Κι άφησες έξω τον Μάρσαλ;»  Πράγματι για τον Μάρσαλ έχει δίκιο. Ο οποίος είναι και προσωπική μου συμπάθεια. Θα έπρεπε να τον έχω συμπεριλάβει.
Υπάρχει ένα  ωραίο «ανέκδοτο» με τον Αλιέχιν και τον Μπόγκο, από τον οποίο δεν έλειπε η αυτοπεποίθηση (χαρακτηριστικό είναι ότι έχει πει «Όταν έχω τα λευκά, κερδίζω γιατί έχω τα λευκά. Όταν έχω τα μαύρα, κερδίζω γιατί είμαι ο Μπογκολιούμποβ»).
Οι συνεχείς αναμετρήσεις  τους με τον Αλιέχιν είχαν δημιουργήσει μια αντιπαλότητα, ενώ δεν έλλειπαν και ο εκατέρωθεν αντεγκλήσεις.
Σε κάποιο τουρνουά, σε ένα πηγαδάκι, ο Μπογκολιούμποβ μη χάνοντας την ευκαιρία, κάτι πάλι ξεστόμισε για τον Αλιέχιν και ένας δημοσιογράφος που ήταν παρόν, έτρεξε να το προφτάσει στον Αλιέχιν, σίγουρος ότι θα βγάλει θέμα.
Ο Αλιέχιν, αφού τον άκουσε, αντί για άμεση απάντηση, σκαρφίστηκε ένα όνειρο και του λέει: «Θέλω να σου περιγράψω ένα όνειρο που είδα χθες το βράδυ. Είδα, που λες, ότι πέθανα και στην πύλη του παραδείσου με περίμενε ο Άγιος Πέτρος, ο οποίος με ρώτησε τι ήμουνα εκεί κάτω στη γη, όσο ήμουν ζωντανός. Του απάντησα μετρ και παγκόσμιος πρωταθλητής στο σκάκι. Τότε μου είπε: «Λυπάμαι κύριε μου, αλλά, ξέρετε, σε όλους τους μετρ στο σκάκι απαγορεύεται η είσοδος στον παράδεισο» και μου έδειξε το δρόμο για την κόλαση. Θλιμμένος, γύρισα να φύγω, όταν ξαφνικά πήρε το μάτι μου μέσα στον παράδεισο τον Μπογκολιούμποβ να κάθεται μακάριος. Επέστρεψα να διαμαρτυρηθώ στον Άγιο Πέτρο, λέγοντας του: «Μου είπατε ότι οι μετρ στο σκάκι δεν μπαίνουν στον παράδεισο. Εγώ όμως βλέπω μέσα τον Μπογκολιούμποβ». Τότε ο Άγιος Πέτρος γέλασε και μου είπε: «Μα, ο Μπογκολιούμποβ δεν είναι μετρ. Απλώς νομίζει ότι είναι!».
 Τα αναλυτικά αποτελέσματα της ψηφοφορίας: (περιμένω ιδέες για την επόμενη).
Γιόχαν Χέρμαν Τσούκερτορτ 8.2%  (5 votes)

Μιχαήλ Ιβάνοβιτς Τσιγκόριν 9.84%  (6 votes)

Ζίγκπερτ Τάρρας 6.56%  (4 votes)

Ακίμπα Ρουμπινστάιν 22.95%  (14 votes)

Έφιμ Μπογκολιούμποβ 1.64%  (1 votes)

Πολ Κέρες 19.67%  (12 votes)

Νταβίντ Μπρονστάιν 6.56%  (4 votes)

Βίκτωρ Λβόβιτς Κορτσνόι 24.59%  (15 votes)

Total Votes: 61

Γκάρι Κίμοβιτς Κασπάροβ (μέρος Δ’)

Σχολιάστε

Καινοτομία

Εκείνος ο πρώτος τελικός,  άφησε πίσω του μια τεταμένη ρευστότητα και μια γεμάτη αγωνία υπομονή. Κάτι είχε αλλάξει, αυτό ήταν βέβαιο. Ο Ανατόλι Κάρποβ είχε χάσει μια ανεπανάληπτη ευκαιρία, όχι μόνο να διατηρήσει τον τίτλο του, αλλά και να αποκτήσει τεράστιο ψυχολογικό -τουλάχιστον- πλεονέκτημα σε οποιαδήποτε πιθανή μελλοντική αναμέτρηση με τον Κασπάροβ. Αντίθετα ο διεκδικητής είχε αποκομίσει τα περισσότερα οφέλη. Ποιος να του το έλεγε, όταν το σκορ ήταν στο 4-0 ή στο 5-0 εις βάρος του, ότι τελικά θα επιβίωνε απ’ αυτό το ματς και μάλιστα θα κέρδιζε και τις εντυπώσεις στο μεγαλύτερο μέρος του σκακιστικού κόσμου, μετά τη διακοπή του τελικού.

Τα σημαντικότερα όμως ήταν άλλα για τον Κασπάροβ. Αυτά τα περιβόητα «48 δωρεάν μαθήματα» ήταν όντως μαθήματα. Θα έλεγε κανείς πώς ο Γκάρι έπαιξε ένα μαραθώνιο ματς προετοιμασίας με τον ίδιο τον παγκόσμιο πρωταθλητή, πριν πάει να τον αντιμετωπίσει στ’ αλήθεια. Είχε επίσης υποστεί την ψυχρολουσία. Ίσως τον Σεπτέμβριο του 1984 η εικόνα του Κάρποβ να προκαλούσε δέος στον νεαρό Γκάρι.  Έναν χρόνο αργότερα, τον να τον βλέπει απέναντι του ήταν απλά ρουτίνα.

Tchaikovsky Hall

Tchaikovsky Hall

Στις 3 Σεπτεμβρίου του 1985, στο επιβλητικό μέσα στην ατσουμπαλοσύνη του Tchaikovsky Hall στη Μόσχα, οι δύο μονομάχοι ξεκίνησαν το ματς για το παγκόσμιο πρωτάθλημα. Ετούτος ο τελικός δεν θα μπορούσε εξ ορισμού να είναι ξανά ένας μαραθώνιος δίχως τέλος, καθώς η FIDE, θέλοντας να αποφύγει κάτι ανάλογο, όρισε ότι ο στόχος κάθε παίχτη είναι και πάλι οι 6 νίκες, αλλά με τον περιορισμό των 24 παρτίδων.

Ο παγκόσμιος πρωταθλητής είχε φτάσει στα 34 του χρόνια, ενώ το elo του εκείνη τη στιγμή ήταν 2720. Την ομάδα του αποτελούσαν οι GM Μακαρίτσεφ και Ζάιτσεφ, ενώ βοηθούσαν και ο Έφιμ Γκέλερ με τον Εβγκένι Βασιούκοβ.

Ο Γκάρι Κασπάροβ ήταν 22 χρονών. Το elo του είχε φτάσει στο 2700. Στην ομάδα του, επίσημοι αναλυτές ήταν ο Νικίτιν και ο Ντόρφμαν, ο οποίος αντικατέστησε τον Τιμοσένκο.  Ο τελευταίος συνέχισε να βοηθάει την ομάδα, όπως και ο Βλαντιμίροβ. Επικεφαλής όλων αυτών, ήταν ο Γιούρι Ραζουβάεφ.

Στην πρώτη παρτίδα ο Κασπάροβ ήταν αυτή τη φορά ο λευκός. Ο Κάρποβ επέλεξε την Νιμζοϊνδική άμυνα. Το αποτέλεσμα αυτής της παρτίδας, έδειξε ξεκάθαρα ότι τα πράγματα είχαν αλλάξει. Ο Κασπάροβ, σχεδόν με «καρποφικό» στυλ, πήρε τη νίκη και τα ηνία του ματς. Οι δύο επόμενες παρτίδες έληξαν ισόπαλες, όμως στην 4η ο Κάρποβ, λευκός σε ένα μη αποδεκτό γκαμπί της βασίλισσας νίκησε και ισοφάρισε. Στην αμέσως επόμενη, ο παγκόσμιος πρωταθλητής με τα μαύρα, νίκησε ξανά τον Κασπάροβ σε μια κλειστή ισπανική.  Μέσα σε δύο παρτίδες, ο Κάρποβ αντέστρεψε την κατάσταση. Τώρα ήταν ο ίδιος ο οδηγός της κούρσας.  Ένα σερί 5 ισοπαλιών ακολούθησε και έτσι φτάσαμε στην 11η παρτίδα, σχεδόν στα μισά του ματς, με τον παγκόσμιο πρωταθλητή να προπορεύεται. Ως γνωστόν και η ισοπαλία θα ήταν αρκετή για να διατηρήσει τον τίτλο του. Όμως σ’ αυτήν ακριβώς την παρτίδα, ο Κάρποβ υπέπεσε σε ένα τακτικό λάθος, με αποτέλεσμα να εγκαταλείψει αμέσως. Το σκορ ήταν ισόπαλο.

Ο Κασπάροβ έκρινε ότι είχε φτάσει η ώρα να παρουσιάσει την σημαντικότερη καινοτομία που είχε ετοιμάσει. Ήξερε ότι ο Κάρποβ αμέσως μετά από μια ήττα, θα ήταν ακόμα περισσότερο επιφυλακτικός. Στην 12η παρτίδα του ματς, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά αυτό που ονομάστηκε «γκαμπί Κασπάροβ» στην Σικελική άμυνα. Τα μαύρα θυσιάζουν ένα πιόνι, αλλά είναι αρκετό το αντάλλαγμα;  Στον Κάρποβ δεν άρεσε αυτή η ιδέα. Αμέσως θεώρησε το γκαμπί «ύποπτο». Όμως κατάλαβε ότι ο αντίπαλος του και οι αναλυτές του έχουν προφανώς δουλέψει πολύ πάνω σ’ αυτή την ιδέα, ώστε να αποφασίσουν να την παρουσιάσουν, ώστε δεν άξιζε τον κόπο να ρισκάρει μια κατάρριψη αμέσως πάνω στη σκακιέρα, μόνος και αβοήθητος. Βρήκε έναν σύντομο δρόμο προς τη νούλα. Την κατάρριψη θα την έψαχνε αργότερα, με τους αναλυτές του.

Η 13η έληξε ισόπαλη. Στην 14η, ο Γκάρι μάλλον ήταν έτοιμος ξανά. Όχι κι ο «Τόλια» φαίνεται. Έπαιξε Nc3. Το γκαμπί του διεκδικητή θα μπορούσε να περιμένει. Όχι για πολύ όμως. Στην 15η ο Κάρποβ επέλεξε μια «Πετρόφ» (ή Ρώσικη, όπως προτιμάτε). Η παρτίδα έληξε ισόπαλη.

6...a6

Στην 16η ο παγκόσμιος πρωταθλητής επέμεινε στο 1.ε4. Ο Γκάρι απάντησε ξανά με την σικελική.  Στην 5η κίνηση, ο λευκός ίππος ήταν ξανά στο b5. O Κάρποβ έστρωνε το έδαφος στον διεκδικητή.  Τι θα είχε άλλωστε να φοβηθεί από ένα «ύποπτο γκαμπί». Ήταν ο απόλυτος μαέστρος στο να εκμεταλλεύεται και το παραμικρό πλεονέκτημα. Αυτές ήταν και οι αγαπημένες του θέσεις. Ένα απειροελάχιστο πλεονέκτημα με τα λευκά, που ήξερε όσο κανείς άλλος να το γιγαντώνει κίνηση με την κίνηση. Ένα πιόνι είναι ένα σημαντικό πλεονέκτημα. Προφανώς δούλεψαν αρκετά με τους αναλυτές του. Αποφάσισαν να επιτρέψουν στον Γκάρι να ξαναδώσει το πιόνι και να το πάρουν. Ο διεκδικητής είναι πια υποχρεωμένος να μην φτάσει ως το φινάλε.

8...d5

Ο Γκάρι έδιωξε πρώτα τον ίππο του β5 στην άκρη της σκακιέρας. Αμέσως μετά το 8.Na3 του Κάρποβ βυθίστηκε σε σκέψη. Πέρασαν αρκετά δεπτερόλεπτα. Γιατί άραγε; Η ιδέα ήταν έτοιμη εδώ και καιρό. Είχε ήδη παρουσιαστεί στην 12η παρτίδα. Είναι βέβαιο ότι δουλεύτηκε και μετά απ’ αυτήν. Δεν θα είχε κανένα νόημα να ελέγξει ξανά κάποιες βαριάντες εκείνη την ώρα. Κι όμως δαπάνησε παραπάνω από ένα λεπτό. Ίσως ήθελε να κορυφώσει την αυτοσυγκέντρωση του. Όπως και να ‘χει, τελικά στην 8η κίνηση «διέβη τον Ρουβίκωνα». 8…δ5. Το γκαμπί του Γκάρι. Τα ανταλλάγματα για το πιόνι ήταν τα πιο ενεργητικά μαύρα κομμάτια και ο έλεγχος των μαύρων τετραγώνων γύρω από την περιοχή της θυσίας. Ταυτόχρονα, ο –για αρκετό διάστημα τουλάχιστον- αποκλεισμένος Na3 δημιουργεί συνθήκες τεχνιτής υλικής υπεροχής των μαύρων στο κύριο μέτωπο της μάχης. Σημαντικό είναι και το γεγονός ότι άνοιξαν γραμμές και διαγώνιοι για τα μαύρα κομμάτια. Στον πυρήνα του στρατηγικού σχεδίου, βρίσκεται η εγκατάσταση ενός ίππου στο δ3, ο οποίος θα ελέγχει ολοκληρωτικά την περιοχή των λευκών.

Ο Κάρποβ πήρε το πιόνι. Νομίζω πώς το δικό του σχέδιο ήταν πολύ πιο απλό. Φινάλε με ένα πιόνι παραπάνω. Και τέλος!

16...Nd3

Ο Κασπάροβ αμέσως μετά την θυσία έπαιξε πάρα πολύ ενεργητικά, ακολουθώντας με συνέπεια το σχέδιο του. Πάρα πολύ γρήγορα έγινε φανερό ότι η θέση του Κάρποβ ήταν άσχημη και ολίσθαινε συνεχώς προς το «τραγική».  Ήδη στην 16η ο ίππος είχε εγκατασταθεί στο δ3. Ο Κάρποβ κρατιόταν από ότι του έδινε μια ελπίδα. Δηλαδή το παραπάνω πιόνι. Κι όσο έπαιζε γι’ αυτό, τόσο η θέση γίνονταν χειρότερη. Ουσιαστικά ο παγκόσμιος πρωταθλητής βρέθηκε σε θέση τσουγκτσβαχ, δεμένος χειροπόδαρα στρατηγικά. Όταν κατανόησε ότι το επιπλέον πιόνι ήταν τουλάχιστον άχρηστο, ήταν ακριβώς η στιγμή που παραδέχθηκε τη στρατηγική του χρεωκοπία σε όλη την παρτίδα. Στο τέλος έδωσε την βασίλισσα για τρία ελαφρά και κυρίως για να απαλλαγεί από τα – άλυτα- προβλήματα που του δημιουργούσε ο Νd3. Όμως ήταν αργά πια…

Ο Κασπάροβ παίζοντας μια πανέμορφη και θεαματική παρτίδα, με συνέπεια και ενεργητικότητα, πήρε κεφάλι στο σκορ, αλλά και στην ψυχολογική μάχη.

33...Ne4

Αυτή όμως η παρτίδα, δεν αφορούσε μονάχα τους δύο μονομάχους. Ήταν φανερό ότι επρόκειτο και για μονομαχία των δύο ομάδων αναλυτών. Και εκεί η ομάδα του Κασπάροβ έδειξε ότι είναι πιο αποτελεσματική και δουλεύει καλύτερα.

Ένα χρόνο αργότερα, ο Κάρποβ έπαιζε λευκός εναντίον του van der Wiel και επέτρεψε ξανά το «γκαμπί Κασπάροβ». Αυτή τη φορά έπαιξε 12.Βe3, μια κίνηση που εξουδετερώνει αμέσως το αντιπαιχνίδι στα μαύρα τετράγωνα. Η κίνηση αυτή προφανώς «ξέφυγε» και από τα δύο επιτελεία κατά την διάρκεια του τελικού. Ήταν η εποχή που οι «μηχανές» δεν είχαν ακόμα εισβάλει στην σκακιστική ζωή, τουλάχιστον όχι με τον καθοριστικό τρόπο που το έχουν κάνει σήμερα. Αν αυτό το ματς γίνονταν 20 χρόνια μετά, αυτή η παρτίδα, η οποία ψηφίστηκε ως η ωραιότερη της τριακονταετίας 1966 – 1996 σε διαγωνισμό του informator, απλά δεν θα υπήρχε.

Στο ματς όμως του 1985 ήταν η πιο καθοριστική. Μετά από αυτήν, ο Κασπάροβ ήταν βαθμολογικά και ψυχολογικά ο άρχοντας της αναμέτρησης. Στην 19η έκανε κι άλλη νίκη και βρέθηκε 2 βαθμούς μπροστά. Ο Κάρποβ προσπάθησε να επανέλθει και μείωσε στην 22η, αλλά δεν κατάφερε κάτι παραπάνω. Την 24η (ακόμα μια σικελική) την κέρδισε ξανά ο Κασπάροβ, για να στεφθεί πανυγιρικά παγκόσμιος πρωταθλητής. Ο νεότερος στην ιστορία, σπάζοντας το ρεκόρ που κρατούσε για 35 χρόνια ο Μίσα Ταλ.

Ο νεαρός Γκάρι είχε φτάσει στον στόχο του. Είχε κατακτήσει την σκακιστική κορυφή, εκθρονίζοντας τον Κάρποβ. Στην γιορτή που ακολούθησε, πλήθος κόσμου πήγε να συγχαρεί τον νέο παγκόσμιο πρωταθλητή. Αρκετά χρόνια αργότερα, ο Κασπάροβ αναφέρει ότι εκείνη τη βραδιά συνέβη κάτι που το έβαλε σε σκέψεις. Μέσα σε αυτούς που πήγαν να τον συγχαρούν, ήταν και ο Τίγκραν Πετροσιάν μαζί με την σύζυγο του. Η κυρία Πετροσιάν όμως, του ευχήθηκε με έναν περίεργο τρόπο: «Συγχαρητήρια αγόρι μου. Συμπάσχω μαζί σου!». Στο «γιατί» του Γκάρι, η κυρία Πετροσιάν απάντησε: «Μα, γιατί είσαι μόλις 22 χρονών και η μεγαλύτερη μέρα της ζωής σου είναι ήδη παρελθόν». Ο Κασπάροβ παραδέχεται ότι τον προβλημάτισαν αυτά τα λόγια. Έπρεπε να ανακαλύψει νέα κίνητρα. Νέους στόχους. Ευτυχώς γι’ αυτόν, ο Ανατόλι Κάρποβ δεν του έδωσε χρόνο να βυθιστεί σ’ αυτές τις σκέψεις. Όπως ήταν αναμενόμενο έκανε χρήση του δικαιώματος του απερχόμενου παγκόσμιου πρωταθλητή για ματς – ρεβάνς. Δεν υπήρχε χρόνος για «φιλοσοφίες».  Ο παγκόσμιος πρωταθλητής έπρεπε να αρχίσει την προετοιμασία για να υπερασπιστεί τον τίτλο του.

μέρος Α’

μέρος Β’

μέρος Γ’

(συνεχίζεται)

Σικελικός εσπερινός

3 Σχόλια

Ήταν γύρω στο 1617 όταν ο Δον Πιέτρο Καρέρα έκανε τις αναλύσεις του πάνω σε ένα σκακιστικό άνοιγμα.  Είναι βέβαια αλήθεια ότι το συγκεκριμένο άνοιγμα αναφερόταν στο χειρόγραφο του Τζούλιο Πολέριο για το σκάκι, ήδη από το 1594, ενώ αναλύσεις πάνω σ’ αυτό πριν τον Καρέρα έκανε και ο Αλεσάντρο Σάλβιο γύρω στο 1604, ενώ μετά τον Σικελό ασχολήθηκαν μαζί του και ο Καλαβρέζος Γιοακίνο Γκρέκο στα 1623 καθώς και ο κόμης Κάρλο Φραντζέσκο Κόζιο στα 1740. Το άνοιγμα όμως έμελλε να πάρει το όνομα του, από τον τόπο καταγωγής του Δον Πιέτρο Καρέρα. Και είναι νομίζω ένα ταιριαστό όνομα, γιατί υπάρχει «κάτι το σικελικό» στην Σικελική άμυνα. Ο Γκάρι Κασπάροβ όταν ήταν ακόμα νεαρός και πριν γίνει δεινός παίχτης της Σικελικής, είχε περάσει την περιπέτεια του με την Κάρο – Καν. Μετά από ένα τουρνουά στο οποίο την είχε χρησιμοποιήσει αποκλειστικά και το οποίο δεν μπορούσε να χαρακτηριστεί επιτυχημένο, λέγεται πως ο Γκούφελντ τον άρπαξε από τον γιακά και τον τράβηξε μπροστά σε έναν καθρέπτη:

«Κοίτα την φάτσα σου» του είπε, «τι βλέπεις; Εγώ βλέπω έναν σικελό μαφιόζο! Γι’ αυτό παράτα πια αυτήν την Κάρο – Καν».

Η Σικελική άμυνα άργησε πολύ να αποκτήσει  την δημοφιλία που απολαμβάνει στην σύγχρονη εποχή του παιχνιδιού.  Θεωρούνταν υποδεέστερο άνοιγμα. Απέκτησε κάποια φήμη όταν ο Λα Μπουρντοναί την χρησιμοποίησε επιτυχώς στο ματς εναντίον του Μακ Ντόνελ, ενώ ο Στάουντον την θεωρούσε ως την καλύτερη απάντηση για τα μαύρα εναντίον του 1.ε4, αλλά ως εκεί. Ούτε ακόμα και την δεκαετία του ’20, όταν οι υπερμοντέρνοι ήταν στα πάνω τους, δεν γνώρισε μέρες δόξας, αν και ταίριαζε στις απόψεις τους για το άνοιγμα (κυρίως στο θέμα της ασυμμετρίας).  Τότε όμως ήταν η «πρώτη εποχή» του 1.δ4. Το 1.ε4 είχε παραγκωνιστεί σε μεγάλο βαθμό και έτσι τα συστήματα που γνώρισαν άνθιση (πέρα από το αειθαλές γκαμπί της βασίλισσας) ήταν η Καταλανική και οι ινδικές άμυνες.

Την «δεύτερη εποχή» της καθολικής υπεροχής του 1.δ4 την ζούμε στις μέρες μας.

Οι μεγάλες δόξες για την Σικελική άρχισαν ουσιαστικά με την επικράτηση της σοβιετικής σχολής. Ακόμα και τώρα παραμένει το δημοφιλέστερο άνοιγμα εναντίον του 1.ε4, με την ισπανική παρτίδα να ακολουθεί. Δεν είναι λίγοι οι σκακιστές που αφαίρεσαν το 1.ε4 από το ρεπερτόριο τους για να πάψουν να την συναντούν. Όπως και να ‘χει, τη δεκαετία του ’50 ήταν ήδη άνοιγμα πρώτης γραμμής.

Το 1955 στο Ιντερζονάλ του Γκέτεμποργκ, η τύχη τα έφερε έτσι ώστε τρεις αργεντινοί γκρανμετρ (οι Νάιντορφ, Πάνο και Πίλνικ) βρέθηκαν αντιμέτωποι την ίδια μέρα – παίζοντας και οι τρείς με τα μαύρα – με τρεις σοβιετικούς, τους Γκέλερ, Κέρες και Σπάσκι.

Ήταν η εποχή που ο Μιγκέλ Νάιντορφ δούλευε συνεχώς πάνω στην βαριάντα της σικελικής άμυνας που πήρε τελικά το όνομα του (αν και δεν είναι ο πρώτος που την χρησιμοποίησε). Μια από της πολυπλοκότερες βαριάντες της σικελικής για την οποία έχουν γραφτεί τόμοι επί τόμων και η θεωρητική «συζήτηση» συνεχίζεται.

Το αργεντίνικο σκάκι , με την ώθηση που του πρόσφερε ο Νάιντορφ, βρίσκονταν σε ανοδική πορεία. Όμως από την άλλη πλευρά ήταν οι σοβιετικοί.

Οι τρεις γκρανμετρ από την Αργεντινή συναντήθηκαν την προηγούμενη μέρα και αποφάσισαν να παίξουν και οι τρεις μια συνέχεια πάνω στην Νάιντορφ που δούλευαν εκείνο τον καιρό και πίστευαν ότι είχαν αναλύσει διεξοδικά. Μια καινοτομία θα ήταν ότι  έπρεπε εναντίον των σοβιετικών. Για να έχουν πιθανότητες επικράτησης, έπρεπε από νωρίς να τους οδηγήσουν σε «παρθένα πεδία».

Σεπτέμβρης ήταν, η 7η του μηνός συγκεκριμένα. Δεν ξέρω τι καιρό έκανε στο Γκέτεμποργκ, αλλά μέσα στην αίθουσα των αγώνων έριξε αστραπόβροντα.

Τα ζευγάρια ήταν τα εξής:

Κέρες – Νάιντορφ

Γκέλερ – Πάνο και

Σπάσκι – Πίλνικ

Ο 13 χρόνια αργότερα  παγκόσμιος πρωταθλητής, ήταν τότε μόλις 18 χρονών και αν δεν κάνω λάθος (αν κάνω διορθώστε με) ήταν το πρώτο του Ιντερζονάλ. Ο 20χρονος Όσκαρ Πάνο ήταν ο μικρότερος Αργεντινός.

Οι τρεις παρτίδες ξεκίνησαν με τις ίδιες ακριβώς δέκα κινήσεις:

e4 c5, 2. Nf3 d6, 3 d4 cxd4, 4 Nxd4 Nf6, 5 Nc3 a6, 6 Bg5 e6 7 f4 Be7, 8 Qf3 h6, 9 Bh4 g5, 10 fxg5 Nfd7.

Το εξ Αργεντινής ορμώμενο σχέδιο ήταν να εγκατασταθεί ένας ίππος στο ε5, κι αν αλλαχθεί από τα λευκά, να αντικατασταθεί από τον ίππο του γ6. Η κυριαρχία στο κέντρο  που θα προσέφερε ο ίππος του ε5, πίστευαν ότι θα ήταν αρκετή αποζημίωση για τις αδυναμίες στην πτέρυγα του βασιλιά, οι οποίες θα μπορούσαν αργότερα να εξουδετερωθούν. Όλα φαίνονται εντάξει για τα μαύρα. Όλα είναι υπό έλεγχο.

Οι συμφορές όμως έχουν την κακή συνήθεια να εμφανίζονται ακριβώς αυτή τη στιγμή. Όταν όλα μοιάζουν να είναι υπό έλεγχο.

Πρώτος ο Έφιμ Γκέλερ είδε τη συνέχεια που κερδίζει για τα λευκά. Πήρε στο χέρι του τον ίππο του d4 και μπρος στα εμβρόντητα μάτια του Όσκαρ Πάνο τον «προσγείωσε» στο e6.

“Βαθι᾿ ἄκραχτα μεσάνυχτα, τρισκότεινοι οὐρανοὶ
πάν᾿ ἀπ᾿ τὴ Πολιτεία τὴ κοιμισμένη…”

Οι Αργεντινοί γκρανμετρ δεν είχαν λάβει καθόλου υπόψην τους τη δυνατότητα θυσίας του λευκού ίππου στο e6.

Θρυλείται πώς ο Κέρες και ο Σπάσκι δεν βρήκαν μόνοι τους την θυσία, παρά την «αντέγραψαν» από τον Γκέλερ, όταν η κίνηση του αναπαραστάθηκε στις μαγνητικές σκακιέρες που υπήρχαν για να παρακολουθούν τις παρτίδες οι θεατές. Υπόθεση που δεν είναι καθόλου αβάσιμη, καθώς οι θέσεις στις τρεις σκακιέρες ήταν απολύτως οι ίδιες.

Μετά την θυσία, ο Γκέλερ σηκώθηκε από την καρέκλα του και βγήκε για λίγο έξω. Ο Νάιντορφ, που είχε εν τω μεταξύ ασπρίσει, καθώς έβλεπε ότι τα πράγματα δεν πάνε καλά, τον ακολούθησε, σκεπτόμενος να χρησιμοποιήσει και το τελευταίο όπλο. Την ψυχολογία.

Συναντήθηκαν στην πόρτα. Ο Μιγκέλ δεν έχασε χρόνο.  «Έφιμ, δεν έχετε καμιά τύχη. Έχουμε αναλύσει εξονυχιστικά την βαριάντα. Χάνετε σε όλες τις περιπτώσεις». Ο Γκέλερ απλώς μειδίασε και επέστρεψε στο τραπέζι του, όπου με απόλυτη άνεση, θυσίασε και δεύτερο κομμάτι. Η κίνηση που έπαιξε (13 Bb5) έμεινε στην ιστορία ως «η κίνηση που απειλεί το φάντασμα του ίππου».

Αμέσως ακολούθησαν και στην δεύτερη θυσία ο Κέρες και ο Σπάσκι, πράγμα που αυξάνει τις εικασίες περί «αντιγραφής». Ο Πάνο δεν έκανε δεκτή τη θυσία, ο Νάιντορφ και ο Πίλνικ δεν δέχθηκαν την προσφορά αμέσως, αλλά λίγο αργότερα.  Από το σημείο αυτό και μετά, οι παρτίδες τράβηξαν διαφορετικό δρόμο, μα η κατάληξη ήταν η ίδια. «Σφαγή» και «μακελειό» και για τους τρεις Αργεντινούς.

Vespri Siciliani

Αρκετά νοτιότερα από το Γκέτεμποργκ και πολλούς αιώνες πίσω, την Μεγάλη Δευτέρα στις 30 Μαρτίου του 1282 οι σφαγές και το μακελειό στην Σικελία ήταν εκτός εισαγωγικών και μύριζαν αίμα.

Την εποχή εκείνη την Σικελία όριζε ο Κάρολος της Ανδεγαυίας στον οποίο είχε προσφέρει το στέμμα της Νοτίου Ιταλίας ο πάπας Ουρβανός Δ’ με …παπικό τρόπο.

Ο λαός της Σικελίας υπέφερε και έβραζε. Η αφορμή για να ξεσπάσει βρέθηκε εκείνη τη Μ. Δευτέρα, κατά την ώρα του εσπερινού, όταν ένας Γάλλος στρατιώτης επιτέθηκε προκλητικά σε μια Σιτσιλιάνα.  Η εξέγερση  που ξεκίνησε ήταν χωρίς όρια. Σχεδόν εκστατική.  Και δεν έλεγε να σταματήσει μέχρι να αφανιστούν οι Γάλλοι.  Οι «σικελικοί εσπερινοί» δεν σταμάτησαν παρά στις 28 Απριλίου του 1282, έχοντας αφανίσει περίπου 8.000 Φράγκους.

Περίπου 600 χρόνια αργότερα (το 1855) ο Τζουζέπε Βέρντι εμπνεύστηκε από την εξέγερση των Σικελών και έγραψε την ομώνυμη όπερα (Les vêpres siciliennes).

 

100 χρόνια μετά τον Βέρντι και 673 από το απόγευμα τις 30ης Μαρτίου του 1282, το σκάκι έζησε τον δικό του «Σικελικό εσπερινό».  Ο Γκέλερ ο Κέρες και ο Σπάσκι, «κέντησαν» πάνω στην σκακιέρα μια υπέροχη χορογραφία, στην οποία τα «θύματα» υπήρξαν ο Νάιντορφ ο Πάνο και ο Πίλνικ.

Παρά την συντριβή των Αργεντινών, ίσως τελικά η ιδέα τους να μην ήταν και τόσο κακή. Ένας εκ των νικητών, ο Πάουλ Κέρες, ανακάλυψε αργότερα μια πολύ καλή αμυντική δυνατότητα για τα μαύρα. 13,  Rh7. H θεωρητική διαμάχη συνεχίστηκε καθώς και άλλοι αναλυτές ασχολήθηκαν με την βαριάντα, όπου τελικά φαίνεται να υπάρχει δρόμος διαφυγής για τα μαύρα.

Τα οποία με την σειρά τους, έχουν ζήσει πολλούς «σικελικούς εσπερινούς» από την πλευρά του νικητή, «κατακρεουργώντας» τα λευκά με την σικελική άμυνα.

Και η ιστορία συνεχίζεται, κάθε φορά που το 1.ε4 συναντάει το 1…γ5.

Γκάρι Κίμοβιτς Κασπάροβ (Μέρος Γ’)

Σχολιάστε

Δωρεάν μαθήματα από τον παγκόσμιο πρωταθλητή

Ο Φίσερ. Ο στρυφνός και αλλόκοτος Μπόμπι. O «απόλυτα μη κοινωνικός, που δεν μπορεί να είναι αποδεκτός με τα μέτρα της ζωής του καθένα…» όπως έγραψε – πολύ αργότερα απ’ την εποχή που ο Κασπάροβ αγωνιζόταν να φθάσει ως τον Κάρποβ – κάποτε ο Σπάσκι, σε μια επιστολή που εστάλη κατά Λευκό Οίκο μεριά. Ο Μπόμπι του Μπρούκλιν, του Ρέικιαβικ, της Πασαντίνα, του Σβέτι Στεφάν, των Φιλιππίνων, της Ιαπωνίας… Ο Φίσερ, ο τελευταίος του κύκλου των «καταραμένων Αμερικάνων σκακιστών» (Μόρφι, Πίλσμπερι και κατά κάποιον τρόπο και Στάινιτς). Αυτός που παραλίγο να ματαιώσει το ματς με τον Σπάσκι το 1972. Που δεν εμφανίστηκε ποτέ στον τελικό με τον Κάρποβ το 1975, όταν δεν ικανοποιήθηκαν από την FIDE όλοι οι όροι – οι περισσότεροι τραβηγμένοι απ’ τα μαλλιά – που έθεσε.  H οποία FIDE κινδύνευε τώρα – μέσα σε διάστημα 10 ετών – να βρεθεί με ένα ακόμα «χάρτινο» πρωτάθλημα «εξ αιτίας» του Μπόμπι. Αν πιστέψουμε τουλάχιστον, πώς όντως  ο Καμπομάνες αυτόν είχε στο μυαλό του  όταν επέλεγε την Πασαντίνα. Μόνο που αυτή τη φορά, ο ίδιος ο Μπόμπι δεν είχε ιδέα. Καμιά φορά όμως, δεν είναι απαραίτητο να αναμιχθείς ο ίδιος στα πράγματα για να προκαλέσεις καταιγίδα. Στα νερά της οποίας αυτός που πραγματικά μούσκεψε, ήταν ο Γκάρι Κασπάροβ. Ο Καμπομάνες ήταν σε δύσκολη θέση. Ούτε ο Σμύσλοβ προσήλθε στο δικό του ματς. Ο Ρίμπλι είχε προκριθεί «στα χαρτιά». Κι όλος ο σκακιστικός κόσμος να ζητά μια πραγματική λύση.

Ο Κασπάροβ πηγαίνει στο τουρνουά του Νίκσιτς. Ο στόχος του είναι ξεκάθαρος. Πρώτη θέση, όσο γίνεται πιο άνετα. Ήθελε να δείξει σε όλο τον κόσμο και στην FIDE, ότι του άξιζε τουλάχιστον η ευκαιρία να παίξει. Το τουρνουά δεν ήταν καθόλου εύκολο. Αρκεί να ρίξουμε μια ματιά στις συμμετοχές: Garry Kasparov (2690), Ljubomir Ljubojevic (2645), Ulf Andersson (2640), Mikhail Tal (2620), Yasser Seirawan (2605), Boris Spassky (2605), Jan Timman (2605), Lajos Portisch (2600), Anthony Miles (2585), Tigran Petrosian (2580), Gyula Sax (2570), Bent Larsen (2565), Predrag Nikolic (2540), Bozidar Ivanovic (2515) και Svetozar Gligoric (2505). Ο Γκάρι ήταν σε εξαιρετική κατάσταση. Χάνει μονάχα μία παρτίδα. Αυτήν εναντίον του Σπάσκι. Τερματίζει άνετα πρώτος, δύο πόντους μακριά από τον δεύτερο Μπεντ Λάρσεν. Αμέσως μετά το τέλος του τουρνουά, οι υπόλοιποι γκρανμέτρ αποφασίζουν να συντάξουν μια επιστολή προς την FIDE, όπου ζητούν να ξανασκεφθεί και να δώσει μια λύση στο θέμα των ματς των διεκδικητών. Την υπογράφουν όλοι, εκτός του Κασπάροβ. Δεν ήθελε ο ίδιος να …αναμιχθεί. Τον έπιασε από κοντά ο Σπάσκι και του έδωσε να καταλάβει ότι το θέμα είναι μεγάλο για να είναι προσωπικό. Αυτή η υπόθεση αφορούσε το σκάκι και το θεσμό του παγκόσμιου πρωταθλητή. Τελικά υπέγραψε και ο νικητής του τουρνουά.

Ο Καμπομάνες είχε συνειδητοποιήσει το αδιέξοδο και προφανώς ήταν αναγκασμένος να ξεμπλέξει το κουβάρι.

Πολλά ίσως μπορεί να προσάψει κάποιος στον Βίκτωρ Κορτσνόι λόγω του δύστροπου χαρακτήρα του και της τάσης του να «τα  λέει έξω από τα δόντια».Δεν νομίζω όμως να μπορεί να τον κατηγορήσει για έλλειψη αίσθησης δικαίου. Ίσα ίσα η συντριπτική πλειοψηφία του σκακιστικού κόσμου συμπαθεί τον Κορτσνόι, παρά τις δυστροπίες του, γιατί ήταν και παραμένει ένας πεισματάρης μαχητής. Ένας παθιασμένος σκακιστής, με αγάπη για το παιχνίδι, που μάχεται πάντα μέχρι το τέλος και δεν χαρίζει ποτέ και τίποτα σε κανέναν, όπως φυσικά δεν περιμένει, ούτε δέχεται να του χαρίσει κανείς τίποτα. Είναι ακριβώς αυτά τα στοιχεία του χαρακτήρα του, που του έχουν επιτρέψει να αγωνίζεται σε υψηλό επίπεδο μέχρι σήμερα, έχοντας ξεπεράσει πλέον την 8η δεκαετία του βίου του, ενσαρκώνοντας την σύγχρονη ιστορία του παιχνιδιού στο πρόσωπο του. Εξάλλου ο ίδιος ο Βίκτορ Λβόβιτς δεν έπαψε στιγμή να διατυμπανίζει όλο εκείνο το διάστημα ότι δεν επιθυμούσε την πρόκριση του με έναν τέτοιο τρόπο.

Επομένως ο δρόμος για να βρεθεί μια λύση είχε ανοίξει απ’ όλες τις πλευρές. Τα ματς ορίστηκαν ξανά, για τον Οκτώβριο του 1983, στο Λονδίνο.

Αυτή τη φορά ο Κορτσνόι κάθισε απέναντι σε έναν άνθρωπο και όχι σε άψυχα αντικείμενα.  Στην πρώτη παρτίδα πάντως, ο τρομερός γερόλυκος δεν πρέπει να ένιωσε και μεγάλη διαφορά από την Πασαντίνα. Ή ήταν εκεί ο Κασπάροβ ή ήταν άδεια η καρέκλα, σχεδόν το ίδιο ήταν. Ο νεαρός ήταν φανερά επηρεασμένος από όλη αυτή τη φασαρία, ή ίσως και από το θρύλο του Κορτσνόι και ουσιαστικά δεν εμφανίστηκε ποτέ στην παρτίδα. O Κορτσνόι απάντησε με μια ινδική της βασίλισσας στο 1.δ4 του Κασπάροβ και ουσιαστικά έλεγχε την παρτίδα από την αρχή μέχρι το τέλος.

1η παρτίδα του ματς

Ο Κασπάροβ ήταν σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση. Είχε ανέβει με γοργά βήματα προς την κορυφή του σκακιστικού κόσμου και το σύνηθες γι’ αυτόν ήταν να κερδίζει κι όχι να χάνει και μάλιστα με τόσο εμφατικό τρόπο. Έτσι η πρώτη παρτίδα του ματς με τον Κορτσνόι ήταν μια απότομη προσγείωση. Ο νεαρός Γκάρι έχασε μεγάλο μέρος της αυτοπεποίθησης και της δημιουργικότητας του. Στις επόμενες τέσσερις παρτίδες ήταν σκιά του εαυτού του. Ουσιαστικά προσπαθούσε απλώς να μην χάσει. Να διασωθεί. Δεν έμοιαζε πια με τον ριψοκίνδυνο νεαρό γκρανμέτρ που τολμάει. Ήταν επιφυλακτικός. Δεν ήταν το αφεντικό του ματς και έδειχνε να το έχει κατανοήσει. Από την άλλη ο Βίκτωρ Λβόβιτς είχε φάει τέτοια ματς με το κουτάλι. Από το 1962 διεκδικούσε σταθερά τον παγκόσμιο τίτλο. Ήταν ήδη για πάνω από 20 χρόνια μέσα στην ελίτ της ελίτ του παγκοσμίου σκακιού. Είναι ίσως ο ισχυρότερος σκακιστής που δεν έγινε παγκόσμιος πρωταθλητής στην ιστορία του αθλήματος. Ο νεαρός ταλαντούχος γκρανμετρ δεν είχε παίξει ποτέ ματς τέτοιου επιπέδου. Άλλο τα τουρνουά κι άλλο τα ματς. Το προηγούμενο με τον Μπελιάβσκι δεν μπορεί να συγκριθεί με αυτό. Όσο κι αν ο Μπελιάβσκι ήταν ένας κορυφαίος γκρανμετρ, απείχε πολύ από το να είναι Κορτσνόι, τουλάχιστον σε θέματα εμπειρίας και ψυχολογικής αντιμετώπισης.
Το λάθος ίσως του Κορτσνόι ήταν που δεν πίεσε παραπάνω τότε, σε εκείνο το πρώτο μισό του ματς, όταν ο Κασπάροβ με νύχια και με δόντια προσπαθούσε απλά να μην καταρρεύσει εντελώς. Το ματς είχε φθάσει στα μισά του δρόμου και ο Κορτσνόι ήταν μπροστά έναν βαθμό. Φαινόταν να του αρκεί για να πάρει την νίκη. Ο Κασπάροβ δεν μπορούσε να σταθεί στα πόδια του και να διεκδικήσει πειστικά μια νίκη. Στην 6η όμως παρτίδα, ο Κορτσνόι υπέπεσε σε σοβαρό λάθος και ο Κασπάροβ κέρδισε. Ήταν ένα γκαμπί της βασίλισσας μη αποδεκτό από τον Γκάρι που ήταν μαύρος.

6η παρτίδα του ματς

Ο Βίκτωρ ο τρομερός, είχε κάνει το μοιραίο λάθος. Δεν θα έπρεπε να έχει χάσει στιγμή την αυτοσυγκέντρωση του. Έπρεπε να έχει στο μυαλό του τα λόγια του Ταλ συνεχώς: «Όταν ο Γκάρι αρχίσει να κερδίζει, δεν τον σταματάει τίποτα». Ο Κασπάροβ άλλαξε με μιας. Έγινε άλλος άνθρωπος. Ή μάλλον ξαναέγινε πάλι ο κανονικός Κασπάροβ. Ένιωθε ατρόμητος. Έτσι στο δεύτερο μισό του ματς, ο Γκάρι υπήρξε ανελέητος. Με βασικό όπλο την Καταλανική με τα λευκά, δεν άφησε κανένα περιθώριο στον Κορτσνόι να διεκδικήσει κάτι. Στις 4 τελευταίες παρτίδες ο Γκάρι έκανε δύο ακόμα νίκες (7η και 9η), ενώ δύο έληξαν ισόπαλες.

7η παρτίδα του ματς

9η παρτίδα του ματς

Ο ίδιος ο Κορτσνόι είχε μείνει άφωνος.  Ακόμα κι αυτός ο πεισματάρης που μισούσε την ήττα και είχε πάντα έναν …«κακό λόγο» να πει για όλους και ειδικότερα για όσους τον κέρδιζαν, σηκώθηκε κατά την τελετή λήξης του ματς και μπροστά σε όλους φώναξε προς την μεριά του Κασπάροβ: «Υποκλίνομαι μπροστά στην ιδιοφυία σας κύριε!».
Ένα τεράστιο εμπόδιο είχε ξεπεραστεί. Η αυτοπεποίθηση του Γκάρι Κασπάροβ ήταν στα ύψη. Ήταν ουσιαστικά το πρώτο ματς τέτοιου επιπέδου που έπαιξε και μάλιστα βρέθηκε απ’ την αρχή πίσω στο σκορ. Η εμπειρία της ανατροπής ήταν πολύ σημαντική για τον ίδιο. Μπορούσε πια να σκέφτεται τον Κάρποβ με λιγότερο «δέος».

Στο άλλο ματς, ο Βασίλι Σμύσλοβ επικράτησε του Ρίμπλι. Έτσι στον τελικό των υποψηφίων θα αναμετρούνταν κατά έναν τρόπο το σκακιστικό παρελθόν και το σκακιστικό μέλλον της ΕΣΣΔ, ενώ στον τελικό του παγκοσμίου πρωταθλήματος περίμενε τον έναν από τους δύο, το …παρόν της. Η σκακιστική εικόνα της ΕΣΣΔ ήταν ακόμα κραταιά, όσο κι αν το συνολικό οικοδόμημα είχε αποσαθρωθεί εντελώς. Η αποφορά της σήψης αναδυόταν ήδη απ’ όλα τα σημεία της αχανούς έκτασης. Όμως η σοβιετική σκακιστική σχολή έπαιζε ξανά μόνη της για το στέμμα του παγκόσμιου πρωταθλητή.

Ο Σμίσλοβ ήταν ο σκακιστής που πήρε τον τίτλο από τον Μποτβίνικ το 1957 για να τον ανακτήσει ο «πατριάρχης» έναν χρόνο αργότερα. Οι μέρες της δόξας του οπωσδήποτε είχαν περάσει. Ο μεγάλος και σεμνός γκρανμετρ ήταν πάντα σεβαστός σε όλους, και παρά το ότι η καριέρα του έφτανε στο τέλος της, ήταν πάντα και υπολογίσιμος αντίπαλος. Απόδειξη ότι είχε φτάσει ξανά στους 3 κορυφαίους του κόσμου. Και αν κέρδιζε τον Κασπάροβ, θα έπαιζε ξανά σε έναν τελικό. Στα 62 του χρόνια!
Η αλήθεια είναι ότι ο βετεράνος γκρανμετρ το πάλεψε όσο μπορούσε. Ήρθε στο ματς έχοντας στο οπλοστάσιο του νέες ιδέες. Δεν έπαιξε απαρχαιωμένο σκάκι. Στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων. Και μόνο όμως η διαφορά ηλικίας θα αρκούσε να γύρει την πλάστιγγα υπέρ του Κασπάροβ.
Φαντάζομαι ότι ο Γκάρι τις ώρες που κάθισε απέναντι από τον Βασίλι Σμίσλοβ, περισσότερο θα ένιωθε σεβασμό προς το πρόσωπο αυτού του τεράστιου παίχτη, πρώην παγκόσμιου πρωταθλητή και πάντα σεμνού και σεβαστού ανθρώπου, παρά αγωνία για την έκβαση του ματς. Επικράτησε χωρίς να χάσει παρτίδα. 4 νίκες και 9 ισοπαλίες. Ισοπαλίες που έδειξαν ότι ο Σμύσλοβ έκανε το χρέος του να παλέψει, με όσες δυνάμεις του είχαν απομείνει.

Και τώρα; Τώρα καθισμένος στο θρόνο του περίμενε τον νεαρό διεκδικητή ο Ανατόλι Κάρποβ. Εδώ και δέκα συνεχόμενα χρόνια παγκόσμιος πρωταθλητής, ο Κάρποβ είχε συνηθίσει να βλέπει τους υπόλοιπους από την κορυφή του σκακιστικού κόσμου. Είναι ο παίχτης που του δόθηκε το παρατσούκλι «βόας συσφιγκτήρας» για τον τρόπο που του αρέσει να γευματίζει τα θηράματα του. Είναι ο παίχτης για τον οποίο είπε ο Ταλ: «Όταν γίνονται αντιληπτές οι προθέσεις του Κάρποβ, είναι πάρα πολύ αργά για τον αντίπαλο». Οι συλλήψεις σε πρώιμο στάδιο της παρτίδας, οι στρατηγικές θυσίες διαφοράς και  η εκμετάλευση και της μικρότερης αδυναμίας στην αντίπαλη παράταξη με συνεπές και εστιασμένο προς τα εκεί στρατηγικό παιχνίδι είναι τα θεμελιώδη στοιχεία στο σκάκι του Ανατόλι Γεβγένιεβιτς. Η τεχνική του στα φινάλε είναι άφθαστη, ενώ πρόκειται ίσως για τον σκακιστή με την βαθύτερη στρατηγική κατανόηση του παιχνιδιού στην ιστορία.  Σε όλους τους παραπάνω τομείς ο Γκάρι υστερεί του παγκόσμιου πρωταθλητή. Υπάρχουν όμως άλλοι στους οποίους  είναι καλύτερος. Η τακτική του δεινότητα είναι σαφώς ανώτερη του Κάρποβ, ο οποίος ούτως ή άλλως δεν αισθάνεται στο στοιχείο του στις γεμάτες τακτικές περιπλοκές θέσεις. Τα ανοίγματα επίσης είναι ένας τομέας στον οποίο ο Κασπάροβ είναι ανώτερος. Έχει χαρακτηριστεί – και όχι άδικα – «κινητή εγκυκλοπαίδεια ανοιγμάτων». Η ιστορία των συνεχόμενων τελικών με τον Κάρποβ έδειξε ότι ο διεκδικητής είχε ήδη – ή απέκτησε στην πορεία – και άλλα πλεονεκτήματα απέναντι στον κάτοχο, μόνο που δεν τα γνωρίζει ακόμη. Θα του τα μάθουν τα «δωρεάν μαθήματα» από τον πρωταθλητή.
Το ματς ορίστηκε να γίνει στην Μόσχα, κάτι που δεν το είδε με θετικό μάτι ο Κασπάροβ, καθώς εκεί ήταν η μόνιμη κατοικία του Κάρποβ.

Η αίσθηση που έτσι κι αλλιώς υπήρχε, ότι ο παγκόσμιος πρωταθλητής είναι ο ευνοούμενος της σοβιετικής σκακιστικής ομοσπονδίας, ενισχύθηκε μέσα του με την επιλογή της Μόσχας. Αυτή ακριβώς η αίσθηση, ή μάλλον για να το εκφράσω καλύτερα, η βεβαιότητα ότι παίζει μόνος εναντίον όλων, έγινε βίωμα στον Κασπάροβ και τον επηρέασε – μάλιστα, όχι πάντα θετικά – σε όλη την πορεία των ιστορικών – όχι μόνο για τους ίδιους αλλά και για το σκάκι γενικότερα – μονομαχιών του με τον Κάρποβ.

Σεπτέμβρης ήταν ακόμα, αλλά η Μόσχα ήδη είχε αρχίσει να παίρνει την παγωμένη της όψη. Στις 10 του μηνός, κάθισαν απέναντι για πρώτη φορά (όχι στην καριέρα τους) ο παγκόσμιος πρωταθλητής εναντίον του διεκδικητή. Ο Ανατόλι Γεβγένιεβιτς Κάρποβ εναντίον του Γκάρι Κίμοβιτς Κασπάροβ. Ούτε οι ίδιοι δεν θα μπορούσαν να υποψιαστούν τότε, ότι η κούρσα αυτή θα έφτανε ως τον Φλεβάρη του επόμενου  έτους, με …αβέβαια μάλιστα αποτελέσματα.

Ο πρωταθλητής, ανέκφραστος σαν μηχανή, δείγμα της ψυχολογικής του σταθερότητας – αυτής που «ζήλευε» απ’ αυτόν ο νεαρός διεκδικητής όταν ήταν ακόμα  νεαρότερος και δήλωνε ότι θα προσπαθούσε στο μέλλον να την αποκτήσει – ήθελε να «πιάσει από τα μούτρα» τον νεαρό διεκδικητή και να του κόψει κάθε αέρα. Κερδίζει την 3η την 6η, την 7η και την 9η παρτίδα. Το σκορ έχει φτάσει στο 4-0. Νικητής θα ανακηρύσσονταν αυτός που θα έφθανε πρώτος τις 6 νίκες. Ο Κάρποβ πια ήταν σίγουρος για τον εαυτό του. Ήταν μόλις δύο νίκες μακριά από τον   θρίαμβο, ενώ ο Κασπάροβ απείχε έξι, χωρίς να έχει πάρει ακόμα πόντο. Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο, στον τελικό της Μόσχας «εμφανίστηκε» ο Φίσερ! Αυτός που δεν συγκινήθηκε από το ματς που προσπάθησε να φέρει στην γειτονιά του ο Καμπομάνες. Ούτε τώρα στην Μόσχα τον είδαν πολλοί. Για την ακρίβεια, μονάχα ο παγκόσμιος πρωταθλητής. Κι όχι πως τον είδε πραγματικά μπροστά του με σάρκα και οστά. Μονάχα τη σκέψη του «Τόλια» επισκέφθηκε – αν είχε φύγει και ποτέ από εκεί. Είναι ίσως περίεργο αλλά ο Φίσερ περισσότερα παγκόσμια πρωταθλήματα επηρέασε με την εξαφάνιση του, παρά με την παρουσία του. Ίσως να συμβαίνει έτσι με όλους όσους αφήνουν το στίγμα τους και χάνονται πριν τους ξεθωριάσει ο χρόνος. «Rust never sleeps» γι ‘ αυτό «it’s better to burn out than to fade away». The king is gone but he’s not forgotten, δυστυχώς για τον Ανατόλι Κάρποβ. Ο  οποίος ενώ είχε την ευκαιρία για έναν τεράστιο θρίαμβο εναντίον του Κασπάροβ, τέτοιον που όχι μόνο θα του έδινε ξανά τον τίτλο, αλλά θα άλλαζε και τις ψυχολογικές τουλάχιστον ισορροπίες για τις μελλοντικές τους συναντήσεις, (γιατί εγώ είμαι βέβαιος πως ακόμα και με 6-0 ο Κασπάροβ θα είχε την δύναμη να επανέλθει ως διεκδικητής, δεν ξέρω όμως αν είχε και το κουράγιο να εκθρονίσει τον Κάρποβ τουλάχιστον στον αμέσως επόμενο τελικό) κι όχι μόνο αυτό, αλλά  θα άλλαζε ίσως και όλη τη σύγχρονη ιστορία του παιχνιδιού, αυτός αποφάσισε όχι να ξεμπερδέψει  με τον Κασπάροβ, αλλά να «σκοτώσει» μια για πάντα το «φάντασμα του Φίσερ». Η συνέχεια είναι γνωστή. Οι συνεχόμενες ισοπαλίες «ασφαλείας», επέτρεψαν στον Γκάρι να συνέλθει και να επανέλθει. Παρ’ όλα αυτά ο Κάρποβ στην 27η παρτίδα πια πέτυχε και το 5-0! Οι παρτίδες όμως ήταν πια πολλές… Τόσο πολλές ώστε να εξαντλήσουν τον κατά 12 χρόνια μεγαλύτερο Ανατόλι και να είναι αρκετές για να πάρει ο …μικρός Γκάρι το μάθημα του.

Ξαφνικά ο Γκάρι μείωσε σε 5-3. Τώρα πια όχι μόνο το ονειρικό «φισερικό σκορ» είχε χαθεί για πάντα, αλλά κινδύνευαν όλα να γυρίσουν ανάποδα. Μέχρι να γίνουν όλα αυτά, είχε μπει για τα καλά ο Φλεβάρης. Την επέλαση του «ρωσικού χειμώνα» όμως, ο Ανατόλι την είχε αισθανθεί ήδη, μέσα στη ζεστή αίθουσα των αγώνων.

48 παρτίδες είναι πράγματι πολλές. 5 μήνες για  έναν τελικό είναι πράγματι μεγάλο διάστημα. Και τότε ο Καμπομάνες πήρε την κατάσταση στα χέρια του. Ο τελικός διακόπτεται. Θα αρχίσει ξανά σε πέντε μήνες από την αρχή. 48 παρτίδες, τόσος μόχθος, τόσος κόπος… Και τώρα θα κλείνονταν στο χρονοντούλαπο, σαν να μην έγιναν ποτέ. Όχι ακριβώς! Ο Γκάρι ένιωθε πως είχε για 5 μήνες προσωπικό προπονητή τον παγκόσμιο πρωταθλητή. Δεν χάθηκαν λοιπόν έτσι αυτές οι παρτίδες. Ήταν τα «δωρεάν μαθήματα» του πρωταθλητή προς τον διεκδικητή. Μια σκληρή προετοιμασία ώστε να παρουσιαστεί καλύτερος και αντάξιος στον πραγματικό  τελικό. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά  αν υπήρξε κάποιος που γκρίνιαξε και έγινε πιστευτός ότι αδικούνταν από την διακοπή, αυτός ήταν ο διεκδικητής.

Το στρατηγικό σχέδιο του «μεγάλου στρατηγού», αυτή τη φορά είχε αποτύχει πλήρως. Η μόνη του επιτυχία, ήταν να κάνει καλύτερο τον αντίπαλο.

Όταν ο Γκάρι Κασπάροβ, πριν από 5 χρόνια, αποσύρθηκε από το αγωνιστικό σκάκι, στις ασχολίες του, εκτός από το να κυνηγάει τον Πούτιν, προσέθεσε και την συγγραφική. Είχε γράψει βιβλία και προτύτερα, αλλά συστηματικά ασχολήθηκε μετά την εγκατάλειψη του αγωνιστικού σκακιού. Ένα από αυτά τιτλοφορείται «Η ζωή είναι μια παρτίδα σκάκι». Έχει μεταφραστεί στα ελληνικά από τον Γιώργο – Ίκαρο Μπαμπασάκη και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Πατάκη». Εκεί – μεταξύ πολλών άλλων – ο Γκάρι αναφέρεται βέβαια και στις μάχες με τον Κάρποβ. Νομίζω πως έχει περισσότερο ενδιαφέρον να δούμε πώς βίωσε ο ίδιος τα πράγματα, οπότε του «δίνω το λόγο» (από το κεφάλαιο που φέρει τον τίτλο «Ιδιαίτερα μαθήματα από τον παγκόσμιο πρωταθλητή») :

«Όταν έπαιξα πρώτη φορά για τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή, το 1984, ο ρόλος μου ήταν αυτός του νεαρού διεκδικητή εναντίον ενός πρωταθλητή που είχε διατηρήσει τον τίτλο για 10 χρόνια. Ήμουν τότε 21 ετών και είχα ανέβει στην κορυφή του σκακιστικού κόσμου με τέτοια ταχύτητα, ώστε δεν μπορούσα να φανταστώ αυτό το τελευταίο εμπόδιο να μου φράζει το δρόμο. Ήταν συνεπώς δυνατό το σοκ που ένιωσα όταν βρέθηκα γρήγορα φορτωμένος με 4 ήττες δίχως καμία νίκη, δύο ήττες μακριά από μια ταπεινωτική συντριβή.
Εάν ποτέ υπήρξε μια στιγμή που να προσφέρεται για αλλαγή στρατηγικής, ήταν ακριβώς αυτή. Αντί να παραδοθώ στο συναίσθημα της απόγνωσης, πίεσα τον εαυτό μου να ετοιμαστεί για έναν παρατεταμένο πόλεμο φθοράς του αντιπάλου. Σε κάθε παρτίδα προσπαθούσα να περιορίσω το ρίσκο, καιροφυλακτώντας ώσπου να παρουσιαστεί μια ευκαιρία. Ο Ανατόλι Κάρποβ συντάχθηκε με το σχέδιο μου για τους δικούς του λόγους. Ήθελε να δώσει στον επηρμένο νεαρό ένα μάθημα, επιτυγχάνοντας το απόλυτο σκορ 6-0 κι έτσι έπαιζε κι αυτός επιφυλακτικά αντί να εκμεταλλευτεί το προβάδισμα του και να με αποτελειώσει. Ο Κάρποβ εμπνεόταν από τη σκιά του προκατόχου του πρωταθλητή, του Μπόμπι Φίσερ. Καθ’ οδόν προς τον τίτλο που κατέκτησε το 1972, ο Φίσερ είχε σημειώσει δύο απόλυτες νίκες με 6-0 ενάντια σε παγκοσμίου κλάσεως αντιπάλους (σ.σ. Ταϊμάνοβ και Λάρσεν) και τις δύο φορές δίχως να παραχωρήσει ούτε ισοπαλία. Ο Κάρποβ είχε κατά νου σε κάποιο βαθμό να μιμηθεί αυτό το επίτευγμα (σ.σ. έστω και με ενδιάμεσες ισοπαλίες) και έτσι ακολούθησε την στρατηγική μας. Αλλά το να προσθέσει το φάντασμα του Φίσερ στο στρατόπεδο των αντιπάλων του αποδείχθηκε ότι ήταν σοβαρό σφάλμα.
Ακολούθησαν 17 παρτίδες χωρίς νικητή…. Η ομάδα των συνεργατών μου και εγώ δαπανούσαμε τόσο πολύ χρόνο μελετώντας πώς έπαιζε ο Κάρποβ και υπολογίζοντας ποιες στρατηγικές θα ακολουθήσει, που ένιωσα το αλλόκοτο συναίσθημα πως γινόμουν ο Κάρποβ. Κατά την διάρκεια εκατοντάδων ωρών παιχνιδιού και προετοιμασίας αποκόμισα επίσης μια πολύ καλή εικόνα του δικού μου παιχνιδιού και του δικού μου τρόπου σκέψης. Έως εκείνο το σημείο στη σταδιοδρομία μου, όλα ήταν εύκολα για μένα, το να νικάω είχε γίνει η φυσική κατάληξη των πραγμάτων. Τώρα ήμουν υποχρεωμένος να εστιάσω στο πώς λάμβανα τις αποφάσεις μου, ώστε να μπορέσω να διορθώσω ότι πήγαινε στραβά. Η νέα στρατηγική πήγαινε καλά, αλλά όταν έχασα την 27η παρτίδα και το ματς έγινε 0-5, έμοιαζε σαν να μην μάθαινα αρκετά γρήγορα για να σώσω την κατάσταση. Η αλλαγή στο στιλ είχε κάνει τα πράγματα πιο δύσκολα για τον Κάρποβ. Αισθανόμουν ότι πλησίαζα στην λύση του αινίγματος. Και αφού επέζησα στην 31η παρτίδα, όπου ο Κάρποβ ήρθε πολύ κοντά να με αποτελειώσει, επιτέλους το φράγμα έσπασε στην 32η. Ακολούθησαν ακόμα πολλές ισοπαλίες. Κανένα άλλο ματς δεν είχε διαρκέσει τόσο. Ο Κάρποβ έμοιαζε όλο και πιο εξαντλημένος και εγώ άρχισα να πιέζω. Τελικά κέρδισα την 47η παρτίδα. Θα μπορούσε άραγε να γίνει ένα θαύμα; Κέρδισα και την επόμενη! Το σκορ είχε γίνει τώρα 3-5 και η ροή του παιχνιδιού είχε γυρίσει υπέρ μου. Τότε σε μια περίεργη εξέλιξη… η ΦΙΝΤΕ αποφάσισε να διακόψει το ματς. Η επίσημη ανακοίνωση στον τύπο έλεγε ότι ο Κάρποβ «συμφώνησε» με την απόφαση, ενώ ο Κασπάροβ την «αποδέχθηκε». Μια περίεργη αλλά ακριβής σημασιολογική διάκριση.
Είχα αποκομίσει πάρα πολλά κατά την διάρκεια του ματς. Ο παγκόσμιος πρωταθλητής είχε γίνει ο προσωπικός μου προπονητής για 5 εξοντωτικούς μήνες. Όχι μόνο είχα μάθει τον τρόπο με τον οποίο έπαιζε, αλλά ήμουν πια σε στενή επαφή με τις δικές μου νοητικές διαδικασίες. Ήμουν ολοένα και περισσότερο ικανός να αναγνωρίζω ποια ήταν τα λάθη μου και γιατί τα έκανα. Είχα μάθει πώς να βελτιώνω την ίδια τη διαδικασία λήψης αποφάσεων.
Δεν θα ήταν δυνατόν να μείνω στην κορυφή για τόσο πολύ δίχως την εκπαίδευση που μου πρόσφερε ο Κάρποβ σχετικά με το ίδιο μου το παιχνίδι και τις ίδιες μου τις αδυναμίες».
Έτσι περιγράφει ο Κασπάροβ εκείνο τον πρώτο τελικό, είκοσι χρόνια μετά, όταν καταλάγιασαν τα πάθη και τα μίση. Νομίζω ότι είναι αρκετά αντικειμενικός, ενώ σαφώς η δική του μαρτυρία στο πώς βίωσε τα πράγματα έχει μεγάλη αξία.
Ο τελικός … τελείωσε ή μάλλον διεκόπη, αλλά αποτέλεσμα δεν είχαμε. Θα χρειαζόταν να περιμένουμε άλλους 5 μήνες για να δούμε αν ο Κασπάροβ θα κατάφερνε τελικά την εκθρόνιση του Κάρποβ.

Α’ μέρος

Β’ μέρος

(συνεχίζεται)

Γκάρι Κίμοβιτς Κασπάροβ (μέρος Β’)

6 Σχόλια

Grandmaster ετών 17, ο Μπελιάβσκι, Ο Κορτσνόι και μια άδεια καρέκλα στην Pasadena

Το 1980 ήταν μια πολύ σημαντική χρονιά για τον Κασπάροβ. Είναι η χρονιά κατά την οποία τελειώνει το σχολείο του και περνάει τις εξετάσεις του παιδαγωγικού ινστιτούτου ξένων γλωσσών. Θα περίμενε ίσως κανείς, λόγω αυτών των υποχρεώσεων να έχει κάμψη η σκακιστική του απόδοση. Αντίθετα, αυτήν ακριβώς τη χρονιά, ο Γκάρι κάνει τις δύο νόρμες γκρανμετρ που του απέμεναν για να του απονεμηθεί ο ανώτατος σκακιστικός τίτλος. Την 2η νόρμα την επιτυγχάνει στο πρωτάθλημα ΕΣΣΔ, ενώ η 3η νόρμα και ο τίτλος του GM έρχονται στο διεθνές τουρνουά της Μάλτας. Ήταν μόλις 17 ετών, αλλά δεν ήταν πια ο «μικρός». Ήταν ο grandmaster Κασπάροβ.

Την επόμενη χρονιά, το 1981, κατακτά το πρώτο του πρωτάθλημα ΕΣΣΔ, από κοινού με τον γκρανμετρ Ψάχις, με τον οποίον ισοβάθμισαν στην πρώτη θέση.

Το 1982 πρωτεύει στο ιντερζονάλ της Μόσχας και χρίζεται και επίσημα υποψήφιος διεκδικητής του παγκοσμίου τίτλου. Το βλέμμα του Κασπάροβ είναι ήδη στραμμένο προς την κορυφή, ενώ ο ίδιος θεωρείται πια μια σοβαρή «απειλή» για τον παγκόσμιο πρωταθλητή Κάρποβ. Όμως υπάρχει ακόμα δρόμος για τον νεαρό γκρανμέτρ. Πρέπει να περάσει μέσα από την δοκιμασία των ματς των διεκδικητών. Πρώτος αντίπαλος ο εξαιρετικός γκρανμετρ Αλεξάντερ Μπελιάβσκι. Ο Μπελιάβσκι μπορεί να ήταν 10 χρόνια μεγαλύτερος του Κασπάροβ, αλλά βρισκόταν σε εξαιρετική κατάσταση. Παρ’ όλα αυτά η νίκη του Κασπάροβ στο ματς ήταν εμφατική και άνετη. Ο Γκάρι επικράτησε με σκορ 6-3 (4 νίκες, 4 ισοπαλίες και 1 ήττα). Μια χαρακτηριστική παρτίδα από αυτή τη συνάντηση είναι η 8η του ματς. Ο Κασπάροβ χρησιμοποιεί ιδανικά την Ινδική άμυνα του βασιλιά με τα μαύρα, κάνοντας «διπλό» στον Μπελιάβσκι. Είναι μια θαυμάσια επίδειξη των ικανοτήτων του Κασπάροβ.

Alexander Beliavsky – Garry Kasparov 0-1

Ο επόμενος αντίπαλος, ήταν ο φοβερός και τρομερός Βίκτωρ Κορτσνόι, ο παίχτης δηλαδή που είχε φτάσει δύο φορές συνεχόμενα στον τελικό και είχε ηττηθεί και τις δύο από τον Κάρποβ. Το άλλο ζευγάρι ήταν το Σμύσλοβ – Ρίμπλι. Οι δύο νικητές των ζευγαριών, θα αναμετρούνταν στον τελικό των υποψηφίων και ο νικητής θα καθόταν απέναντι στον Κάρποβ.

Το ματς όμως με τον Κορτσνόι, δεν ήταν μια εύκολη υπόθεση. Άρχισε πριν …ουσιαστικά αρχίσει. Ο Βίκτωρ Λβόβιτς ήταν το μαύρο πρόβατο για την ομοσπονδία της ΕΣΣΔ μετά την αυτομόληση του στη δύση το 1976. Τα προβλήματα ξεκίνησαν με την επιλογή του τόπου διεξαγωγής του ματς. Ο Κορτσνόι πρότεινε το Ρόττερνταμ και ο Κασπάροβ το Λας Πάλμας στην Ισπανία. Ήταν η ώρα να «μιλήσει» κι ο πρόεδρος. Στον προεδρικό θώκο της FIDE καθόταν τότε ο Φλορέντσιο Καμπομάνες. Κι επειδή ο καθένας κάνει ότι μπορεί σ’ αυτή τη ζωή, η «καμπομάνειος» απόφαση ήταν να οριστεί ως τόπος διεξαγωγής του ματς η Pasadena. Ένα προάστιο του L.A. H «κορώνα της κοιλάδας», «η πόλη των ρόδων». Το όνομα της προέρχεται από την γλώσσα ChippewaΚατά την προσπάθεια ονοματοδοσίας της πόλης έπεσαν στο τραπέζι δύο εκδοχές. «Indianola» είπαν να την πουν, ή Granada, κάτι σύμφωνο με την ισπανική κληρονομιά της περιοχής. Τότε όμως ο Δρ. Τόμας Έλιοτ (καμία σχέση με τον δημιουργό της «έρημης χώρας») πρότεινε τέσσερα άλλα ονόματα, στην γλώσσα Chippewa. Αυτά ήταν:  «Crown of the Valley,» «Key of the Valley,» «Valley of the Valley,» και «Hill of the Valley.»  Όλα τελείωναν με αυτό το «of the valley» το οποίο στην γλώσσα Chippewa ακούγονταν ως «pasadena». Τους άρεσε ηχητικά φαίνεται, οπότε έκοψαν όλα τα υπόλοιπα και κράτησαν το pasadena. Τον Μάρτιο του 1886 η καινουριοβαπτισμένη pasadena έγινε η δεύτερη πόλη που ενσωματώθηκε στο δήμο του L.A. μετά το ίδιο το L.A. Όχι λιγότερο φωσφωρίζουσα απ’ αυτό, όχι λιγότερο σκοτεινή.

«Are you a lucky little lady in the city of light?
Or just another lost angel
City of night
City of night
City of night

L.A. Woman, Sunday afternoon
Drive through your suburbs
Into your blues…»

τραγουδούσε ο Jim Morrison.

Ο Καμπομάνες είχε βέβαια τους λόγους του. Έτσι είπε. Πρώτον ήθελε να προτείνει κάποιο τρίτο μέρος και όχι να δεχθεί την πρόταση του ενός ή του άλλου διεκδικητή. Και δεύτερο και σπουδαιότερο, ήθελε ο άνθρωπος να βγάλει τον Φίσερ απ’ την τρύπα του. Ναι, ο Μπόμπι κρύβονταν εκεί, στην «κορώνα της κοιλάδας». Μέσα σ’ αυτήν  την απαστράπτουσα παρακμή προσπαθούσε να κρύψει τον  εαυτό του αλλά και την δική του κορώνα, το στέμμα του παγκόσμιου πρωταθλητή, περισσότερο μάλλον από τον ίδιο του τον εαυτό και την «εικόνα» που ο ίδιος, αν και «ποτέ δεν άκουσε κρότον κτιστών ή ήχον», είχε επιτρέψει ή δεν είχε αποτρέψει να χτιστεί γύρω από το πρόσωπο του. Κι έτσι, εκεί στην «πόλη των ρόδων» που έχει για σύμβολο το figurine του βασιλιά, δυο δρασκελιές μακριά από την «πόλη των αγγέλων» ο Μπόμπι «ανεπαισθήτως κλείσθηκε από τον κόσμον έξω».

«So alone, so alone
Motel money, murder madness
Let’s change the mood from glad to sadness»

Αυτό που κατάφερε τελικά ο Καμπομάνες ήταν να κάνει τους Ρώσους …Τούρκους. Ή ίσως να τους έδωσε την τέλεια πάσα. Διότι πολύ πιθανόν να θεωρούσαν τον Κορτσνόι καλύτερη περίπτωση για τον Κάρποβ – είχε χάσει εξάλλου ήδη δύο φορές – απ’ ότι τον ίδιο τον Κασπάροβ. Υποθέσεις κάνουμε, δεν ήμουν δα και στο μυαλό τους. Όπως και να ‘χει, είπαν το μεγάλο «Νιετ».

Ο Βίκτωρ Λβόβιτς όμως ήταν εκεί. Ένα απόγευμα του 1982, στην Pasadena, την ώρα που τα πολύχρωμα φώτα της πόλης άρχιζαν τον χορό τους, ο Κορτσνόι κάθισε απέναντι από μια άδεια καρέκλα. Έπιασε στο χέρι του το πιόνι της d στήλης και το μετακίνησε κατά δύο τετράγωνα. Έγραψε στο παρτιδόφυλλο του “1.d4” και πίεσε το κουμπί που ήταν από την πλευρά του στο διπλό ρολόι. Ο χρόνος στο δικό του σταμάτησε και άρχισε να «χτυπάει» αυτό που ήταν προς την πλευρά της άδειας καρέκλας. Ο Κορτσνόι κάθισε και περίμενε υπομονετικά. Έπρεπε να περιμένει 1 ώρα, όπως όριζαν οι κανονισμοί. Κανείς δεν ήρθε να καθίσει στην απέναντι καρέκλα. Όταν έληξε ο χρόνος, ο διαιτητής επιβεβαίωσε στο παρτιδόφυλλο την νίκη του Βίκτωρ Λβόβιτς.  Ήταν η δεύτερη μικρότερη παρτίδα στην ιστορία του παγκοσμίου πρωταθλήματος. (Όπως σωστά παρατήρησε ο Γιώργος Ριζόπουλος η μικρότερη είναι η 2η παρτίδα του τελικού Φίσερ – Σπάσκι, στην οποία ο Μπόμπι δεν προσήρθε). Μόλις μισή κίνηση, ούτε καν μία.

O 20χρονος Γκάρι Κασπάροβ, ήταν ένα ράκος. Είχε αποκλειστεί από την συνέχεια του τουρνουά διεκδικητών, χωρίς καν να παίξει μία κίνηση.

Κι όσο για τον «χαμένο άγγελο», αυτός δεν «έκανε την τιμή» σε κανέναν.

(συνεχίζεται)

A’ μέρος

Γκάρι Κίμοβιτς Κασπάροβ (Μέρος Α’)

1 σχόλιο

Από το Μπακού, στην Μπάνια Λούκα

Πρέπει να ήταν το 1989. Σίγουρα λίγο πριν απ’ το «ματς της Λυών», (στην Νέα Υόρκη παίχθηκαν βέβαια οιπρώτες δώδεκα παρτίδες αυτού του τελικού, αλλά την Λυών μνημονεύουμε συνήθως, η οποία φιλοξένησε τις 12 τελευταίες οι οποίες έκριναν και τον τίτλο το 1990).
Εγώ ήμουν τότε ένας 13χρονος πιτσιρικάς και «φανατικός» Καρποφικός.
Είχα λοιπόν την ελπίδα ότι αυτή τη φορά θα έδινε ένα γερό μάθημα σ’ αυτόν …τον Κασπάροβ και θα επέστρεφε στην κορυφή του σκακιστικό κόσμου.
Σκέφτομαι τώρα ότι την εποχή εκείνη περιμέναμε να μάθουμε από τις εφημερίδες τις επόμενες μέρες τι έγινε στην κάθε παρτίδα, ενώ σήμερα βλέπουμε «ζωντανά» όχι μόνο τις κινήσεις, αλλά και τους ίδιους τους παίχτες την στιγμή που παίζουν. Την αγωνία τους, τους μορφασμούς τους, τον τρόπο που αντιδρούν και συμπεριφέροντε την κρίσιμη ώρα της μάχης. Κι όχι μόνο αυτό αλλά έχουμε και άμεση εκτίμηση της θέσης (ναι, αυτά τα 0.30 ή –0.75 που όσο αντιαισθητικά κι αν είναι, έχω συλλάβει τον εαυτό μου πολλές φορές να τα αναζητά όταν παρακολουθώ μια ενδιαφέρουσα παρτίδα). Τότε, καλά καλά δεν θυμάμαι αν είχα δει σε φωτογραφία μια ή δύο φορές καθέναν από τους δύο μονομάχους.
Κάποιες μέρες πριν αρχίσουν οι παρτίδες (ή μπορεί και να παίζονταν ήδη οι παρτίδες της Νέας Υόρκης, δεν είμαι σίγουρος), στο σχολείο μας είχε προγραμματιστεί μια «έκθεση βιβλίου». Αδειάσανε δύο αίθουσες, αφήσανε μόνο τα θρανία κι απλώσανε πάνω τους τα βιβλία, σε μια προσπάθεια να μας εμφυσήσουν την αγάπη και το ενδιαφέρον για το εξωσχολικό βιβλίο.
Περιφερόμουν εκεί μέσα, έπιανα μερικά βιβλία στα χέρια μου, τα ξεφύλλιζα.
Ξαφνικά, πέφτει το μάτι μου σε ένα βιβλίο στην απέναντι σειρά θρανίων, όπου φαινόταν στο εξώφυλλο ένας σκακιστής να κρατάει και με τα δύο χέρια το κεφάλι του, σκυμμένος στην σκακιέρα. Έτρεξα! Πήρα το βιβλίο στα χέρια μου. Ο σκακιστής στο εξώφυλλο, ήταν ο «εχθρός». Στον τίτλο έγραφε:
«Έντουαρντ Γκούφελντ – Γκάρι Κασπάροβ. Επιμέλεια Τ. Σιαπέρας».
Για να πω την αμαρτία μου,τον Γκούφελντ τότε …δεν τον είχα καν ακουστά!
Το όνομα του Σιαπέρα, αποτελούσε εγγύηση. Οι δύο τόμοι του αείμνηστου διεθνούς μετρ, είναι υπεύθυνοι σε μεγάλο βαθμό για την αγάπη που γεννήθηκε μέσα μου για το σκάκι. Και όχι μόνο σ’ εμένα.
Δεν πάει να ήταν ένα βιβλίο για τον «εχθρό»; Το μόνο που με ένοιαζε ήταν ότι ήταν ένα σκακιστικό βιβλίο. Όχι απλά δυσεύρετα τότε. Ανύπαρκτα πες καλύτερα. Δεν νομίζω να διέθετα τότε  κάτι άλλο εκτός αυτά του Σιαπέρα.
Είδα την τιμή (δεν θυμάμαιτώρα ποια ήταν). Τα λίγα χρήματα που είχα πάνω μου για να πάρω κάτι από το κυλικείο, προφανώς δεν έφταναν. Με κυρίευσε απογοήτευση. Τι κάνουμε τώρα; Άρχισα να διαβάζω το βιβλίο επιτόπου. Σκέφτηκα, «ότι προλάβω».  Θυμάμαι πήγα και πήρα το τετράδιο μου και άρχισα να γράφω τις παρτίδες, ότι προλάβαινα, για να τις μελετήσω μετά στο σπίτι. Ξαφνικά ακούω άλλα παιδιά να λένε ότι θα γίνει μία κλήρωση και κάποιοι μαθητές που θα κληρωθούν, θα επιλέξουν ένα βιβλίο της αρεσκείας τους ως δώρο. Σκέφτηκα: «Έχω μια ευκαιρία…». Φευ! Δεν κληρώθηκα. Όμως, η τύχη δεν με είχε εγκαταλείψει τελείως. Κληρώθηκε ένας φίλος μου. Δεν έφερε αντίρρηση στην παράκληση μου να πάρει το βιβλίο του Κασπάροβ, παρ’ όλο που δεν ασχολούνταν με το σκάκι ο ίδιος. Αντίθετα μάλιστα, μόλις το πήρε, μου το πρόσφερε αμέσως (Να‘σαι καλά ρε Κωστή).
Το συγκεκριμένο βιβλίο, παρακολουθεί την πορεία του Κασπάροβ από την αρχή, μέχρι που έφτασε να γίνει διεκδικητής του παγκοσμίου στέμματος από τον Κάρποβ. Λίγο πριν γίνει δηλαδή παγκόσμιος πρωταθλητής.
Πέρα από την σκακιστική του αξία και τον τρόπο με τον οποίο έφτασε τελικά στην κατοχή μου, είναι ξεχωριστό για μένα και για έναν άλλο λόγο. Είναι το βιβλίο που έδιωξε από μέσα μου τον «οπαδισμό» στο σκάκι, μια για πάντα.
Παρακολουθώντας την πορεία του νεαρού Γκάρι, από μικρό παιδί, ως τις εφηβικές του επιτυχίες και ακόμα ως τη στιγμή που άρχισε να «αντρειεύεται» και να διεκδικεί τον παγκόσμιο τίτλο και ξέροντας πια, τη στιγμή που το διάβαζα εγώ, ότι τα είχε καταφέρει εν τέλει, συντάχθηκα κατά κάποιο τρόπο μαζί του. Δεν ήταν πια «ο εχθρός». Ήταν ένας ακόμα τεράστιος παίχτης που είχε προσφέρει – και θα προσέφερε ακόμα περισσότερα –πολλά στο παιχνίδι που αγαπούσα.
Στο «ματς της Λυών» δεν κρύβω πως με διακατείχαν διαφορετικά συναισθήματα απ’ ότι στους προηγούμενους τελικούς. Ναι, ήμουν με τον Κάρποβ, αλλά όχι με τον ίδιο τρόπο όπως πριν.  Έβλεπα δύο τιτάνες σε μια αδυσώπητη μάχη. Δύο «υπηρέτες» της τέχνης του παιχνιδιού – αναμφίβολα τους καλύτερους της εποχής τους και ίσως όχι μόνο- δύο καλλιτέχνες σε μια «εξωφρενική» προσπάθεια ανταγωνισμού και αλληλοσυμπλήρωσης, να πασχίζουν για το καλύτερο δυνατόν σκακιστικό έργο. Και τελικά να προάγουν το παιχνίδι που αγαπούσα σε μια νέα σφαίρα ομορφιάς κάνοντας το ακόμα περισσότερο ενδιαφέρον. Κατάλαβα ότι αυτό που αγαπούσα εν τέλει, ήταν το ίδιο το παιχνίδι.
Αυτή νομίζω ότι ήταν και η μεγαλύτερη προσφορά – σε εμένα – αυτού του βιβλίου, που με έμπασε στον κόσμο του Γκάρι Κίμοβιτς Κασπάροβ. 
Στις 13 Απριλίου του 1963, στο Μπακού, την ανεμοδαρμένη πρωτεύουσα του Αζερμπαϊτζάν, το ζεύγος δύο ραδιομηχανικών, ο Αζέρος εβραϊκής καταγωγής Κιμ Μοϊσέγιεβιτς Βαϊνστάιν και η αρμένικης καταγωγής Κλάρα Σαγκένοβνα Κασπαριάν, αποκτούν τον μοναχογιό τους, στο οποίο δίνουν το όνομα Γκάρι.
Το μικρό αγόρι μαθαίνει να διαβάζει πριν πάει στο σχολείο και επειδή οι γονείς του είναι μουσικόφιλοι (ο πατέρας του έπαιζε βιολί), δείχνει ενδιαφέρον και για την μουσική. Οι γονείς σκέπτονται να τον προσανατολίσουν σε κάποιο μουσικό όργανο. Είχαν όμως και άλλη μια συνήθεια. Το βράδι μετά το φαγητό, τους άρεσε να στήνουν μια σκακιέρα. Δεν έπαιζαν όμως σκάκι. Ήταν του καλλιτεχνικού. Ο μικρός καθόταν ήσυχος σε μια γωνιά και παρακολουθούσε.
Ένα βράδι, το ζευγάρι έχει κολλήσει σε ένα δύσκολο πρόβλημα. Κινούν τα κομμάτια δεξιά-αριστερά, πάνω-κάτω, έχουν ζαλίσει την σκακιέρα, αλλά το πρόβλημα δεν μπορούν να το λύσουν. Ξαφνικά ο μικρός Γκάρι Κίμοβιτς Βάινστάιν, σηκώνεται απ’ την γωνιά του και …λύνει το πρόβλημα. Μόλις κατεστράφη η (όποια) μουσική καριέρα του παιδιού. Όπως είναι φυσικό τα σχέδια των γονιών αλλάζουν.
Ο Κιμ παίρνει από το χέρι τον μικρό του γιο και πάνε στο Μέγαρο των Πιονιέρων του Μπακού, όπου τον γράφει στο σκακιστικό τμήμα. Πρώτος προπονητής του μικρού, ήταν ο  Όλεγκ Πριμπορότσκι.
Τα σκακιστικά προβλήματα υπήρξαν φαίνεται καθοριστικά, τουλάχιστον στην αρχή της πορείας του μικρού παιδιού. Στο 2ο χρόνο του στη σχολή, δημοσιεύθηκε ένα πολύ δύσκολο πρόβλημα στην εφημερίδα «Κομσομόλσκαγια Πράβντα». Η εφημερίδα δεν έλαβε καμιά σωστή απάντηση και το αναδημοσίευσε με την υποσημείωση «για πολύ προχωρημένους».
Το γεγονός κίνησε την περιέργεια και στους εκκολαπτόμενους σκακιστές στο τμήμα του Γκάρι και έτσι έστησαν τη θέση και προσπάθησαν να το λύσουν.
Αμέσως ο μικρότερος του τμήματος, ο Γκάρι Βαινστάιν, σηκώθηκε και έλυσε το πρόβλημα. Το γεγονός έκανε μεγάλη εντύπωση στους προπονητές του, που άρχισαν να προσέχουν τον «Βενιαμίν» του τμήματος ιδιαιτέρως, αντιλαμβανόμενοι ότι κάτι ξεχωριστό υπάρχει σ’ αυτό το παιδάκι.
Πέρασαν μερικά χρόνια. Ο μικρός Γκάρι έφτασε 10 χρονών. Είχε δείξει δείγματα του ταλέντου του με τα παιδιά. Είχε έρθει η ώρα να παίξει και με ενήλικες. Σε ένα τουρνουά με παίχτες υψηλών κατηγοριών, ο πιτσιρίκος κάνει 9 σερί νίκες, παίζοντας μάλιστα όρθιος, καθώς εκτός από μικρός ήταν και μικροκαμωμένος. Αν ήταν καθιστός, δεν έφτανε τα κομμάτια. Έτσι, μπαίνει στην ομάδα νέων του Αζερμπαϊτζάν και παίρνει μέρος στο πρωτάθλημα νέων. Τα πάει πολύ καλά, παρότι είναι ακόμα παιδάκι. Δεν ήταν λοιπόν δυνατόν να μην το προσέξουν, ειδικά σε μια χώρα όπως η ΕΣΣΔ, η οποία έδινε τεράστια βαρύτητα στο σκάκι.
Τον πλησιάζει κάποιος από την σχολή Μποτβίνικ και η βόμβα σκάει στα αυτιά του παιδιού:
        Θέλεις να μπεις στη σχολή Μποτβίνικ;
Ο μικρός έμεινε για ώρα με ανοιχτό το στόμα, προσπαθώντας να καταλάβει αν κάποιος του κάνει πλάκα, αν ονειρεύεται ή αν όντως συμβαίνει αυτό το πράγμα! Τι τον ρώτησε ακριβώς αυτός ο κύριος; Αν θέλει να πάει στην σχολή του Πατριάρχη;;; Και τα ρωτάνε τέτοια πράγματα;;
Φυσικά δεν ήταν τόσο εύκολο να γίνει κανείς δεκτός στην Ακαδημία του Μιχαήλ Μποτβίνικ. Ήταν απλώς μια πρόταση για να συμμετάσχει στην αυστηρότατη διαδικασία προεπιλογής. Έπρεπε να παίξει παρτίδες τις οποίες όφειλε μετά, ενώπιον ακροατηρίου να αναλύσει και σχολιάσει πλήρως. Κατόπιν θα τον εξέταζε εξονυχιστικά η επιτροπή των γκρανμετρ.
Ο Γκάρι Βάινσταιν όμως, πέρασε με άνεση όλες τις δοκιμασίες. Ήταν τρομερά συγκινημένος και ενθουσιασμένος. Ήταν πλέον μέλος της Ακαδημίας Μποτβίνικ.
Ο ίδιος αρκετά χρόνια αργότερα, δήλωσε ότι η γενέτειρα του, το Μπακού, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ενασχόληση του με το σκάκι:
««Υπήρχε κάτι το κοσμοπολίτικο στο Μπακού. Υπήρχαν άνθρωποι που έκαναν ό,τι κάνουν όλοι οι άνθρωποι που ζουν σε μια πόλη απ’ όπου περνάει κάθε καρυδιάς καρύδι. Υπήρχαν λέσχες όπου μαζεύονταν άνθρωποι και έπαιζαν μπριτζ, σκάκι, μπιλιάρδο. Το σκάκι υπήρχε στη ζωή της πόλης»

Στη σχολή Μποτβίνικ ο μικρός Γκάρι αρχίζει να εξελίσσεται ραγδαία.
Σε ηλικία 11 ετών, φέρνει ισοπαλία με τον γκρανμετρ Κούζμιν και νικάει τον γκρανμετρ Γιούρι Άβερμπαχ.
Στα 12 του χάνει τον πατέρα του. Μετά από αυτήν την απώλεια, έρχεται και η αλλαγή του επιθέτου. Θα υιοθετήσει αυτό της μητέρας του (Κασπαριάν), αφού πρώτα το«ρωσοποιήσει». Στα 12 του, έγινε αυτός που ξέρουμε όλοι σήμερα. Ο Γκάρι Κασπάροβ.
Στα 13 του τον περιμένει ένας τεράστιος θρίαμβος! Θα κατακτήσει το Πανσοβιετικό πρωτάθλημα νέων, όπου συμμετέχουν παίχτες έως 18 ετών. Είναι ο μοναδικός που πέτυχε κάτι τέτοιο σ’ αυτήν την ηλικία.
Η σχολή Μποτβίνικ, αρχίζει να τον προμηθεύει με το ίδιο προπαρασκευαστικό υλικό που προμηθεύει τους κορυφαίους της παίχτες. Ο Κασπάροβ, έπαιρνε στα 13 του χρόνια το ίδιο υλικό με τον Πετροσιάν και τον Γκέλερ!
Το 1977 κερδίζει για δεύτερη συνεχή χρονιά το πανσοβιετικό πρωτάθλημα νέων. Επίσης ανεπανάληπτο επίτευγμα.
Ο Μποτβίνικ θα πει: «Το μέλλον του σκακιού είναι στα χέρια του Κασπάροβ»!
Αμέσως μετά παίρνει την πρωτιά στο πανίσχυρο τουρνουά στο Νταουγκάβπιλς, το οποίο αποτελεί προκριματικό τουρνουά για το πρωτάθλημα ΕΣΣΔ. Συμμετείχαν ονόματα όπως Μπρονστάιν, Χόλμοβ, Σουέτιν, Μακαρίτσεβ, Γκούφελντ.
Βέβαια ο Γκάρι δεν κερδίζει πάντα. Και ενώ όλο και πιο συχνά παίρνει το σκαλπ των έμπειρων γκρανμετρ, χάνει από παίχτες μικρότερης δυναμικότητας. Το παιχνίδι του έχει ακόμα πολλές αδυναμίες. Είναι όμως πολύ εργατικός. Έχει τρομερή μνήμη. Έχει σπουδαίο ταλέντο, αυτό που λέμε σκακιστική διαίσθηση. Το μέλλον – καλά λέει ο Μποτβίνικ – του ανήκει. Το 1979 είναι μια χρονιά σταθμός για τον Κασπάροβ. Διεξάγονταν στην Μπάνια Λούκα της Γιουγκοσλαβίας ένα ισχυρότατο διεθνές τουρνουά, όπου έπαιρναν μέρος 14 γκρανμετρ και 2 μετρ. Η ΕΣΣΔ, θα έστελνε δύο παίχτες. Αποφάσισε να στείλει τον Πετροσιάν και τον Κασπάροβ. Ο Γκάρι όμως δεν είχε καν διεθνή βαθμό αξιολόγησης. Οι άλλοι μετρ στην αρχή γκρίνιαξαν για απόπειρα της ομοσπονδίας της ΕΣΣΔ να ρίξει το επίπεδο του τουρνουά, η σοβιετική ομοσπονδία απάντησε κάτι σαν «δεν ξέραμε ακριβώς περι τίνος πρόκειται…» αλλά ήταν φανερό ότι ούτε το τουρνουά υποτιμούσε ούτε είχε άγνοια. Προφανώς πίστευαν ότι είχε έρθει η ώρα ο Γκάρι να πέσει στα βαθιά.
Κι ο μικρός όχι απλά διασώθηκε, αλλά θριάμβευσε.
Πρώτος! Ο άγνωστος νεαρός σάρωσε τους γκρανμετρ. 2 ολόκληρους βαθμούς πίσω του, τερμάτισαν σε ισοβαθμία οι 2οι Σμέηκαλ και Άντερσον. Μόλις 4ος ο Πετροσιάν. Ο Γκάρι Κασπάροβ έκλεισε πονηρά το μάτι του στο σκακιστικό πλανήτη. Έναν πλανήτη που θα κατακτούσε τα επόμενα χρόνια, ολοκληρωτικά.
Κατά την άφιξη στην Μπάνια Λούκα των δύο Σοβιετικών σκακιστών, κόσμος και δημοσιογράφοι περίμεναν στο αεροδρόμιο για να υποδεχθούν τον μεγάλο Τίγκραν Πετροσιάν. Το παιδί που έσερνε μαζί του, δεν υπήρχε, ούτε για τον κόσμο, ούτε για τους δημοσιογράφους. Μετά το τέλος του τουρνουά όμως, όλοι έπεφταν πάνω στον μικρό Κασπάροβ, για μια δήλωση. Ο Πετροσιάν ανάλαβε να απαντάει και για τους δύο, κάνοντας τον κουφό στις ερωτήσεις που δεν ήθελε να απαντήσει. Γενικά έπαιξε τον ρόλο του προστάτη του μικρού σε όλο αυτό το ταξίδι.
Ενδιαφέρον έχουν εδώ τα λόγια του Κασπάροβ, όσον αφορά τους σκακιστές που είχε ως πρότυπο: «Έχω για πρότυπο μια ομάδα πρωταθλητών και θα ήθελανα κάνω κτήμα μου τα προτερήματα του καθενός απ’ αυτούς. Από τον Κάρποβ την ψυχολογική του σταθερότητα, από τον Πετροσιάν την τεχνική κατάρτιση, από τον Μποτβίνικ τη λογική, από τον Αλιέχιν την καθαρή σκέψη και από τον Ταλ την αγάπη για τον κίνδυνο». Νομίζω δεν θα ήταν υπερβολή να πω πώς στα επόμενα χρόνια κατάφερε να κάνει κτήμα του αυτά τα στοιχεία, σε μεγάλο βαθμό τουλάχιστον.
Στην Μπάνια Λούκα, ο Κασπάροβ όχι μόνο έκανε νόρμα διεθνούς μετρ, αλλά και την πρώτη νόρμα γκρανμετρ. Απαντάει στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων στη Μόσχα:
«Είστε ευχαριστημένος;»
«Φυσικά και είμαι ευχαριστημένος και μάλιστα περισσότερο από το παιχνίδι μου, παρά από τον τίτλο του διεθνούς μετρ. Δεν το περίμενα. Μέχρι το τέλος κατάφερα να διατηρήσω τις δυνάμεις μου και τη δημιουργικότητα μου»
«Οι γνώστες, οι πολύ ειδικοί παίχτες θεωρούν ότι συνδυάζετε μ’επιτυχία δύο στυλ: το ποζισιονέλ και το συνδυαστικό. Ποια είναι η προσωπική σας άποψη;»
«Ο τρόπος που παίζω είναι αληθινά έμφυτος. Μα το κυριότερο στυλ που ακολουθώ, παραμένει για μένα το ποζισιονέλ»
Να λοιπόν που ο 16χρονος Κασπάροβ προτιμούσε το ποζισιονέλ παιχνίδι. Και ίσως κατά κάποιο τρόπο να προσπαθούσε να το επιβάλλει στον εαυτό του. Το ταλέντο του όμως δεν έμπαινε σε καλούπια. Δεν άργησε να διαμορφώσει το δικό του, εντελώς προσωπικό στυλ, το οποίο φυσικά δεν ήταν ποζισιονέλ, αλλά καθαρά τακτικό. Ο Κασπάροβ δεν ήταν στο στοιχείο του στις «ήσυχες» στρατηγικές θέσεις. Ειδικά απέναντι στον κατεξοχήν «ποζισιονέλ» Κάρποβ, σε τέτοιες θέσεις απλά υπέφερε. Οι γεμάτες τακτικό περιεχόμενο θέσεις ήταν αυτές που αύξαναν τη δημιουργικότητα και την ενεργητικότητα του στα ύψη. Με τον καιρό μάλιστα, εξελίχθηκε σε τέτοιον «μάστορα» που σχεδόν πάντα έβρισκε τον τρόπο να «εκτρέπει» ακόμα και παρτίδες που δεν φαίνεται να είχαν άλλο δρόμο από τους στρατηγικούς ελιγμούς, στις καταιγίδες των τακτικών περιπλοκών. Ο αντίποδας του Κάρποβ από κάθε άποψη. Τι είναι αυτό που θα οξύνει μια θέση; Ποια είναι η βαριάντα που θα κάνει την παρτίδα να κρέμεται στην κόψη του ξυραφιού; Αυτήν θα επέλεγε ο Κασπάροβ. Και όταν δεν υπήρχε, θα τη δημιουργούσε.
Κιο ίδιος ο Γκάρι, λίγο αργότερα, κατάλαβε ότι το στυλ που του ταιριάζει είναι πολύ εκρηκτικό για να είναι «καθαρό ποζισιονέλ». Έτσι, δήλωνε: «Από τους πρωταθλητές που μου κάνουν εντύπωση, βάζω πρώτο τον Αλιέχιν. Νιώθω πολύ κοντά στη δική του προσέγγιση του παιχνιδιού και στις σκακιστικές του ιδέες. Είμαι σίγουρος ότι το μέλλον ανήκει στους παίχτες του στυλ Αλιέχιν».
(συνεχίζεται)

Περί των αποτελεσμάτων της ψηφοφορίας

10 Σχόλια

Χθες έκλεισε η πρώτη ψηφοφορία του blog. Το ίδιο το ερώτημα θα μπορούσεεύλογα να ισχυριστεί κανείς πώς δεν «στέκει». «Ποιος είναι ο ισχυρότεροςσκακιστής στην ιστορία;». Έλα ντε…
Προφανώς το ερώτημα δεν μπορεί να απαντηθεί στα σοβαρά, πόσομάλλον μέσα από μερικές επιλογές ονομάτων σε ένα poll ενός blog.
Με ποια κριτήρια θα συγκρίνει κάποιος τον Μόρφυ πχ με τονΦίσερ; Τον Στάινιτς με τον Κασπάροβ; Όλοι ξέρουμε ότι οι ισχυροί παίχτες κάθεεποχής, είχαν στο οπλοστάσιο τους την ήδη συσσωρευμένη γνώση των προηγούμενωνγενεών και είναι απολύτως φυσικό να μην μπορεί να συγκριθεί ένας μετρ τουπροπερασμένου αιώνα με έναν εκ των κορυφαίων παιχτών της σοβιετικής σχολής γιαπαράδειγμα. Επομένως το ερώτημα το ίδιο είναι προβληματικό. Ίσως θα έπρεπε ναδιατυπωθεί ως εξής: «Ποιος είναι ο αγαπημένος σας σκακιστής όλων των εποχών».Τότε όμως δεν θα έπρεπε να υπάρχει poll, καθώς αν υπήρχε τέτοιο θα έπρεπε να έχει καμιά 300αριάονόματα και βάλε. Ξέρω ήδη πολλούς των οποίων αγαπημένος σκακιστής είναι οΦρανκ Μάρσαλ, ο Χάρι Νέλσον Πίλσμπερι, ο Μιχαήλ Ιβάνοβιτς Τσιγκόριν ή ο ΒασίλιΙβαντσούκ και γιατί όχι άλλωστε. Επομένως ένα τέτοιο ερώτημα δεν θα είχε καιπολύ νόημα, από την στιγμή που δεν θα περιόριζε – βάση μιας έστω και αίοληςλογικής- τα ονόματα σε καμιά 20αριά το πολύ.
Ίσως μια άλλη μορφή του ερωτήματος να ήταν: «Ποιος ήταν οπιο ολοκληρωμένος σκακιστής στην ιστορία». Αυτό όμως θα απέκλειε τους πριν το1950 – τουλάχιστον – κορυφαίους παίχτες.
Ένα εύλογο ερώτημα θα ήταν: «Και γιατί να υπάρξει ντε καικαλά ένα τέτοιο poll;».
Σωστό είναι αυτό, αλλά έλα που εμένα κάτι τέτοιες κουβέντεςμ’ αρέσουν. Κι όσο κι αν δεν μπορούν να καταλήξουν σε κάποιο σοβαρό συμπέρασμαόσον αφορά το ερώτημα αυτό καθ’ αυτό, νομίζω πως μπορούν να βγουν κάποιαεπιμέρους ενδιαφέροντα συμπεράσματα.
Η ψηφοφορία, λοιπόν, τελείωσε με ισοβαθμία στην πρώτη θέσημεταξύ του Γκάρι Κασπάροβ και του Μίσα Ταλ, ενώ ισόβαθμοι ακολουθούν ο ΜπόμπιΦίσερ και ο Ανατόλι Κάρποβ.
Ας δούμε λίγο αυτά τα αποτελέσματα. Του Κασπάροβ θα έλεγαπως είναι το πιο αναμενόμενο.  Νομίζω ότιτο να ισχυριστεί κάποιος ότι ο Γκάρι υπήρξε ο πιο ολοκληρωμένος σκακιστής είναιμια λογική θέση. Είναι ίσως ο τελευταίος μεγάλος της σοβιετικής σχολής. Ηκυριαρχία του ξεκινάει στην δύση της και τελειώνει ότι πια έχουμε μπει για τακαλά στην «μετασοβιετική» ή σύγχρονη – όπως θέλετε πείτε το- εποχή τουπαιχνιδιού. Το παιχνίδι του Κασπάροβ συμπύκνωνε μέσα του σε πολύ μεγάλο βαθμόόλη την προγενέστερη εμπειρία.
Ο Ταλ όμως; Γιατί να ισοβαθμεί στην 1η θέση οόγδοος παγκόσμιος πρωταθλητής, ο οποίος μάλιστα έμεινε στο θρόνο για μονάχα έναέτος, με τον δέκατο τρίτο ομόλογο του, ο οποίος υπήρξε παγκόσμιος πρωταθλητήςγια 15 συνεχόμενα έτη;
Γιατί αυτός ο «νεορομαντικός» μας γοητεύει τόσο; Γιατί, πέρααπό την προσωπική προτίμηση που μπορεί να έχει κάποιος στο παιχνίδι του ή στηνπροσωπικότητα του, θεωρεί ότι το να τον ψηφίσει ως κορυφαίο σκακιστή είναι κάτιπου δεν έρχεται σε αντίθεση με την λογική και την αντικειμενικότητα; Γιατί πχ αυτόδεν συμβαίνει με τον Σμύσλοβ ή τον Πετροσιάν ή γιατί δεν συμβαίνει με τονΡουμπινστάιν ή τον Αλιέχιν;
Μόνο και μόνο επειδή ο Ταλ έκανε εντυπωσιακές θυσίες;
Δεν νομίζω ότι είναι αυτό. Πιστεύω ότι είναι κάτι πολύβαθύτερο. Ίσως η άποψη μου θεωρηθεί κάπως ακραία ή αυθαίρετη, αλλά πιστεύω ότιόλοι –συνειδητά ή υποσεινήδητα- ξέρουμε ότι ο Ταλ έσωσε το σκάκι – τουλάχιστον τοκομμάτι του εκείνο που θα χαρακτηρίζαμε «παιχνίδι». Με λίγα λόγια, την εποχήπου ο Μποτβίνικ (και δεν έχω καμιά διάθεση να μειώσω την δική του μεγάληπροσφορά) έκανε την μεγάλη απόπειρα να «στεγνώσει» το παιχνίδι προωθώντας καισε μεγάλο βαθμό επιβάλλοντας την επιστημονική θεώρηση ως το μόνο δρόμο καιτρόπο που έπρεπε να ακολουθήσει και να παίζεται το σκάκι, ο Ταλ του πέταξε στοπρόσωπο μια μεγάλη αλήθεια, που αυτός ο ίδιος ο μεγάλος αναζητητής της «αλήθειαςσε κάθε θέση» είχε αγνοήσει. Ότι το σκάκι είναι πρώτα απ’ όλα παιχνίδι. Ότιχωρίς την φαντασία – όπως σωστά είχε αναφέρει ο Τσβάιχ – δεν μπορεί ναλειτουργήσει. Ότι εν τέλει, αν ντε και καλά θα πρέπει να του δώσουμε έναν άλλοχαρακτηρισμό και δεν μας φτάνει να το πούμε απλά παιχνίδι, το να το ονομάσουμετέχνη θα ταίριαζε ίσως καλύτερα από την βαρύγδουπη βάπτιση του σε «επιστήμη».
Ο Ταλ υπήρξε η αναρχική πινελιά πάνω στην επιβολή της μονολιθικότηταςτου «επιστημονικού σοσιαλισμού» στο σκάκι. Υπήρξε η πνοή ζωής που ακριβώς δικαιώνονταςτην ύπαρξη της, αρνήθηκε την τυποποίηση και τη φόρμα. Έδειξε ότι αυτή ακριβώς ηορμή για αυτόνομη ύπαρξη είναι που μπορεί – έστω και προσωρινά – να ανατρέψειτον εκ των άνω επιβαλλόμενο κανόνα. Ότι εν τέλει η «ομορφιά» μπορεί – έστω καιπροσωρινά- να νικήσει την από τα πάνω επιβαλλόμενη «αλήθεια». Ο Ταλ υπήρξεουσιαστικά μια υπόσχεση, μια δυνατότητα ανατροπής. Δεν πιστεύω ότι είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο Μποτβίνικ αφιέρωσε ένα μεγάλο μέρος της ύπαρξης του και του χρόνου του στην προσπάθεια εξέλιξης ενός σκακιστικού προγράμματος για υπολογιστές. Το να νικηθεί η σκέψη του Ταλ από ένα μηχάνημα που δεν κάνει λάθος, δεν ήταν μόνο μια προσωπική ρεβάνς για τον «πατριάρχη». Συνειδητά ή υποσυνείδητα (δεν έχει σημασία) νομίζω είχε αντιληφθεί τον γενικότερο «κίνδυνο» που έκλεινε μέσα του το «φαινόμενο» του Λετονού.
Στην 3η θέση ισοβαθμούν οι δύο του «τελικού πουδεν έγινε ποτέ». Νομίζω πώς και αυτό είναι ένα λογικό αποτέλεσμα. Ο Φίσερ με τοαπίστευτο σκάκι που έπαιξε ειδικά την διετία 1970-72, εκθρονίζοντας μάλιστα τουςΣοβιετικούς, όντας ο ίδιος μόνος του, χωρίς μια σχολή από πίσω του, είχε και θαέχει για πάντα τους δικούς του φανατικούς οπαδούς. Υπήρξε – με βάση αυτά που είπαμεπαραπάνω για τον Ταλ- ο Φίσερ μια ανατροπή; Ίσως και πάλι να προκαλώ, αλλά κατάτην γνώμη μου όχι! Εκθρόνισε την σοβιετική σχολή, παίζοντας το σκάκι της,λογικό σκάκι, μόνο που επειδή ήταν απέξω, είχε την δυνατότητα να παρακολουθείτα όσα γίνονταν στους κόλπους της, χωρίς την ίδια ώρα να είναι μέρος του «κλειστούκυκλώματος» της και έτσι μπόρεσε να αποφύγει της αντιφάσεις της, κερδίζονταςαπό τις κατακτήσεις της. Φορέας ανατροπής των παραδεδεγμένων όμως – σε καθαράσκακιστικό επίπεδο- δεν υπήρξε. Εκτός σκακιέρας, είναι ένα άλλο ζήτημα, πουσηκώνει πολύ κουβέντα. Γι’ αυτό και πιστεύω ότι αν ο Φίσερ ήταν σοβιετικός, θαήταν ο αγαπημένος μαθητής του Μποτβίνικ (επαναλαμβάνω, όσο αφορά το σκακιστικόκαθαρά κομμάτι και όχι την γενικότερη συμπεριφορά του).
Ο Ανατόλι Κάρποβ υπήρξε ίσως ο σκακιστής με την βαθύτερη στρατηγικήκατανόηση του παιχνιδιού και δικαίως θα μνημονεύεται ως ένας από τους κορυφαίουςπαίχτες όλων των εποχών. Η ήττα του από τον Κασπάροβ έχει να κάνει με πολλάπράγματα. Από τα εντελώς αντίθετα στυλ παιχνιδιού αυτών των δύο, τηναργοπορημένη αντίδραση του Κάρποβ να προσαρμοστεί απέναντι στον συγκεκριμένο αντίπαλο, την διαφορά ηλικίας ως και το λάθος του –όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Κασπάροβ- να «προσθέσει το φάντασμα του Φίσερστο στρατόπεδο των αντιπάλων του» σε εκείνον τον μαραθώνιο τελικό που δεν …τελείωσεποτέ.
Άξιο αναφοράς είναι επίσης οι δύο ψήφοι του Πολ Μόρφι, καθώςκαι οι 5 για τον Καπαμπλάνκα που τον τοποθετούν στην κορυφή των υπολοίπων – αν εξαιρεθούνοι 4 πρώτοι.
Κάθε σχόλιο και κάθε αντίρρηση είναι ευπρόσδεκτα. Έτσι κιαλλιώς θα είναι χαρά μου να κάνουμε κουβέντα. Επίσης περιμένω προτάσεις γιαεπόμενες ψηφοφορίες (έχω κατά νου το «Ισχυρότερος παίχτης που δεν έγινε ποτέπαγκόσμιος πρωταθλητής», αλλά καλό θα ήταν να πέσουν κι άλλες προτάσεις στοτραπέζι). 



Πολ Μόρφυ
  2 (2%)
Άντολφ Άντερσεν
  0 (0%)
Βίλελμ Στάινιτς
  1 (1%)
Εμμάνουελ Λάσκερ
  1 (1%)
Ακίμπα Ρουμπινστάιν
  1 (1%)
Χοσέ Ραούλ Καπαμπλάνκα
  5 (6%)
Αλεξάντερ Αλιέχιν
  2 (2%)
Πολ Κέρες
  0 (0%)
Μιχαήλ Μποτβίνικ
  1 (1%)
Βασίλι Σμύσλοβ
  0 (0%)
Μιχαήλ Ταλ
  19 (22%)
Τίγκραν Πετροσιάν
  1 (1%)
Μπόρις Σπάσκι
  0 (0%)
Βίκτορ Κορτσνόι
  1 (1%)
Μπόμπι Φίσερ
  15 (18%)
Ανατόλι Κάρποβ
  15 (18%)
Γκάρι Κασπάροβ
  19 (22%)
Βλάντιμιρ Κράμνικ
  0 (0%)
Βίσι Ανάντ
  0 (0%)
Μάγκνους Κάρλσεν
  0 (0%)

Βασίλισσες

2 Σχόλια

Στην αίθουσα του σκακιστικού συλλόγου, επικρατούσε σιγή. Μόνο τα ασυντόνιστα χτυπήματα στα ρολόγια ακούγονταν, όταν κάθε παίχτης ολοκλήρωνε την κίνηση του και χτυπούσε το κουμπί στο ρολόι που πάγωνε τον δικότου χρόνο και ταυτόχρονα εκκινούσε αυτόν του αντιπάλου του. (Μέσα στα άλλα οισκακιστές είναι και λίγο …χρονοκράτορες. Σταματούν και ξεκινούν τα ρολόγια κατά βούληση. Μα αυτό αφορά μόνον τον δικό τους, τον σκακιστικό χρόνο. Δυστυχώς για τον άλλον, τον πραγματικό, που ρέει σταθερά και αμείλικτα, ούτε αυτοί δεν έχουν λύση).

Ένας από τους παλιούς, τους πιο έμπειρους, έπαιξε την κίνηση του, χτύπησε το ρολόι και βγήκε για λίγο έξω, μέχρι να σκεφτεί ο αντίπαλος του.
Μετά από λίγο, άκουσε κάποιον να σέρνει τα βήματα του προς το μέρος του. Έστρεψε το βλέμμα προς την πόρτα. Ήταν ένας από τους πιτσιρικάδες, το νέο αίμα του συλλόγου. Θα ‘ταν δεν θα ‘ταν 8 χρονών. Πλησίαζε αργά, με το κεφάλι κάτω.
«Τι έπαθες ρε μικρέ;»
«Είχα …είχα καλή θέση. Αλλά ….αλλά έστησα τη βασίλισσα μου…»
«Χα χα!» – γέλασε ο παλιός καθώς χάιδευε τον μικρό στο κεφάλι – «και γι’ αυτό κάνεις έτσι; Έχεις να στήσεις πολλές ακόμα!»
«Έστηνες και συ, όταν ήσουν αρχάριος;» κάτι έλαμψε στο βλέμμα του μικρού, καθώς του γεννιόταν η ελπίδα πώς δεν ήταν ο μόνος.
«Ουουου! Έχω στήσει εγώ βασίλισσες! Τόσες που νομίζω πώς έχω εξασφαλίσει για το υπόλοιπο της ζωής μου το μένος του γυναικείου φύλου!»
 
 
32 κομμάτια. 30 αρσενικοί και μόλις 2 θηλυκά. Κι όμως ικανά να κάνουν την σκακιέρα άνω κάτω.
Μια τέτοια κυρία, τοποθετημένη σε κεντρικό τετράγωνο, ελέγχει 27 τετράγωνα! Σχεδόν την μισή σκακιέρα! Την ώρα που ένας φτωχός πύργος μπορεί να ελέγξει μόλις 14, ενώ ο κακομοίρης ο «τρελός» στο κέντρο της σκακιέρας μπορεί να ελέγξει το πολύ 13, ο δε «βαρύς μάγκας» ιππότης, από το κέντρο (που είναι και γι’ αυτόν η καλύτερη θέση) ελέγχει μόλις 8 τετράγωνα. Ο δύσμοιρος στρατιώτης, ελέγχει μόνο 2 (εκτός απ’ αυτούς  της α και θ στήλης που ελέγχουν μόλις 1), ενώ η «αυτού υψηλότης» – ναι, αυτός ο τεμπέλαρος που έχει τους άλλους να τρέχουν για πάρτη του – στην καλύτερη θέση του ελέγχει 8, αλλά αυτός έτσι κι αλλιώς την περισσότερη ώρα είναι αραγμένος στην φωλίτσα του, για να αποφύγει τα εχθρικά πυρά και συνήθως μόνο στα φινάλε ξεπορτίζει. Μην τα πολυλογούμε.  Η «κυρία» κάνει κουμάντο στο παιχνίδι (και όχι μόνο σ’ αυτό, για να λέμε την αλήθεια).
Αλλά αυτή η αρχόντισσα, δεν υπήρχε από την αρχή στο σκάκι. Εισέβαλε πολύ αργότερα.
Στην ανατολή (από την οποία πέρασε το σκάκι στην Ευρώπη), την θέση της είχε ένα κομμάτι που ονομαζόταν «Φιρζάν» και ήταν πολύ αδύναμο. (καμιά σχέση με την τρομοκράτισσα). Κατόπιν αυτό το κομμάτι μετονομάστηκε «βεζίρης» και πάλι με μειωμένες δυνατότητες.
Γύρω στο 1500, κάνει την εμφάνιση της η βασίλισσα στα 64 ασπρόμαυρα τετράγωνα. Αρχικά με μειωμένες δυνατότητες κίνησης, ώσπου σιγά σιγά φτάσαμε στην δυνατότητα κινήσεων που έχει και σήμερα. Πολλοί ερευνητές της ιστορίας του σκακιού, συνδέουν την αυξητική τάση στην δύναμη της σκακιστικής βασίλισσας, με την αντίστοιχη αύξηση εξουσιών που απέκτησαν οι βασίλισσες στις αναγεννησιακές βασιλικές αυλές. Κάτι πολύ πιθανό, αν αναλογιστούμε ότι το σκάκι τότε, παιζόταν αποκλειστικά στις βασιλικές αυλές.
Οι αλλαγές στα κομμάτια, αντικατόπτριζαν κάθε φορά το κοινωνικό στάτους, πράγμα που ενισχύει στην περίπτωση της βασίλισσας, την αρχική υπόθεση.

Οι αρχάριοι παίχτες, μόλις μάθουν σκάκι, αρχίζουν να παίζουν βγάζοντας νωρίς την βασίλισσα τους στο παιχνίδι γιατί θέλουν να κάνουν αμέσως ματ.

Μόλις αρχίσουν να γνωρίζουν το παιχνίδι συστηματικά, αρχίζουν να γνωρίζουν και τον «τρόμο της βασίλισσας».

Είναι πολύ καλή, αλλά δυστυχώς έχει κι ο αντίπαλος μία. Φοβούνται να κινήσουν την δική τους, μην την χάσουν, κι έτσι μοιάζει με άχρηστο όπλο, την ίδια ώρα που αισθάνονται ότι  η άλλη  θα καταπιεί την σκακιέρα ολόκληρη. Μετά ακούνε τον προπονητή να φωνάζει:
«Μην βγάζετε νωρίς την βασίλισσα στο άνοιγμα, χωρίς σοβαρό λόγο! Ο αντίπαλος θα εκμεταλλευτεί αυτήν την έξοδο, βγάζοντας κομμάτια που θα απειλούν την βασίλισσα. Εσείς θα την μετακινείτε και αυτός θα βγάζει και άλλο κομμάτι. Στο τέλος θα έχει αναπτύξει όλο το στρατό του, ενώ εσείς το μόνο που θα έχετε πετύχει, θα είναι να κουνάτε την βασίλισσα πέρα δώθε. Και θα έχετε χαμένη θέση πριν ακόμα το καταλάβετε». Πράγματι, η ισχύς της, είναι ταυτόχρονα και η αδυναμία της. Είναι το ισχυρότερο κομμάτι, άρα όταν απειληθεί, θα πρέπει να οπισθοχωρήσει σε ασφαλές τετράγωνο. Δεν μπορεί να μείνει εκτεθειμένη στον κίνδυνο, διότι ο αντίπαλος θα έδινε οποιοδήποτε κομμάτι του για να την αιχμαλωτίσει. Αυτός ο «τρόμος της βασίλισσας» οδηγεί συχνά τους νέους παίχτες να επιδιώκουν μια γρήγορη αλλαγή βασιλισσών από το άνοιγμα. Μόλις φύγουν απ’ το τραπέζι οι «διαβολικές γυναίκες» αισθάνονται πιο ασφαλείς. Φεύγει ένα άγχος, μπορούν να παίξουν σκάκι πιο ελεύθερα. Ωραία, ξεφορτωθήκατε τις δύο ντάμες γρήγορα, αλλά για πείτε μου τι θα κάνετε με τις υπόλοιπες 16 εκκολαπτόμενες;
Δεν είναι λοιπόν μονάχα 2! Είναι άλλες 16, καμουφλαρισμένες με την ταπεινή μορφή ενός στρατιώτη! Όπως γράφει σε ένα βιβλίο του και ο Γιάσερ Σεϊράβαν, απευθυνόμενος προς αρχαρίους: «Προσέχετε τα πιόνια σας. Είναι μωρά βασίλισσες!». Αυτή κι αν είναι τραγωδία! Να είσαι ένας αδύναμος στρατιώτης, στηπρώτη γραμμή. Να σε δέρνουν οι θύελλες και οι κατατρεγμοί σε όλη την παρτίδα. Ύπουλοι αξιωματικοί να σε λοξοκοιτάζουν. Ιππότες να απειλούν με τις λόγχες τους. Απόρθητα κάστρα να ορθώνονται εμπρός σου. Είσαι και το ξέρεις, εντελώς χαμένος. Μα δεν σου μένει άλλος δρόμος. Βάζεις το κεφάλι κάτω και με το αργό βήμα σου, στοχεύεις την τελευταία γραμμή.
«Έτσι και φτάσω ως εκεί, θα σας δείξω εγώ!». Και ναι! Κάποιοι φτάνουν! Και τότε συντελείτε η μεταμόρφωση! Το ταπεινό πιονάκι, ο κυνηγημένος και φοβισμένος στρατιώτης γίνεται …βασίλισσα! Τι τίμημα όμως κι αυτό! Έφτασε ως την τελευταία γραμμή με αίμα και τώρα για να απολαύσει τους καρπούς της ισχύως και της εξουσίας θα πρέπει να …αλλάξει φύλο!
Με τον καιρό βέβαια, ο φόβος φεύγει και οι νέοι παίχτες την αντιμετωπίζουν σαν ένα κομμάτι όπως όλα τα άλλα.
Παρ’ όλα αυτά,  υπάρχουν αρκετές φαλλοκρατικές βαριάντες ανοιγμάτων, στις οποίες προβλέπεται η αλλαγή βασιλισσών σε πρώιμο στάδιο, ήδη από το άνοιγμα.  Βγάζουμε τις γυναίκες από τη μέση και παίζουμε…αντρικό σκάκι! (Και τι θα κάνατε μωρέ σε έναν κόσμο χωρίς γυναίκες; Μια σκακιέρα χωρίς ντάμες, είναι μια φτωχή σκακιέρα).
Στα προηγούμενα χρόνια, η βασίλισσα (η αλήθεια είναι όχι μόνο αυτή) έπεσε θύμα και μιας άλλης συνήθειας. Όταν περιόδευαν οι μεγάλοι σκακιστές και επισκέπτονταν τις τοπικές λέσχες σκακιστών, έπαιζαν τις λεγόμενες «παρτίδες μεχάντικαπ». Ξεκινούσαν με μειωμένο υλικό, για να διατηρεί κάποιες ελπίδες και ο ερασιτέχνης να το παλέψει κάπως. Τίποτα παραπάνω. Αρκετά συχνά, έβγαζαν την βασίλισσα τους απ’ τη σκακιέρα, πριν ξεκινήσει το παιχνίδι. Μάλιστα, ο Καπαμπλάνκα, παρεξηγήθηκε μια φορά, εξ αιτίας αυτής της συνήθειας. Ο μεγάλοςΚάπα περιόδευε στην Ευρώπη. Σε κάποιο σταθμό της περιοδείας του, στην Πολωνία –αν δεν κάνω λάθος – σε μια τοπική λέσχη, ένας ερασιτέχνης ζήτησε μια παρτίδα με τον παγκόσμιο πρωταθλητή. Ο Κάπα φυσικά δέχθηκε, αλλά μόλις κάθισαν μπροστά στο τραπέζι, όπου είχε στηθεί η σκακιέρα, αρπάζει την βασίλισσα του, βγάζοντας την έξω από την σκακιέρα, τηρώντας απλώς την παράδοση των ισχυρών παιχτών να παίζουν με υλικό μειονέκτημα απέναντι σε πιο αδύνατους. Έλα όμως που ο άλλος δεν «μάσαγε» ούτε μπροστά στον παγκόσμιο πρωταθλητή: «Τι κάνεις εκεί; Πώς μεπροσβάλεις έτσι; Γύρνα πίσω την βασίλισσα. Μπορώ να σε νικήσω και με αυτήν». Ο Κάπα δεν έχασε την ψυχραιμία του: «Κύριε μου, αν μπορούσατε να με νικήσετε, θα σας ήξερα» του είπε τοποθετώντας πίσω την βασίλισσα και συντρίβοντας τον.

Κατά την ρομαντική ειδικά εποχή του παιχνιδιού (αλλά και αργότερα), όπου οι θυσίες ήταν κάτι σαν επιβεβλημένο (οι σκακιστές θεωρούσαν υποχρέωση τους να θυσιάσουν, για να καταδείξουν την επιβολή του πνεύματος πάνω στην ύλη. Μια νίκημε υλικό πολύ λιγότερο, σήμαινε απλά τον θρίαμβο του πνεύματος) οι θυσίες βασίλισσας ήταν συχνότερο φαινόμενο. Βέβαια, για να λέμε τα πράγματα με το όνομα τους, αυτές οι θυσίες βασίλισσας ήταν και τότε και τώρα, ουσιαστικά«ψευδοθυσίες». Ο παίχτης που θυσιάζει βασίλισσα, έχει άμεσο ματ σε κάποιες κινήσεις (ή νομίζει ότι έχει. Συμβαίνει κι αυτό, πιστέψτε με, το ξέρω από πρώτο χέρι), ή εντελώς κερδισμένη θέση μετά την θυσία. Πραγματικές θυσίες, με ρίσκο, είναι οι λεγόμενες στρατηγικές θυσίες «διαφοράς». Όταν δηλαδή προσφέρεται πύργος για αξιωματικό ή ίππο ή προσφέρεται ένα ελαφρό κομμάτι (ίππος ή αξιωματικός) για ένα ή δύο πιόνια ή οι θυσίες ενός πιονιού. Αυτές οι θυσίες, δεν παρέχουν άμεσο αντάλλαγμα. Γίνονται για να αποκτηθεί κάποιο στρατηγικό πλεονέκτημα (καλύτερος έλεγχος κάποιου συγκεκριμένου σημείου ή των τετραγώνων ενός χρώματος, κέρδος χρόνου, πρωτοβουλία, δημιουργία αδυναμιών στην αντίπαλη άμυνα κτλ) το οποίο θα προσπαθήσει μετά ο παίχτης να  αξιοποιήσει σιγά σιγά στην πορεία. Γι’ αυτό είναι και πολύ πιο δύσκολες θυσίες, καθώς πρέπει να υπολογιστούν πάρα πολλές βαριάντες με ακρίβεια και να ακολουθήσει «χειρουργικό» παιχνίδι. Ενώ μια θυσία, που δίνει φορσέ ματ σε μερικές κινήσεις και ποιος δεν θα την έκανε (αρκεί να την έβλεπε βέβαια πρώτα. Εγώ συνήθως τις βλέπω μόνο μετά, στην «νεκροψία». Αλλά κανείς δεν κέρδισε παρτίδα στην ανάλυση). Όπως και να ‘χει, είναι εντυπωσιακό να βλέπεις έναν παίχτη να δίνει την βασίλισσα του.

Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα εδώ, είναι η φημισμένη «Αθάνατη παρτίδα» του Άντερσεν, παιγμένη στο περιθώριο του τουρνουά του Λονδίνου στα 1851, απέναντι στον Κιζερίτσκι. Μια μυθική παρτίδα, που γοητεύει για πάντα τους σκακιστές. Ο Άντερσεν θυσιάζει σχεδόν τα πάντα (και τους 2 πύργους του) πριν θυσιάσει και την βασίλισσα, φτάνοντας σε εντυπωσιακό ματ. Στην τελική θέση υπάρχουν μόνο 3 λευκά κομμάτια, δύο ίπποι και ένας αξιωματικός, που δίνουν το ματ. Από την άλλη, υπάρχουν ΟΛΑ τα μαύρα κομμάτια: βασίλισσα, 2 πύργοι, 2 ίπποι, 2 αξιωματικοί! Μόνο πιόνια έχει χάσει ο Κιζερίτσκι. Και όμως γίνεται ματ! Εντυπωσιακή εικόνα στην τελική θέση, με όλο τον μαύρο στρατό ακινητοποιημένο στις γωνιές της σκακιέρας, να παρακολουθεί 3 λευκά κομμάτια να κάνουν ματ. Η βασίλισσα θυσιάζεται στην προτελευταία κίνηση.
 
 
 
Άλλη μια εκπληκτική θυσία βασίλισσας, συνέβη στην παρτίδα Λεβίτσκι – Μάρσαλ, το 1912, όπου ο τρομερός Φρανκ Μάρσαλ παίζει ίσως την εντυπωσιακότερη κίνηση στην ιστορία του σκακιού: 23…Qg3!

Η  μαύρη ντάμα, προσφέρεται ως αμνός καθώς μάλιστα «στουκάρει» σε κενό τετράγωνο, ενώ ο λευκός έχει τρεις δυνατότητες κοψίματος, αλλά φευ… και οι τρεις χάνουν. Ακόμα όμως κι αν ο Λεβίτσκι δεν αποδεχθεί των Δαναών τα δώρα, πάλι χάνει! Οπότε εποίησε σοφά εγκαταλείποντας.
«Μαύρη μαγεία» από τον Μάρσαλ.
 
 
 
Εκτός των θυσιών, η μοίρα των βασιλισσών τους επιβάλλει να δεχθούν συχνά και μια αντίζηλο να συνυπάρχει μαζί τους στην σκακιέρα. Η διγαμία (ή και παραπάνω) επιτρέπεται στο σκάκι για τους μονάρχες.
Δύο τέτοιες παρτίδες, όπου εμφανίστηκαν στην σκακιέρα 4 βασίλισσες, 2 λευκές και 2 μαύρες, μετατρέποντας τους βασιλιάδες σε σουλτάνους στο χαρέμι, είναι η παρτίδα μεταξύ του Μπόμπι Φίσερ και του Τίγκραν Πετροσιάν το 1959 στο Ζάγκρεπ και  η παρτίδα του Αλεξάντερ Μπελιάβσκι και του Μάρκ Ταϊμάνοβ, παιγμένη στην Μόσχα το 1979.
 
 
 
Υπάρχουν και παρτίδες με 5 βασίλισσες πάνω στην σκακιέρα! Κι αν αυτή του Αλιέχιν θεωρείται κατασκευασμένη, η παρακάτω είναι απολύτως αληθινή και πρόσφατη σχετικά,  παιγμένη το 1994 μεταξύ των Mackic και Maksimenko, για να δείτε ότι συμβαίνουν και στις μέρες μας …τέτοια πράγματα. 
 
 
Το 1882,  ο Mason έπαιζεμε τα μαύρα εναντίον του McKenzie. Από την 72η κίνηση ως την 144η, αποφάσισε να δείξει την λατρεία του προς την βασίλισσα του, αγνοώντας τα υπόλοιπα κομμάτια του και παίζοντας μόνο με αυτήν. Αυτό είναι και το ρεκόρ για συνεχόμενες κινήσεις του ίδιου κομματιού σε παρτίδα.

Το 1969 ο Κeres, μαύρος εναντίον του Westerinen και με κομμάτι κάτω, αποφάσισε να δείξει στον Φιλανδό τι εστί διαρκές σαχ. Από την 38η μέχρι την 75η κίνηση ο Πολ έδεινε ανελέητα σαχ με ότι του είχε απομείνει, δηλαδή με τη βασίλισσα του. Έκανε ένα μικρό διάλλειμα στην 76η και κατόπιν εξακολούθησε το βιολί του μέχρι την 80η, όταν ο Westerinen, προφανώς απηυδισμένος, συμφώνησε την ισοπαλία. 

 
Κάποτε, ένας σκακιστής, κινδύνευε να χάσει την βασίλισσα του. Τελικά έχασε την παρτίδα, αλλά όχι και το χιούμορ του, καθώς δήλωσε αμέσως μετά: «Ευτυχώς πρόλαβα και έγινα ματ, αλλιώς θα έχανα τη βασίλισσα μου!»
 
Οι αρχόντισσες των 64 τετραγώνων θα είναι πάντα εκεί, διασχίζοντας σαν αστραπή τις κάθετες και τις διαγώνιους, απειλώντας τους πάντες και τα πάντα, κάνοντας ματ ή πέφτοντας ηρωικά, για να μας θυμίζουν ίσως πώς μια γυναίκα κρύβει μέσα της την σωτηρία αλλά και την καταστροφή ταυτόχρονα. Όμως όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα, σημασία έχει να ευχαριστηθούμε το παιχνίδι.
Κι όπως έγραψε ο Μανώλης Αναγνωστάκης:
«Έλα να παίξουμε! Θα σου χαρίσω την βασίλισσα μου…»





Older Entries