2o ΣΚΑΚΙΣΤΙΚΟ ΠΡΩΤΑΘΛΗΜΑ ΑΝΩΓΕΙΩΝ – Πρωταθλητής του σωματείου ο Γιάννης Μαρής

Σχολιάστε

Πρωταθλητής Ανωγείων με το απόλυτο 7/7 ανακηρύχτηκε ο Fide Master Γιάννης Μαρής, ταυτόχρονα σχεδόν με την ολοκλήρωση της μεταγραφής του από τον ΟΦΗ στον ΣΟ Ανωγείων. Ο Γιάννης έπαιξε χωρίς αμφιβολία το καλύτερο σκάκι σε όλη τη διάρκεια του πρωταθλήματος και είναι δίκαια ο νέος πρωταθλητής Ανωγείων. Την 2η θέση κατέκτησε ο Σταύρος Λυράκης, με 6 βαθμούς, ο οποίος τίμησε με την παρουσία του τη διοργάνωση και τον ευχαριστούμε πολύ για την συμμετοχή του. Στην 3η θέση βρέθηκε ο Μανόλης Νταγιαντάς με 5 βαθμούς, ενώ 4ος τερμάτισε ο Γιώργης Νταγιαντάς με 4 για τον οποίο το συγκεκριμένο πρωτάθλημα μπορεί να χαρακτηριστεί ως πλήρως επιτυχημένο, καθώς μπήκε στο τουρνουά χωρίς έλο και βγαίνει με 1583 διεθνές, ενώ ίσως έπαιξε και την πιο όμορφη κίνηση του πρωταθλήματος, όταν στην 19η κίνηση του τελευταίου γύρου «ανακάλυψε» το 19. Bh3.
Στους 4 βαθμούς επίσης, ισοβάθμησαν οι Γιάννης Χαιρέτης, Γιώργος Χαιρέτης και Γιάννης Μέμος. Μετά την άρση των ισοβαθμιών, ο Γιάννης Χαιρέτης κατέκτησε το χρυσό μετάλλιο στην ηλικία κάτω των 18 ετών, ενώ το αργυρό κατέκτησε ο Γιώργος Χαιρέτης και το ασημένιο ο Γιάννης Μέμος. Την δεκάδα συμπλήρωσαν ισοβαθμώντας στους 3,5 βαθμούς οι Γιώργος Καλλέργης (8ος μετά από ένα πολύ καλό τουρνουά), Δημήτρης Νταγιαντάς (9ος) και Μανόλης Φασουλάς (10ος, διεκδικούσε το χάλκινο μετάλλιο μέχρι τον τελευταίο γύρο).
Στην τελετή λήξης, την απονομή στους 3 πρώτους νικητές έκανε ο Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Ανωγείων κ. Κονιός Δημήτρης, ο οποίος τίμησε με την παρουσία του την διοργάνωση και τον ευχαριστούμε γι’ αυτό. Στους 3 νικητές κάτω των 18 ετών την απονομή έκανε ο πρωτεργάτης του Ανωγειανού σκακιού Μανόλης Φασουλάς.
Ας δούμε αναλυτικά τι έγινε στον τελευταίο γύρο, ο οποίος ήταν αφιερωμένος στον φοβερό και τρομερό Βίκτωρ Κορτσνόι:
1. FIDE MASTER Μαρής Ιωάννης – Νταγιαντάς Δημήτρης 1 – 0 (Γκαμπί της Βασίλισσας μη αποδεκτό, Σλαβική άμυνα D11)
Ο Γιάννης Μαρής, κερδίζοντας και στον έβδομο γύρο πέτυχε το απόλυτο 7/7 και κατέκτησε το πρωτάθλημα χωρίς να παραχωρήσει ούτε ισοπαλία. Είναι πολύ σημαντικό για τον ΣΟ Ανωγείων να έχει στις τάξεις του τον Γιάννη Μαρή, όχι μόνο ως παίχτη αλλά και ως πρώτο προπονητή του συλλόγου.
2. Νταγιαντάς Γιώργης – Λυράκης Σταύρος 0 – 1 (Άνοιγμα Ρέτι Α04)
Πολύ όμορφη παρτίδα, με μεγάλη ένταση. Σίγουρα η καλύτερη παρτίδα του Γιώργη στο τουρνουά, παρά την ήττα. Το 19.Bh3 ήταν μαγική στιγμή. Ο Σταύρος χρειάστηκε να επιστρατεύσει όλη την πείρα και την γνώση του στα φινάλε για να κερδίσει τελικά την παρτίδα με εντυπωσιακό τρόπο στο τέλος. Νίκη που του εξασφάλισε την 2η θέση και το ασημένιο μετάλλιο με 6 βαθμούς.
3. Νταγιαντάς Μανόλης – Φασουλάς Μανόλης 1 – 0 (Μη αποδεκτό γκαμπί της Βασίλισσας, Σλαβική Άμυνα D15)
Ο νικητής θα έπαιρνε την 3η θέση και το χάλκινο μετάλλιο. Αυτό το ήξεραν και οι δύο. Ως αποτέλεσμα η μάχη άναψε νωρίς καθώς και οι δύο παρατάξεις αναζητούσαν τη νίκη και μόνο. Τα μαύρα επιτέθηκαν πρώιμα. Η βασίλισσα τους αποκομμένη από το υπόλοιπο στράτευμα, έγινε στόχος ενός μακρόπνοου σχεδίου των λευκών για τον εγκλωβισμό της. Εν τέλει τα λευκά κατάφεραν να υλοποιήσουν το σχέδιο με όμορφο τρόπο και να παγιδεύσουν την μαύρη ντάμα κερδίζοντας την παρτίδα και την 3η θέση.
4. Χαιρέτης Γιώργος – Χαιρέτης Γιάννης ½ – ½ (Ρουί Λοπέζ C80)
Ισοπαλία ήταν το αποτέλεσμα στην αναμέτρηση των δύο αδερφών, με το οποίο και οι δύο έκλεισαν ένα επιτυχημένο τουρνουά που τους έφερε στην 1η και 2η θέση κάτω των 18 ετών.
5. Μέμου Ευαγγελία – Μέμος Γιάννης 0 – 1 (Σικελική Άμυνα, επιταχυνόμενος Δράκος Β34)
Με νίκη έκλεισε το τουρνουά του ο Γιάννης Μέμος, με την οποία έφτασε τους 4 βαθμούς και κατέκτησε το χάλκινο μετάλλιο κάτω των 18 ετών.
6. Καλλέργης Γιώργης – Κονιός Χάρης 1 – 0 (Ινδική Άμυνα του Βασιλιά, βαριάντα Πετροσιάν Ε93)
Συναρπαστική παρτίδα, συγκέντρωσε αρκετούς θεατές κοντά της. Τα λευκά απέκτησαν υπεροχή από το άνοιγμα και ολοκλήρωσαν με μια εντυπωσιακή θυσιαστική επίθεση που κατέληξε σε ματ.
7. Σαλούστρος Κώστας – Κακαζιάνη Τζούλια 0 – 1 (Ιταλική Παρτίδα C50)
Σε κερδισμένο φινάλε οδήγησαν την παρτίδα τα μαύρα και πήραν τον πόντο, φτάνοντας στους 3 βαθμούς και στην 11η θέση στο πρωτάθλημα.
8. Σαλούστρου Δέσποινα – Μιρζάκ Βαλέρια 1 -0 (Ρουί Λοπέζ, βαριάντα αλλαγής C68)
Με μια όμορφη νίκη ολοκλήρωσε η Δέσποινα το μεστό τουρνουά που έκανε, συγκεντρώνοντας συνολικά 3 βαθμούς και κατακτώντας την 12η θέση.
9. Σφυρή Ολυμπία – Κονιός Γιώργος 1 – 0 (Ρουί Λοπέζ βαριάντα Κορντέλ C64)
Μαχητικά έπαιξε η Ολυμπία όλες τις παρτίδες της και αυτή η νίκη ήρθε ως επιστέγασμα των προσπαθειών της. Πολύτιμες εμπειρίες πήρε από την συμμετοχή του στο πρωτάθλημα ο μικρός Γιώργος Κονιός, ο οποίος ευχαριστιέται το παιχνίδι και αγωνίζεται με μεγάλη όρεξη. Σίγουρα το μέλλον θα τον βρει ισχυρότερο.
ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΝΙΚΗΤΩΝ
Οι τρεις νικητές του τουρνουά, αμέσως μετά την απονομή δήλωσαν:
FM Γιάννης Μαρής (1η θέση): «Αγωνιστήκαμε σε ένα ευχάριστο περιβάλλον, ενώ το πρωτάθλημα είχε πολύ καλή οργάνωση και ο χώρος αγώνων ήταν καλός. Τα αφιερώματα στους σκακιστές και το υλικό που μοιράστηκε ήταν πολύ ενδιαφέροντα και έδωσαν άλλο χρώμα στην διοργάνωση. Από σκακιστική/αγωνιστική σκοπιά, πιστεύω πως παίχθηκαν ενδιαφέρουσες παρτίδες. Τις εξετάζω ήδη μία προς μία, κυρίως για το άνοιγμα, διότι φυσικά εκτός από τις δικές μου με ενδιαφέρουν και οι υπόλοιπες ως προπονητή της ομάδας. Θα τις εξετάσω και θα βγάλω χρήσιμα συμπεράσματα για τον καθένα. Ποια είναι τα δυνατά του σημεία, τι χρειάζεται να διορθωθεί. Θα κάνουμε σοβαρή δουλειά με τα παιδιά και αν δουλέψουν και εκείνα, οι δυνατότητες βελτίωσης που υπάρχουν είναι μεγάλες. Το πρωτάθλημα ήταν μια πολύ ευχάριστη εμπειρία και χαίρομαι που η ολοκλήρωση του συνέπεσε με την ολοκλήρωση της μεταγραφής μου στον ΣΟ Ανωγείων».
Σταύρος Λυράκης (2η θέση): «Ήταν ένα πολύ ωραίο πρωτάθλημα με πολύ ωραία ατμόσφαιρα. Θέλω να δώσω συγχαρητήρια σε όλους, στο σύλλογο, στην ομάδα των Ανωγείων που είναι κάτι περισσότερο από ομάδα. Πάντοτε νιώθω σαν στο σπίτι μου στα Ανώγεια, καθότι και κοντοχωριανός».
Μανόλης Νταγιαντάς (3η θέση): «Πρώτα πρώτα θέλω να δώσω συγχαρητήρια σε όλους τους συμμετέχοντες, γιατί όλοι προσπάθησαν και όλοι μαζί πετύχαμε να έχουμε μια πολύ ευχάριστη διοργάνωση και να περάσουμε καλά. Συγχαρητήρια φυσικά θέλω να δώσω στον Γιάννη Μαρή και τον Σταύρο Λυράκη για την επιτυχία τους. Ο Γιάννης είναι πια μέλος της ομάδας, κάτι που μας κάνει όλους χαρούμενους. Στον Σταύρο θέλω να πω ένα μεγάλο ευχαριστώ εκ μέρους όλου του ΣΟ Ανωγείων, γιατί πραγματικά τίμησε με την παρουσία του το πρωτάθλημα μας και θέλουμε να του ευχηθούμε κάθε επιτυχία στις προσπάθειες του. Συγχαρητήρια επίσης στον Γιώργη Νταγιαντά, ο οποίος γίνεται ο 9ος χρονικά σκακιστής του συλλόγου που επιτυγχάνει διεθνή αξιολόγηση και μάλιστα γίνεται το 3ο έλο της ομάδας. Συγχαρητήρια στον Γιάννη Χαιρέτη, στον Γιώργο Χαιρέτη και τον Γιάννη Μέμο για την κατάκτηση των μεταλλίων στην κατηγορία κάτω των 18 ετών. Ένα ευχαριστώ οφείλουμε όλοι οι αγωνιζόμενοι και στον διαιτητή Μιχάλη Νταγιαντά ο οποίος ήταν πανταχού παρόν εξυπηρετώντας όλες τις ανάγκες μας και κάνοντας ότι περνάει από το χέρι του για να μας διευκολύνει. Θέλω επίσης να ευχαριστήσω την Τζούλια διότι κάλυψε φωτογραφικά άλλη μια διοργάνωση ενώ έπαιζε ταυτόχρονα. Εκ μέρους όλου του ΣΟ Ανωγείων να ευχαριστήσω τον Δήμαρχο Ανωγείων κ. Μανόλη Καλλέργη και τον Πρόεδρο του Δημοτικού Συμβουλίου κ. Κονιό Δημήτρη γιατί τίμησαν με την παρουσία τους το πρωτάθλημα μας στην τελετή έναρξης και λήξης αντίστοιχα.  Ένα μεγάλο ευχαριστώ οφείλω επίσης στον Διενθνή Μετρ και προπονητή Ηλία Κουρκουνάκη για την σημαντική συμβολή του στα αφιερώματα που αφορούσαν τον Κέρες και τον Μπρονστάιν. Εύχομαι καλή επιτυχία στα επόμενα ατομικά τουρνουά που θα ακολουθήσουν αλλά και στο διασυλλογικό πρωτάθλημα της Γ Εθνικής που θα αγωνιστούμε».
Ακόμα μία διοργάνωση του ΣΟ Ανωγείων ολοκληρώθηκε με πλήρη επιτυχία. Συνεχίζουμε με τις προπονήσεις στα τμήματα των ακαδημιών. Συνεχίζουμε προωθώντας το σκάκι στο Δημοτικό Σχολείο Ανωγείων σε συνεργασία με τα Ιδρύματα Κασπάροβ (Kasparov Chess Foundation) και Νιάρχος (θα ακολουθήσει ξεχωριστή ανακοίνωση για αυτή την πολύ μεγάλη επιτυχία να είναι το Δημοτικό Σχολείο Ανωγείων ένα από αυτά που επιλέχθηκαν για την εφαρμογή του προγράμματος). Συνεχίζουμε αγωνιζόμενοι στα ατομικά τουρνουά και στο Διασυλλογικό. Συνεχίζουμε με το 4ο Διεθνές τουρνουά το καλοκαίρι του 2015… Συνεχίζουμε με πάθος για το σκάκι και αγάπη για την συλλογική προσπάθεια! Και η πόρτα μας είναι ανοιχτή σε όλους!
Η τελική βαθμολογία του πρωταθλήματος, έχει ως εξής:
1. Μαρής Γιάννης 7
2. Λυράκης Σταύρος 6
3. Νταγιαντάς Μανόλης 5
4. Νταγιαντάς Γιώργης 4
5. Χαιρέτης Γιάννης 4
6. Χαιρέτης Γιώργος 4
7. Μέμος Γιάννης 4
8. Καλλέργης Γιώργης 3,5
9. Νταγιαντάς Δημήτρης 3,5
10. Φασουλάς Μανόλης 3,5
11. Κακαζιάνη Τζούλια 3
12. Σαλούστρου Δέσποινα 3
13. Κονιός Χάρης 2,5
14. Μέμου Ευαγγελία 2,5
15. Μιρζάκ Βαλέρια 2
16. Σαλούστρος Κώστας 2
17. Σφυρή Ολυμπία 1,5
18. Κονιός Γιώργος 1

Βαθμολογία, Αποτελέσματα και Κληρώσεις, ΕΔΩ

Γκάρι Κίμοβιτς Κασπάροβ (μέρος Δ’)

Σχολιάστε

Καινοτομία

Εκείνος ο πρώτος τελικός,  άφησε πίσω του μια τεταμένη ρευστότητα και μια γεμάτη αγωνία υπομονή. Κάτι είχε αλλάξει, αυτό ήταν βέβαιο. Ο Ανατόλι Κάρποβ είχε χάσει μια ανεπανάληπτη ευκαιρία, όχι μόνο να διατηρήσει τον τίτλο του, αλλά και να αποκτήσει τεράστιο ψυχολογικό -τουλάχιστον- πλεονέκτημα σε οποιαδήποτε πιθανή μελλοντική αναμέτρηση με τον Κασπάροβ. Αντίθετα ο διεκδικητής είχε αποκομίσει τα περισσότερα οφέλη. Ποιος να του το έλεγε, όταν το σκορ ήταν στο 4-0 ή στο 5-0 εις βάρος του, ότι τελικά θα επιβίωνε απ’ αυτό το ματς και μάλιστα θα κέρδιζε και τις εντυπώσεις στο μεγαλύτερο μέρος του σκακιστικού κόσμου, μετά τη διακοπή του τελικού.

Τα σημαντικότερα όμως ήταν άλλα για τον Κασπάροβ. Αυτά τα περιβόητα «48 δωρεάν μαθήματα» ήταν όντως μαθήματα. Θα έλεγε κανείς πώς ο Γκάρι έπαιξε ένα μαραθώνιο ματς προετοιμασίας με τον ίδιο τον παγκόσμιο πρωταθλητή, πριν πάει να τον αντιμετωπίσει στ’ αλήθεια. Είχε επίσης υποστεί την ψυχρολουσία. Ίσως τον Σεπτέμβριο του 1984 η εικόνα του Κάρποβ να προκαλούσε δέος στον νεαρό Γκάρι.  Έναν χρόνο αργότερα, τον να τον βλέπει απέναντι του ήταν απλά ρουτίνα.

Tchaikovsky Hall

Tchaikovsky Hall

Στις 3 Σεπτεμβρίου του 1985, στο επιβλητικό μέσα στην ατσουμπαλοσύνη του Tchaikovsky Hall στη Μόσχα, οι δύο μονομάχοι ξεκίνησαν το ματς για το παγκόσμιο πρωτάθλημα. Ετούτος ο τελικός δεν θα μπορούσε εξ ορισμού να είναι ξανά ένας μαραθώνιος δίχως τέλος, καθώς η FIDE, θέλοντας να αποφύγει κάτι ανάλογο, όρισε ότι ο στόχος κάθε παίχτη είναι και πάλι οι 6 νίκες, αλλά με τον περιορισμό των 24 παρτίδων.

Ο παγκόσμιος πρωταθλητής είχε φτάσει στα 34 του χρόνια, ενώ το elo του εκείνη τη στιγμή ήταν 2720. Την ομάδα του αποτελούσαν οι GM Μακαρίτσεφ και Ζάιτσεφ, ενώ βοηθούσαν και ο Έφιμ Γκέλερ με τον Εβγκένι Βασιούκοβ.

Ο Γκάρι Κασπάροβ ήταν 22 χρονών. Το elo του είχε φτάσει στο 2700. Στην ομάδα του, επίσημοι αναλυτές ήταν ο Νικίτιν και ο Ντόρφμαν, ο οποίος αντικατέστησε τον Τιμοσένκο.  Ο τελευταίος συνέχισε να βοηθάει την ομάδα, όπως και ο Βλαντιμίροβ. Επικεφαλής όλων αυτών, ήταν ο Γιούρι Ραζουβάεφ.

Στην πρώτη παρτίδα ο Κασπάροβ ήταν αυτή τη φορά ο λευκός. Ο Κάρποβ επέλεξε την Νιμζοϊνδική άμυνα. Το αποτέλεσμα αυτής της παρτίδας, έδειξε ξεκάθαρα ότι τα πράγματα είχαν αλλάξει. Ο Κασπάροβ, σχεδόν με «καρποφικό» στυλ, πήρε τη νίκη και τα ηνία του ματς. Οι δύο επόμενες παρτίδες έληξαν ισόπαλες, όμως στην 4η ο Κάρποβ, λευκός σε ένα μη αποδεκτό γκαμπί της βασίλισσας νίκησε και ισοφάρισε. Στην αμέσως επόμενη, ο παγκόσμιος πρωταθλητής με τα μαύρα, νίκησε ξανά τον Κασπάροβ σε μια κλειστή ισπανική.  Μέσα σε δύο παρτίδες, ο Κάρποβ αντέστρεψε την κατάσταση. Τώρα ήταν ο ίδιος ο οδηγός της κούρσας.  Ένα σερί 5 ισοπαλιών ακολούθησε και έτσι φτάσαμε στην 11η παρτίδα, σχεδόν στα μισά του ματς, με τον παγκόσμιο πρωταθλητή να προπορεύεται. Ως γνωστόν και η ισοπαλία θα ήταν αρκετή για να διατηρήσει τον τίτλο του. Όμως σ’ αυτήν ακριβώς την παρτίδα, ο Κάρποβ υπέπεσε σε ένα τακτικό λάθος, με αποτέλεσμα να εγκαταλείψει αμέσως. Το σκορ ήταν ισόπαλο.

Ο Κασπάροβ έκρινε ότι είχε φτάσει η ώρα να παρουσιάσει την σημαντικότερη καινοτομία που είχε ετοιμάσει. Ήξερε ότι ο Κάρποβ αμέσως μετά από μια ήττα, θα ήταν ακόμα περισσότερο επιφυλακτικός. Στην 12η παρτίδα του ματς, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά αυτό που ονομάστηκε «γκαμπί Κασπάροβ» στην Σικελική άμυνα. Τα μαύρα θυσιάζουν ένα πιόνι, αλλά είναι αρκετό το αντάλλαγμα;  Στον Κάρποβ δεν άρεσε αυτή η ιδέα. Αμέσως θεώρησε το γκαμπί «ύποπτο». Όμως κατάλαβε ότι ο αντίπαλος του και οι αναλυτές του έχουν προφανώς δουλέψει πολύ πάνω σ’ αυτή την ιδέα, ώστε να αποφασίσουν να την παρουσιάσουν, ώστε δεν άξιζε τον κόπο να ρισκάρει μια κατάρριψη αμέσως πάνω στη σκακιέρα, μόνος και αβοήθητος. Βρήκε έναν σύντομο δρόμο προς τη νούλα. Την κατάρριψη θα την έψαχνε αργότερα, με τους αναλυτές του.

Η 13η έληξε ισόπαλη. Στην 14η, ο Γκάρι μάλλον ήταν έτοιμος ξανά. Όχι κι ο «Τόλια» φαίνεται. Έπαιξε Nc3. Το γκαμπί του διεκδικητή θα μπορούσε να περιμένει. Όχι για πολύ όμως. Στην 15η ο Κάρποβ επέλεξε μια «Πετρόφ» (ή Ρώσικη, όπως προτιμάτε). Η παρτίδα έληξε ισόπαλη.

6...a6

Στην 16η ο παγκόσμιος πρωταθλητής επέμεινε στο 1.ε4. Ο Γκάρι απάντησε ξανά με την σικελική.  Στην 5η κίνηση, ο λευκός ίππος ήταν ξανά στο b5. O Κάρποβ έστρωνε το έδαφος στον διεκδικητή.  Τι θα είχε άλλωστε να φοβηθεί από ένα «ύποπτο γκαμπί». Ήταν ο απόλυτος μαέστρος στο να εκμεταλλεύεται και το παραμικρό πλεονέκτημα. Αυτές ήταν και οι αγαπημένες του θέσεις. Ένα απειροελάχιστο πλεονέκτημα με τα λευκά, που ήξερε όσο κανείς άλλος να το γιγαντώνει κίνηση με την κίνηση. Ένα πιόνι είναι ένα σημαντικό πλεονέκτημα. Προφανώς δούλεψαν αρκετά με τους αναλυτές του. Αποφάσισαν να επιτρέψουν στον Γκάρι να ξαναδώσει το πιόνι και να το πάρουν. Ο διεκδικητής είναι πια υποχρεωμένος να μην φτάσει ως το φινάλε.

8...d5

Ο Γκάρι έδιωξε πρώτα τον ίππο του β5 στην άκρη της σκακιέρας. Αμέσως μετά το 8.Na3 του Κάρποβ βυθίστηκε σε σκέψη. Πέρασαν αρκετά δεπτερόλεπτα. Γιατί άραγε; Η ιδέα ήταν έτοιμη εδώ και καιρό. Είχε ήδη παρουσιαστεί στην 12η παρτίδα. Είναι βέβαιο ότι δουλεύτηκε και μετά απ’ αυτήν. Δεν θα είχε κανένα νόημα να ελέγξει ξανά κάποιες βαριάντες εκείνη την ώρα. Κι όμως δαπάνησε παραπάνω από ένα λεπτό. Ίσως ήθελε να κορυφώσει την αυτοσυγκέντρωση του. Όπως και να ‘χει, τελικά στην 8η κίνηση «διέβη τον Ρουβίκωνα». 8…δ5. Το γκαμπί του Γκάρι. Τα ανταλλάγματα για το πιόνι ήταν τα πιο ενεργητικά μαύρα κομμάτια και ο έλεγχος των μαύρων τετραγώνων γύρω από την περιοχή της θυσίας. Ταυτόχρονα, ο –για αρκετό διάστημα τουλάχιστον- αποκλεισμένος Na3 δημιουργεί συνθήκες τεχνιτής υλικής υπεροχής των μαύρων στο κύριο μέτωπο της μάχης. Σημαντικό είναι και το γεγονός ότι άνοιξαν γραμμές και διαγώνιοι για τα μαύρα κομμάτια. Στον πυρήνα του στρατηγικού σχεδίου, βρίσκεται η εγκατάσταση ενός ίππου στο δ3, ο οποίος θα ελέγχει ολοκληρωτικά την περιοχή των λευκών.

Ο Κάρποβ πήρε το πιόνι. Νομίζω πώς το δικό του σχέδιο ήταν πολύ πιο απλό. Φινάλε με ένα πιόνι παραπάνω. Και τέλος!

16...Nd3

Ο Κασπάροβ αμέσως μετά την θυσία έπαιξε πάρα πολύ ενεργητικά, ακολουθώντας με συνέπεια το σχέδιο του. Πάρα πολύ γρήγορα έγινε φανερό ότι η θέση του Κάρποβ ήταν άσχημη και ολίσθαινε συνεχώς προς το «τραγική».  Ήδη στην 16η ο ίππος είχε εγκατασταθεί στο δ3. Ο Κάρποβ κρατιόταν από ότι του έδινε μια ελπίδα. Δηλαδή το παραπάνω πιόνι. Κι όσο έπαιζε γι’ αυτό, τόσο η θέση γίνονταν χειρότερη. Ουσιαστικά ο παγκόσμιος πρωταθλητής βρέθηκε σε θέση τσουγκτσβαχ, δεμένος χειροπόδαρα στρατηγικά. Όταν κατανόησε ότι το επιπλέον πιόνι ήταν τουλάχιστον άχρηστο, ήταν ακριβώς η στιγμή που παραδέχθηκε τη στρατηγική του χρεωκοπία σε όλη την παρτίδα. Στο τέλος έδωσε την βασίλισσα για τρία ελαφρά και κυρίως για να απαλλαγεί από τα – άλυτα- προβλήματα που του δημιουργούσε ο Νd3. Όμως ήταν αργά πια…

Ο Κασπάροβ παίζοντας μια πανέμορφη και θεαματική παρτίδα, με συνέπεια και ενεργητικότητα, πήρε κεφάλι στο σκορ, αλλά και στην ψυχολογική μάχη.

33...Ne4

Αυτή όμως η παρτίδα, δεν αφορούσε μονάχα τους δύο μονομάχους. Ήταν φανερό ότι επρόκειτο και για μονομαχία των δύο ομάδων αναλυτών. Και εκεί η ομάδα του Κασπάροβ έδειξε ότι είναι πιο αποτελεσματική και δουλεύει καλύτερα.

Ένα χρόνο αργότερα, ο Κάρποβ έπαιζε λευκός εναντίον του van der Wiel και επέτρεψε ξανά το «γκαμπί Κασπάροβ». Αυτή τη φορά έπαιξε 12.Βe3, μια κίνηση που εξουδετερώνει αμέσως το αντιπαιχνίδι στα μαύρα τετράγωνα. Η κίνηση αυτή προφανώς «ξέφυγε» και από τα δύο επιτελεία κατά την διάρκεια του τελικού. Ήταν η εποχή που οι «μηχανές» δεν είχαν ακόμα εισβάλει στην σκακιστική ζωή, τουλάχιστον όχι με τον καθοριστικό τρόπο που το έχουν κάνει σήμερα. Αν αυτό το ματς γίνονταν 20 χρόνια μετά, αυτή η παρτίδα, η οποία ψηφίστηκε ως η ωραιότερη της τριακονταετίας 1966 – 1996 σε διαγωνισμό του informator, απλά δεν θα υπήρχε.

Στο ματς όμως του 1985 ήταν η πιο καθοριστική. Μετά από αυτήν, ο Κασπάροβ ήταν βαθμολογικά και ψυχολογικά ο άρχοντας της αναμέτρησης. Στην 19η έκανε κι άλλη νίκη και βρέθηκε 2 βαθμούς μπροστά. Ο Κάρποβ προσπάθησε να επανέλθει και μείωσε στην 22η, αλλά δεν κατάφερε κάτι παραπάνω. Την 24η (ακόμα μια σικελική) την κέρδισε ξανά ο Κασπάροβ, για να στεφθεί πανυγιρικά παγκόσμιος πρωταθλητής. Ο νεότερος στην ιστορία, σπάζοντας το ρεκόρ που κρατούσε για 35 χρόνια ο Μίσα Ταλ.

Ο νεαρός Γκάρι είχε φτάσει στον στόχο του. Είχε κατακτήσει την σκακιστική κορυφή, εκθρονίζοντας τον Κάρποβ. Στην γιορτή που ακολούθησε, πλήθος κόσμου πήγε να συγχαρεί τον νέο παγκόσμιο πρωταθλητή. Αρκετά χρόνια αργότερα, ο Κασπάροβ αναφέρει ότι εκείνη τη βραδιά συνέβη κάτι που το έβαλε σε σκέψεις. Μέσα σε αυτούς που πήγαν να τον συγχαρούν, ήταν και ο Τίγκραν Πετροσιάν μαζί με την σύζυγο του. Η κυρία Πετροσιάν όμως, του ευχήθηκε με έναν περίεργο τρόπο: «Συγχαρητήρια αγόρι μου. Συμπάσχω μαζί σου!». Στο «γιατί» του Γκάρι, η κυρία Πετροσιάν απάντησε: «Μα, γιατί είσαι μόλις 22 χρονών και η μεγαλύτερη μέρα της ζωής σου είναι ήδη παρελθόν». Ο Κασπάροβ παραδέχεται ότι τον προβλημάτισαν αυτά τα λόγια. Έπρεπε να ανακαλύψει νέα κίνητρα. Νέους στόχους. Ευτυχώς γι’ αυτόν, ο Ανατόλι Κάρποβ δεν του έδωσε χρόνο να βυθιστεί σ’ αυτές τις σκέψεις. Όπως ήταν αναμενόμενο έκανε χρήση του δικαιώματος του απερχόμενου παγκόσμιου πρωταθλητή για ματς – ρεβάνς. Δεν υπήρχε χρόνος για «φιλοσοφίες».  Ο παγκόσμιος πρωταθλητής έπρεπε να αρχίσει την προετοιμασία για να υπερασπιστεί τον τίτλο του.

μέρος Α’

μέρος Β’

μέρος Γ’

(συνεχίζεται)

Γκάρι Κίμοβιτς Κασπάροβ (Μέρος Γ’)

Σχολιάστε

Δωρεάν μαθήματα από τον παγκόσμιο πρωταθλητή

Ο Φίσερ. Ο στρυφνός και αλλόκοτος Μπόμπι. O «απόλυτα μη κοινωνικός, που δεν μπορεί να είναι αποδεκτός με τα μέτρα της ζωής του καθένα…» όπως έγραψε – πολύ αργότερα απ’ την εποχή που ο Κασπάροβ αγωνιζόταν να φθάσει ως τον Κάρποβ – κάποτε ο Σπάσκι, σε μια επιστολή που εστάλη κατά Λευκό Οίκο μεριά. Ο Μπόμπι του Μπρούκλιν, του Ρέικιαβικ, της Πασαντίνα, του Σβέτι Στεφάν, των Φιλιππίνων, της Ιαπωνίας… Ο Φίσερ, ο τελευταίος του κύκλου των «καταραμένων Αμερικάνων σκακιστών» (Μόρφι, Πίλσμπερι και κατά κάποιον τρόπο και Στάινιτς). Αυτός που παραλίγο να ματαιώσει το ματς με τον Σπάσκι το 1972. Που δεν εμφανίστηκε ποτέ στον τελικό με τον Κάρποβ το 1975, όταν δεν ικανοποιήθηκαν από την FIDE όλοι οι όροι – οι περισσότεροι τραβηγμένοι απ’ τα μαλλιά – που έθεσε.  H οποία FIDE κινδύνευε τώρα – μέσα σε διάστημα 10 ετών – να βρεθεί με ένα ακόμα «χάρτινο» πρωτάθλημα «εξ αιτίας» του Μπόμπι. Αν πιστέψουμε τουλάχιστον, πώς όντως  ο Καμπομάνες αυτόν είχε στο μυαλό του  όταν επέλεγε την Πασαντίνα. Μόνο που αυτή τη φορά, ο ίδιος ο Μπόμπι δεν είχε ιδέα. Καμιά φορά όμως, δεν είναι απαραίτητο να αναμιχθείς ο ίδιος στα πράγματα για να προκαλέσεις καταιγίδα. Στα νερά της οποίας αυτός που πραγματικά μούσκεψε, ήταν ο Γκάρι Κασπάροβ. Ο Καμπομάνες ήταν σε δύσκολη θέση. Ούτε ο Σμύσλοβ προσήλθε στο δικό του ματς. Ο Ρίμπλι είχε προκριθεί «στα χαρτιά». Κι όλος ο σκακιστικός κόσμος να ζητά μια πραγματική λύση.

Ο Κασπάροβ πηγαίνει στο τουρνουά του Νίκσιτς. Ο στόχος του είναι ξεκάθαρος. Πρώτη θέση, όσο γίνεται πιο άνετα. Ήθελε να δείξει σε όλο τον κόσμο και στην FIDE, ότι του άξιζε τουλάχιστον η ευκαιρία να παίξει. Το τουρνουά δεν ήταν καθόλου εύκολο. Αρκεί να ρίξουμε μια ματιά στις συμμετοχές: Garry Kasparov (2690), Ljubomir Ljubojevic (2645), Ulf Andersson (2640), Mikhail Tal (2620), Yasser Seirawan (2605), Boris Spassky (2605), Jan Timman (2605), Lajos Portisch (2600), Anthony Miles (2585), Tigran Petrosian (2580), Gyula Sax (2570), Bent Larsen (2565), Predrag Nikolic (2540), Bozidar Ivanovic (2515) και Svetozar Gligoric (2505). Ο Γκάρι ήταν σε εξαιρετική κατάσταση. Χάνει μονάχα μία παρτίδα. Αυτήν εναντίον του Σπάσκι. Τερματίζει άνετα πρώτος, δύο πόντους μακριά από τον δεύτερο Μπεντ Λάρσεν. Αμέσως μετά το τέλος του τουρνουά, οι υπόλοιποι γκρανμέτρ αποφασίζουν να συντάξουν μια επιστολή προς την FIDE, όπου ζητούν να ξανασκεφθεί και να δώσει μια λύση στο θέμα των ματς των διεκδικητών. Την υπογράφουν όλοι, εκτός του Κασπάροβ. Δεν ήθελε ο ίδιος να …αναμιχθεί. Τον έπιασε από κοντά ο Σπάσκι και του έδωσε να καταλάβει ότι το θέμα είναι μεγάλο για να είναι προσωπικό. Αυτή η υπόθεση αφορούσε το σκάκι και το θεσμό του παγκόσμιου πρωταθλητή. Τελικά υπέγραψε και ο νικητής του τουρνουά.

Ο Καμπομάνες είχε συνειδητοποιήσει το αδιέξοδο και προφανώς ήταν αναγκασμένος να ξεμπλέξει το κουβάρι.

Πολλά ίσως μπορεί να προσάψει κάποιος στον Βίκτωρ Κορτσνόι λόγω του δύστροπου χαρακτήρα του και της τάσης του να «τα  λέει έξω από τα δόντια».Δεν νομίζω όμως να μπορεί να τον κατηγορήσει για έλλειψη αίσθησης δικαίου. Ίσα ίσα η συντριπτική πλειοψηφία του σκακιστικού κόσμου συμπαθεί τον Κορτσνόι, παρά τις δυστροπίες του, γιατί ήταν και παραμένει ένας πεισματάρης μαχητής. Ένας παθιασμένος σκακιστής, με αγάπη για το παιχνίδι, που μάχεται πάντα μέχρι το τέλος και δεν χαρίζει ποτέ και τίποτα σε κανέναν, όπως φυσικά δεν περιμένει, ούτε δέχεται να του χαρίσει κανείς τίποτα. Είναι ακριβώς αυτά τα στοιχεία του χαρακτήρα του, που του έχουν επιτρέψει να αγωνίζεται σε υψηλό επίπεδο μέχρι σήμερα, έχοντας ξεπεράσει πλέον την 8η δεκαετία του βίου του, ενσαρκώνοντας την σύγχρονη ιστορία του παιχνιδιού στο πρόσωπο του. Εξάλλου ο ίδιος ο Βίκτορ Λβόβιτς δεν έπαψε στιγμή να διατυμπανίζει όλο εκείνο το διάστημα ότι δεν επιθυμούσε την πρόκριση του με έναν τέτοιο τρόπο.

Επομένως ο δρόμος για να βρεθεί μια λύση είχε ανοίξει απ’ όλες τις πλευρές. Τα ματς ορίστηκαν ξανά, για τον Οκτώβριο του 1983, στο Λονδίνο.

Αυτή τη φορά ο Κορτσνόι κάθισε απέναντι σε έναν άνθρωπο και όχι σε άψυχα αντικείμενα.  Στην πρώτη παρτίδα πάντως, ο τρομερός γερόλυκος δεν πρέπει να ένιωσε και μεγάλη διαφορά από την Πασαντίνα. Ή ήταν εκεί ο Κασπάροβ ή ήταν άδεια η καρέκλα, σχεδόν το ίδιο ήταν. Ο νεαρός ήταν φανερά επηρεασμένος από όλη αυτή τη φασαρία, ή ίσως και από το θρύλο του Κορτσνόι και ουσιαστικά δεν εμφανίστηκε ποτέ στην παρτίδα. O Κορτσνόι απάντησε με μια ινδική της βασίλισσας στο 1.δ4 του Κασπάροβ και ουσιαστικά έλεγχε την παρτίδα από την αρχή μέχρι το τέλος.

1η παρτίδα του ματς

Ο Κασπάροβ ήταν σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση. Είχε ανέβει με γοργά βήματα προς την κορυφή του σκακιστικού κόσμου και το σύνηθες γι’ αυτόν ήταν να κερδίζει κι όχι να χάνει και μάλιστα με τόσο εμφατικό τρόπο. Έτσι η πρώτη παρτίδα του ματς με τον Κορτσνόι ήταν μια απότομη προσγείωση. Ο νεαρός Γκάρι έχασε μεγάλο μέρος της αυτοπεποίθησης και της δημιουργικότητας του. Στις επόμενες τέσσερις παρτίδες ήταν σκιά του εαυτού του. Ουσιαστικά προσπαθούσε απλώς να μην χάσει. Να διασωθεί. Δεν έμοιαζε πια με τον ριψοκίνδυνο νεαρό γκρανμέτρ που τολμάει. Ήταν επιφυλακτικός. Δεν ήταν το αφεντικό του ματς και έδειχνε να το έχει κατανοήσει. Από την άλλη ο Βίκτωρ Λβόβιτς είχε φάει τέτοια ματς με το κουτάλι. Από το 1962 διεκδικούσε σταθερά τον παγκόσμιο τίτλο. Ήταν ήδη για πάνω από 20 χρόνια μέσα στην ελίτ της ελίτ του παγκοσμίου σκακιού. Είναι ίσως ο ισχυρότερος σκακιστής που δεν έγινε παγκόσμιος πρωταθλητής στην ιστορία του αθλήματος. Ο νεαρός ταλαντούχος γκρανμετρ δεν είχε παίξει ποτέ ματς τέτοιου επιπέδου. Άλλο τα τουρνουά κι άλλο τα ματς. Το προηγούμενο με τον Μπελιάβσκι δεν μπορεί να συγκριθεί με αυτό. Όσο κι αν ο Μπελιάβσκι ήταν ένας κορυφαίος γκρανμετρ, απείχε πολύ από το να είναι Κορτσνόι, τουλάχιστον σε θέματα εμπειρίας και ψυχολογικής αντιμετώπισης.
Το λάθος ίσως του Κορτσνόι ήταν που δεν πίεσε παραπάνω τότε, σε εκείνο το πρώτο μισό του ματς, όταν ο Κασπάροβ με νύχια και με δόντια προσπαθούσε απλά να μην καταρρεύσει εντελώς. Το ματς είχε φθάσει στα μισά του δρόμου και ο Κορτσνόι ήταν μπροστά έναν βαθμό. Φαινόταν να του αρκεί για να πάρει την νίκη. Ο Κασπάροβ δεν μπορούσε να σταθεί στα πόδια του και να διεκδικήσει πειστικά μια νίκη. Στην 6η όμως παρτίδα, ο Κορτσνόι υπέπεσε σε σοβαρό λάθος και ο Κασπάροβ κέρδισε. Ήταν ένα γκαμπί της βασίλισσας μη αποδεκτό από τον Γκάρι που ήταν μαύρος.

6η παρτίδα του ματς

Ο Βίκτωρ ο τρομερός, είχε κάνει το μοιραίο λάθος. Δεν θα έπρεπε να έχει χάσει στιγμή την αυτοσυγκέντρωση του. Έπρεπε να έχει στο μυαλό του τα λόγια του Ταλ συνεχώς: «Όταν ο Γκάρι αρχίσει να κερδίζει, δεν τον σταματάει τίποτα». Ο Κασπάροβ άλλαξε με μιας. Έγινε άλλος άνθρωπος. Ή μάλλον ξαναέγινε πάλι ο κανονικός Κασπάροβ. Ένιωθε ατρόμητος. Έτσι στο δεύτερο μισό του ματς, ο Γκάρι υπήρξε ανελέητος. Με βασικό όπλο την Καταλανική με τα λευκά, δεν άφησε κανένα περιθώριο στον Κορτσνόι να διεκδικήσει κάτι. Στις 4 τελευταίες παρτίδες ο Γκάρι έκανε δύο ακόμα νίκες (7η και 9η), ενώ δύο έληξαν ισόπαλες.

7η παρτίδα του ματς

9η παρτίδα του ματς

Ο ίδιος ο Κορτσνόι είχε μείνει άφωνος.  Ακόμα κι αυτός ο πεισματάρης που μισούσε την ήττα και είχε πάντα έναν …«κακό λόγο» να πει για όλους και ειδικότερα για όσους τον κέρδιζαν, σηκώθηκε κατά την τελετή λήξης του ματς και μπροστά σε όλους φώναξε προς την μεριά του Κασπάροβ: «Υποκλίνομαι μπροστά στην ιδιοφυία σας κύριε!».
Ένα τεράστιο εμπόδιο είχε ξεπεραστεί. Η αυτοπεποίθηση του Γκάρι Κασπάροβ ήταν στα ύψη. Ήταν ουσιαστικά το πρώτο ματς τέτοιου επιπέδου που έπαιξε και μάλιστα βρέθηκε απ’ την αρχή πίσω στο σκορ. Η εμπειρία της ανατροπής ήταν πολύ σημαντική για τον ίδιο. Μπορούσε πια να σκέφτεται τον Κάρποβ με λιγότερο «δέος».

Στο άλλο ματς, ο Βασίλι Σμύσλοβ επικράτησε του Ρίμπλι. Έτσι στον τελικό των υποψηφίων θα αναμετρούνταν κατά έναν τρόπο το σκακιστικό παρελθόν και το σκακιστικό μέλλον της ΕΣΣΔ, ενώ στον τελικό του παγκοσμίου πρωταθλήματος περίμενε τον έναν από τους δύο, το …παρόν της. Η σκακιστική εικόνα της ΕΣΣΔ ήταν ακόμα κραταιά, όσο κι αν το συνολικό οικοδόμημα είχε αποσαθρωθεί εντελώς. Η αποφορά της σήψης αναδυόταν ήδη απ’ όλα τα σημεία της αχανούς έκτασης. Όμως η σοβιετική σκακιστική σχολή έπαιζε ξανά μόνη της για το στέμμα του παγκόσμιου πρωταθλητή.

Ο Σμίσλοβ ήταν ο σκακιστής που πήρε τον τίτλο από τον Μποτβίνικ το 1957 για να τον ανακτήσει ο «πατριάρχης» έναν χρόνο αργότερα. Οι μέρες της δόξας του οπωσδήποτε είχαν περάσει. Ο μεγάλος και σεμνός γκρανμετρ ήταν πάντα σεβαστός σε όλους, και παρά το ότι η καριέρα του έφτανε στο τέλος της, ήταν πάντα και υπολογίσιμος αντίπαλος. Απόδειξη ότι είχε φτάσει ξανά στους 3 κορυφαίους του κόσμου. Και αν κέρδιζε τον Κασπάροβ, θα έπαιζε ξανά σε έναν τελικό. Στα 62 του χρόνια!
Η αλήθεια είναι ότι ο βετεράνος γκρανμετρ το πάλεψε όσο μπορούσε. Ήρθε στο ματς έχοντας στο οπλοστάσιο του νέες ιδέες. Δεν έπαιξε απαρχαιωμένο σκάκι. Στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων. Και μόνο όμως η διαφορά ηλικίας θα αρκούσε να γύρει την πλάστιγγα υπέρ του Κασπάροβ.
Φαντάζομαι ότι ο Γκάρι τις ώρες που κάθισε απέναντι από τον Βασίλι Σμίσλοβ, περισσότερο θα ένιωθε σεβασμό προς το πρόσωπο αυτού του τεράστιου παίχτη, πρώην παγκόσμιου πρωταθλητή και πάντα σεμνού και σεβαστού ανθρώπου, παρά αγωνία για την έκβαση του ματς. Επικράτησε χωρίς να χάσει παρτίδα. 4 νίκες και 9 ισοπαλίες. Ισοπαλίες που έδειξαν ότι ο Σμύσλοβ έκανε το χρέος του να παλέψει, με όσες δυνάμεις του είχαν απομείνει.

Και τώρα; Τώρα καθισμένος στο θρόνο του περίμενε τον νεαρό διεκδικητή ο Ανατόλι Κάρποβ. Εδώ και δέκα συνεχόμενα χρόνια παγκόσμιος πρωταθλητής, ο Κάρποβ είχε συνηθίσει να βλέπει τους υπόλοιπους από την κορυφή του σκακιστικού κόσμου. Είναι ο παίχτης που του δόθηκε το παρατσούκλι «βόας συσφιγκτήρας» για τον τρόπο που του αρέσει να γευματίζει τα θηράματα του. Είναι ο παίχτης για τον οποίο είπε ο Ταλ: «Όταν γίνονται αντιληπτές οι προθέσεις του Κάρποβ, είναι πάρα πολύ αργά για τον αντίπαλο». Οι συλλήψεις σε πρώιμο στάδιο της παρτίδας, οι στρατηγικές θυσίες διαφοράς και  η εκμετάλευση και της μικρότερης αδυναμίας στην αντίπαλη παράταξη με συνεπές και εστιασμένο προς τα εκεί στρατηγικό παιχνίδι είναι τα θεμελιώδη στοιχεία στο σκάκι του Ανατόλι Γεβγένιεβιτς. Η τεχνική του στα φινάλε είναι άφθαστη, ενώ πρόκειται ίσως για τον σκακιστή με την βαθύτερη στρατηγική κατανόηση του παιχνιδιού στην ιστορία.  Σε όλους τους παραπάνω τομείς ο Γκάρι υστερεί του παγκόσμιου πρωταθλητή. Υπάρχουν όμως άλλοι στους οποίους  είναι καλύτερος. Η τακτική του δεινότητα είναι σαφώς ανώτερη του Κάρποβ, ο οποίος ούτως ή άλλως δεν αισθάνεται στο στοιχείο του στις γεμάτες τακτικές περιπλοκές θέσεις. Τα ανοίγματα επίσης είναι ένας τομέας στον οποίο ο Κασπάροβ είναι ανώτερος. Έχει χαρακτηριστεί – και όχι άδικα – «κινητή εγκυκλοπαίδεια ανοιγμάτων». Η ιστορία των συνεχόμενων τελικών με τον Κάρποβ έδειξε ότι ο διεκδικητής είχε ήδη – ή απέκτησε στην πορεία – και άλλα πλεονεκτήματα απέναντι στον κάτοχο, μόνο που δεν τα γνωρίζει ακόμη. Θα του τα μάθουν τα «δωρεάν μαθήματα» από τον πρωταθλητή.
Το ματς ορίστηκε να γίνει στην Μόσχα, κάτι που δεν το είδε με θετικό μάτι ο Κασπάροβ, καθώς εκεί ήταν η μόνιμη κατοικία του Κάρποβ.

Η αίσθηση που έτσι κι αλλιώς υπήρχε, ότι ο παγκόσμιος πρωταθλητής είναι ο ευνοούμενος της σοβιετικής σκακιστικής ομοσπονδίας, ενισχύθηκε μέσα του με την επιλογή της Μόσχας. Αυτή ακριβώς η αίσθηση, ή μάλλον για να το εκφράσω καλύτερα, η βεβαιότητα ότι παίζει μόνος εναντίον όλων, έγινε βίωμα στον Κασπάροβ και τον επηρέασε – μάλιστα, όχι πάντα θετικά – σε όλη την πορεία των ιστορικών – όχι μόνο για τους ίδιους αλλά και για το σκάκι γενικότερα – μονομαχιών του με τον Κάρποβ.

Σεπτέμβρης ήταν ακόμα, αλλά η Μόσχα ήδη είχε αρχίσει να παίρνει την παγωμένη της όψη. Στις 10 του μηνός, κάθισαν απέναντι για πρώτη φορά (όχι στην καριέρα τους) ο παγκόσμιος πρωταθλητής εναντίον του διεκδικητή. Ο Ανατόλι Γεβγένιεβιτς Κάρποβ εναντίον του Γκάρι Κίμοβιτς Κασπάροβ. Ούτε οι ίδιοι δεν θα μπορούσαν να υποψιαστούν τότε, ότι η κούρσα αυτή θα έφτανε ως τον Φλεβάρη του επόμενου  έτους, με …αβέβαια μάλιστα αποτελέσματα.

Ο πρωταθλητής, ανέκφραστος σαν μηχανή, δείγμα της ψυχολογικής του σταθερότητας – αυτής που «ζήλευε» απ’ αυτόν ο νεαρός διεκδικητής όταν ήταν ακόμα  νεαρότερος και δήλωνε ότι θα προσπαθούσε στο μέλλον να την αποκτήσει – ήθελε να «πιάσει από τα μούτρα» τον νεαρό διεκδικητή και να του κόψει κάθε αέρα. Κερδίζει την 3η την 6η, την 7η και την 9η παρτίδα. Το σκορ έχει φτάσει στο 4-0. Νικητής θα ανακηρύσσονταν αυτός που θα έφθανε πρώτος τις 6 νίκες. Ο Κάρποβ πια ήταν σίγουρος για τον εαυτό του. Ήταν μόλις δύο νίκες μακριά από τον   θρίαμβο, ενώ ο Κασπάροβ απείχε έξι, χωρίς να έχει πάρει ακόμα πόντο. Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο, στον τελικό της Μόσχας «εμφανίστηκε» ο Φίσερ! Αυτός που δεν συγκινήθηκε από το ματς που προσπάθησε να φέρει στην γειτονιά του ο Καμπομάνες. Ούτε τώρα στην Μόσχα τον είδαν πολλοί. Για την ακρίβεια, μονάχα ο παγκόσμιος πρωταθλητής. Κι όχι πως τον είδε πραγματικά μπροστά του με σάρκα και οστά. Μονάχα τη σκέψη του «Τόλια» επισκέφθηκε – αν είχε φύγει και ποτέ από εκεί. Είναι ίσως περίεργο αλλά ο Φίσερ περισσότερα παγκόσμια πρωταθλήματα επηρέασε με την εξαφάνιση του, παρά με την παρουσία του. Ίσως να συμβαίνει έτσι με όλους όσους αφήνουν το στίγμα τους και χάνονται πριν τους ξεθωριάσει ο χρόνος. «Rust never sleeps» γι ‘ αυτό «it’s better to burn out than to fade away». The king is gone but he’s not forgotten, δυστυχώς για τον Ανατόλι Κάρποβ. Ο  οποίος ενώ είχε την ευκαιρία για έναν τεράστιο θρίαμβο εναντίον του Κασπάροβ, τέτοιον που όχι μόνο θα του έδινε ξανά τον τίτλο, αλλά θα άλλαζε και τις ψυχολογικές τουλάχιστον ισορροπίες για τις μελλοντικές τους συναντήσεις, (γιατί εγώ είμαι βέβαιος πως ακόμα και με 6-0 ο Κασπάροβ θα είχε την δύναμη να επανέλθει ως διεκδικητής, δεν ξέρω όμως αν είχε και το κουράγιο να εκθρονίσει τον Κάρποβ τουλάχιστον στον αμέσως επόμενο τελικό) κι όχι μόνο αυτό, αλλά  θα άλλαζε ίσως και όλη τη σύγχρονη ιστορία του παιχνιδιού, αυτός αποφάσισε όχι να ξεμπερδέψει  με τον Κασπάροβ, αλλά να «σκοτώσει» μια για πάντα το «φάντασμα του Φίσερ». Η συνέχεια είναι γνωστή. Οι συνεχόμενες ισοπαλίες «ασφαλείας», επέτρεψαν στον Γκάρι να συνέλθει και να επανέλθει. Παρ’ όλα αυτά ο Κάρποβ στην 27η παρτίδα πια πέτυχε και το 5-0! Οι παρτίδες όμως ήταν πια πολλές… Τόσο πολλές ώστε να εξαντλήσουν τον κατά 12 χρόνια μεγαλύτερο Ανατόλι και να είναι αρκετές για να πάρει ο …μικρός Γκάρι το μάθημα του.

Ξαφνικά ο Γκάρι μείωσε σε 5-3. Τώρα πια όχι μόνο το ονειρικό «φισερικό σκορ» είχε χαθεί για πάντα, αλλά κινδύνευαν όλα να γυρίσουν ανάποδα. Μέχρι να γίνουν όλα αυτά, είχε μπει για τα καλά ο Φλεβάρης. Την επέλαση του «ρωσικού χειμώνα» όμως, ο Ανατόλι την είχε αισθανθεί ήδη, μέσα στη ζεστή αίθουσα των αγώνων.

48 παρτίδες είναι πράγματι πολλές. 5 μήνες για  έναν τελικό είναι πράγματι μεγάλο διάστημα. Και τότε ο Καμπομάνες πήρε την κατάσταση στα χέρια του. Ο τελικός διακόπτεται. Θα αρχίσει ξανά σε πέντε μήνες από την αρχή. 48 παρτίδες, τόσος μόχθος, τόσος κόπος… Και τώρα θα κλείνονταν στο χρονοντούλαπο, σαν να μην έγιναν ποτέ. Όχι ακριβώς! Ο Γκάρι ένιωθε πως είχε για 5 μήνες προσωπικό προπονητή τον παγκόσμιο πρωταθλητή. Δεν χάθηκαν λοιπόν έτσι αυτές οι παρτίδες. Ήταν τα «δωρεάν μαθήματα» του πρωταθλητή προς τον διεκδικητή. Μια σκληρή προετοιμασία ώστε να παρουσιαστεί καλύτερος και αντάξιος στον πραγματικό  τελικό. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά  αν υπήρξε κάποιος που γκρίνιαξε και έγινε πιστευτός ότι αδικούνταν από την διακοπή, αυτός ήταν ο διεκδικητής.

Το στρατηγικό σχέδιο του «μεγάλου στρατηγού», αυτή τη φορά είχε αποτύχει πλήρως. Η μόνη του επιτυχία, ήταν να κάνει καλύτερο τον αντίπαλο.

Όταν ο Γκάρι Κασπάροβ, πριν από 5 χρόνια, αποσύρθηκε από το αγωνιστικό σκάκι, στις ασχολίες του, εκτός από το να κυνηγάει τον Πούτιν, προσέθεσε και την συγγραφική. Είχε γράψει βιβλία και προτύτερα, αλλά συστηματικά ασχολήθηκε μετά την εγκατάλειψη του αγωνιστικού σκακιού. Ένα από αυτά τιτλοφορείται «Η ζωή είναι μια παρτίδα σκάκι». Έχει μεταφραστεί στα ελληνικά από τον Γιώργο – Ίκαρο Μπαμπασάκη και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Πατάκη». Εκεί – μεταξύ πολλών άλλων – ο Γκάρι αναφέρεται βέβαια και στις μάχες με τον Κάρποβ. Νομίζω πως έχει περισσότερο ενδιαφέρον να δούμε πώς βίωσε ο ίδιος τα πράγματα, οπότε του «δίνω το λόγο» (από το κεφάλαιο που φέρει τον τίτλο «Ιδιαίτερα μαθήματα από τον παγκόσμιο πρωταθλητή») :

«Όταν έπαιξα πρώτη φορά για τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή, το 1984, ο ρόλος μου ήταν αυτός του νεαρού διεκδικητή εναντίον ενός πρωταθλητή που είχε διατηρήσει τον τίτλο για 10 χρόνια. Ήμουν τότε 21 ετών και είχα ανέβει στην κορυφή του σκακιστικού κόσμου με τέτοια ταχύτητα, ώστε δεν μπορούσα να φανταστώ αυτό το τελευταίο εμπόδιο να μου φράζει το δρόμο. Ήταν συνεπώς δυνατό το σοκ που ένιωσα όταν βρέθηκα γρήγορα φορτωμένος με 4 ήττες δίχως καμία νίκη, δύο ήττες μακριά από μια ταπεινωτική συντριβή.
Εάν ποτέ υπήρξε μια στιγμή που να προσφέρεται για αλλαγή στρατηγικής, ήταν ακριβώς αυτή. Αντί να παραδοθώ στο συναίσθημα της απόγνωσης, πίεσα τον εαυτό μου να ετοιμαστεί για έναν παρατεταμένο πόλεμο φθοράς του αντιπάλου. Σε κάθε παρτίδα προσπαθούσα να περιορίσω το ρίσκο, καιροφυλακτώντας ώσπου να παρουσιαστεί μια ευκαιρία. Ο Ανατόλι Κάρποβ συντάχθηκε με το σχέδιο μου για τους δικούς του λόγους. Ήθελε να δώσει στον επηρμένο νεαρό ένα μάθημα, επιτυγχάνοντας το απόλυτο σκορ 6-0 κι έτσι έπαιζε κι αυτός επιφυλακτικά αντί να εκμεταλλευτεί το προβάδισμα του και να με αποτελειώσει. Ο Κάρποβ εμπνεόταν από τη σκιά του προκατόχου του πρωταθλητή, του Μπόμπι Φίσερ. Καθ’ οδόν προς τον τίτλο που κατέκτησε το 1972, ο Φίσερ είχε σημειώσει δύο απόλυτες νίκες με 6-0 ενάντια σε παγκοσμίου κλάσεως αντιπάλους (σ.σ. Ταϊμάνοβ και Λάρσεν) και τις δύο φορές δίχως να παραχωρήσει ούτε ισοπαλία. Ο Κάρποβ είχε κατά νου σε κάποιο βαθμό να μιμηθεί αυτό το επίτευγμα (σ.σ. έστω και με ενδιάμεσες ισοπαλίες) και έτσι ακολούθησε την στρατηγική μας. Αλλά το να προσθέσει το φάντασμα του Φίσερ στο στρατόπεδο των αντιπάλων του αποδείχθηκε ότι ήταν σοβαρό σφάλμα.
Ακολούθησαν 17 παρτίδες χωρίς νικητή…. Η ομάδα των συνεργατών μου και εγώ δαπανούσαμε τόσο πολύ χρόνο μελετώντας πώς έπαιζε ο Κάρποβ και υπολογίζοντας ποιες στρατηγικές θα ακολουθήσει, που ένιωσα το αλλόκοτο συναίσθημα πως γινόμουν ο Κάρποβ. Κατά την διάρκεια εκατοντάδων ωρών παιχνιδιού και προετοιμασίας αποκόμισα επίσης μια πολύ καλή εικόνα του δικού μου παιχνιδιού και του δικού μου τρόπου σκέψης. Έως εκείνο το σημείο στη σταδιοδρομία μου, όλα ήταν εύκολα για μένα, το να νικάω είχε γίνει η φυσική κατάληξη των πραγμάτων. Τώρα ήμουν υποχρεωμένος να εστιάσω στο πώς λάμβανα τις αποφάσεις μου, ώστε να μπορέσω να διορθώσω ότι πήγαινε στραβά. Η νέα στρατηγική πήγαινε καλά, αλλά όταν έχασα την 27η παρτίδα και το ματς έγινε 0-5, έμοιαζε σαν να μην μάθαινα αρκετά γρήγορα για να σώσω την κατάσταση. Η αλλαγή στο στιλ είχε κάνει τα πράγματα πιο δύσκολα για τον Κάρποβ. Αισθανόμουν ότι πλησίαζα στην λύση του αινίγματος. Και αφού επέζησα στην 31η παρτίδα, όπου ο Κάρποβ ήρθε πολύ κοντά να με αποτελειώσει, επιτέλους το φράγμα έσπασε στην 32η. Ακολούθησαν ακόμα πολλές ισοπαλίες. Κανένα άλλο ματς δεν είχε διαρκέσει τόσο. Ο Κάρποβ έμοιαζε όλο και πιο εξαντλημένος και εγώ άρχισα να πιέζω. Τελικά κέρδισα την 47η παρτίδα. Θα μπορούσε άραγε να γίνει ένα θαύμα; Κέρδισα και την επόμενη! Το σκορ είχε γίνει τώρα 3-5 και η ροή του παιχνιδιού είχε γυρίσει υπέρ μου. Τότε σε μια περίεργη εξέλιξη… η ΦΙΝΤΕ αποφάσισε να διακόψει το ματς. Η επίσημη ανακοίνωση στον τύπο έλεγε ότι ο Κάρποβ «συμφώνησε» με την απόφαση, ενώ ο Κασπάροβ την «αποδέχθηκε». Μια περίεργη αλλά ακριβής σημασιολογική διάκριση.
Είχα αποκομίσει πάρα πολλά κατά την διάρκεια του ματς. Ο παγκόσμιος πρωταθλητής είχε γίνει ο προσωπικός μου προπονητής για 5 εξοντωτικούς μήνες. Όχι μόνο είχα μάθει τον τρόπο με τον οποίο έπαιζε, αλλά ήμουν πια σε στενή επαφή με τις δικές μου νοητικές διαδικασίες. Ήμουν ολοένα και περισσότερο ικανός να αναγνωρίζω ποια ήταν τα λάθη μου και γιατί τα έκανα. Είχα μάθει πώς να βελτιώνω την ίδια τη διαδικασία λήψης αποφάσεων.
Δεν θα ήταν δυνατόν να μείνω στην κορυφή για τόσο πολύ δίχως την εκπαίδευση που μου πρόσφερε ο Κάρποβ σχετικά με το ίδιο μου το παιχνίδι και τις ίδιες μου τις αδυναμίες».
Έτσι περιγράφει ο Κασπάροβ εκείνο τον πρώτο τελικό, είκοσι χρόνια μετά, όταν καταλάγιασαν τα πάθη και τα μίση. Νομίζω ότι είναι αρκετά αντικειμενικός, ενώ σαφώς η δική του μαρτυρία στο πώς βίωσε τα πράγματα έχει μεγάλη αξία.
Ο τελικός … τελείωσε ή μάλλον διεκόπη, αλλά αποτέλεσμα δεν είχαμε. Θα χρειαζόταν να περιμένουμε άλλους 5 μήνες για να δούμε αν ο Κασπάροβ θα κατάφερνε τελικά την εκθρόνιση του Κάρποβ.

Α’ μέρος

Β’ μέρος

(συνεχίζεται)

Γκάρι Κίμοβιτς Κασπάροβ (μέρος Β’)

6 Σχόλια

Grandmaster ετών 17, ο Μπελιάβσκι, Ο Κορτσνόι και μια άδεια καρέκλα στην Pasadena

Το 1980 ήταν μια πολύ σημαντική χρονιά για τον Κασπάροβ. Είναι η χρονιά κατά την οποία τελειώνει το σχολείο του και περνάει τις εξετάσεις του παιδαγωγικού ινστιτούτου ξένων γλωσσών. Θα περίμενε ίσως κανείς, λόγω αυτών των υποχρεώσεων να έχει κάμψη η σκακιστική του απόδοση. Αντίθετα, αυτήν ακριβώς τη χρονιά, ο Γκάρι κάνει τις δύο νόρμες γκρανμετρ που του απέμεναν για να του απονεμηθεί ο ανώτατος σκακιστικός τίτλος. Την 2η νόρμα την επιτυγχάνει στο πρωτάθλημα ΕΣΣΔ, ενώ η 3η νόρμα και ο τίτλος του GM έρχονται στο διεθνές τουρνουά της Μάλτας. Ήταν μόλις 17 ετών, αλλά δεν ήταν πια ο «μικρός». Ήταν ο grandmaster Κασπάροβ.

Την επόμενη χρονιά, το 1981, κατακτά το πρώτο του πρωτάθλημα ΕΣΣΔ, από κοινού με τον γκρανμετρ Ψάχις, με τον οποίον ισοβάθμισαν στην πρώτη θέση.

Το 1982 πρωτεύει στο ιντερζονάλ της Μόσχας και χρίζεται και επίσημα υποψήφιος διεκδικητής του παγκοσμίου τίτλου. Το βλέμμα του Κασπάροβ είναι ήδη στραμμένο προς την κορυφή, ενώ ο ίδιος θεωρείται πια μια σοβαρή «απειλή» για τον παγκόσμιο πρωταθλητή Κάρποβ. Όμως υπάρχει ακόμα δρόμος για τον νεαρό γκρανμέτρ. Πρέπει να περάσει μέσα από την δοκιμασία των ματς των διεκδικητών. Πρώτος αντίπαλος ο εξαιρετικός γκρανμετρ Αλεξάντερ Μπελιάβσκι. Ο Μπελιάβσκι μπορεί να ήταν 10 χρόνια μεγαλύτερος του Κασπάροβ, αλλά βρισκόταν σε εξαιρετική κατάσταση. Παρ’ όλα αυτά η νίκη του Κασπάροβ στο ματς ήταν εμφατική και άνετη. Ο Γκάρι επικράτησε με σκορ 6-3 (4 νίκες, 4 ισοπαλίες και 1 ήττα). Μια χαρακτηριστική παρτίδα από αυτή τη συνάντηση είναι η 8η του ματς. Ο Κασπάροβ χρησιμοποιεί ιδανικά την Ινδική άμυνα του βασιλιά με τα μαύρα, κάνοντας «διπλό» στον Μπελιάβσκι. Είναι μια θαυμάσια επίδειξη των ικανοτήτων του Κασπάροβ.

Alexander Beliavsky – Garry Kasparov 0-1

Ο επόμενος αντίπαλος, ήταν ο φοβερός και τρομερός Βίκτωρ Κορτσνόι, ο παίχτης δηλαδή που είχε φτάσει δύο φορές συνεχόμενα στον τελικό και είχε ηττηθεί και τις δύο από τον Κάρποβ. Το άλλο ζευγάρι ήταν το Σμύσλοβ – Ρίμπλι. Οι δύο νικητές των ζευγαριών, θα αναμετρούνταν στον τελικό των υποψηφίων και ο νικητής θα καθόταν απέναντι στον Κάρποβ.

Το ματς όμως με τον Κορτσνόι, δεν ήταν μια εύκολη υπόθεση. Άρχισε πριν …ουσιαστικά αρχίσει. Ο Βίκτωρ Λβόβιτς ήταν το μαύρο πρόβατο για την ομοσπονδία της ΕΣΣΔ μετά την αυτομόληση του στη δύση το 1976. Τα προβλήματα ξεκίνησαν με την επιλογή του τόπου διεξαγωγής του ματς. Ο Κορτσνόι πρότεινε το Ρόττερνταμ και ο Κασπάροβ το Λας Πάλμας στην Ισπανία. Ήταν η ώρα να «μιλήσει» κι ο πρόεδρος. Στον προεδρικό θώκο της FIDE καθόταν τότε ο Φλορέντσιο Καμπομάνες. Κι επειδή ο καθένας κάνει ότι μπορεί σ’ αυτή τη ζωή, η «καμπομάνειος» απόφαση ήταν να οριστεί ως τόπος διεξαγωγής του ματς η Pasadena. Ένα προάστιο του L.A. H «κορώνα της κοιλάδας», «η πόλη των ρόδων». Το όνομα της προέρχεται από την γλώσσα ChippewaΚατά την προσπάθεια ονοματοδοσίας της πόλης έπεσαν στο τραπέζι δύο εκδοχές. «Indianola» είπαν να την πουν, ή Granada, κάτι σύμφωνο με την ισπανική κληρονομιά της περιοχής. Τότε όμως ο Δρ. Τόμας Έλιοτ (καμία σχέση με τον δημιουργό της «έρημης χώρας») πρότεινε τέσσερα άλλα ονόματα, στην γλώσσα Chippewa. Αυτά ήταν:  «Crown of the Valley,» «Key of the Valley,» «Valley of the Valley,» και «Hill of the Valley.»  Όλα τελείωναν με αυτό το «of the valley» το οποίο στην γλώσσα Chippewa ακούγονταν ως «pasadena». Τους άρεσε ηχητικά φαίνεται, οπότε έκοψαν όλα τα υπόλοιπα και κράτησαν το pasadena. Τον Μάρτιο του 1886 η καινουριοβαπτισμένη pasadena έγινε η δεύτερη πόλη που ενσωματώθηκε στο δήμο του L.A. μετά το ίδιο το L.A. Όχι λιγότερο φωσφωρίζουσα απ’ αυτό, όχι λιγότερο σκοτεινή.

«Are you a lucky little lady in the city of light?
Or just another lost angel
City of night
City of night
City of night

L.A. Woman, Sunday afternoon
Drive through your suburbs
Into your blues…»

τραγουδούσε ο Jim Morrison.

Ο Καμπομάνες είχε βέβαια τους λόγους του. Έτσι είπε. Πρώτον ήθελε να προτείνει κάποιο τρίτο μέρος και όχι να δεχθεί την πρόταση του ενός ή του άλλου διεκδικητή. Και δεύτερο και σπουδαιότερο, ήθελε ο άνθρωπος να βγάλει τον Φίσερ απ’ την τρύπα του. Ναι, ο Μπόμπι κρύβονταν εκεί, στην «κορώνα της κοιλάδας». Μέσα σ’ αυτήν  την απαστράπτουσα παρακμή προσπαθούσε να κρύψει τον  εαυτό του αλλά και την δική του κορώνα, το στέμμα του παγκόσμιου πρωταθλητή, περισσότερο μάλλον από τον ίδιο του τον εαυτό και την «εικόνα» που ο ίδιος, αν και «ποτέ δεν άκουσε κρότον κτιστών ή ήχον», είχε επιτρέψει ή δεν είχε αποτρέψει να χτιστεί γύρω από το πρόσωπο του. Κι έτσι, εκεί στην «πόλη των ρόδων» που έχει για σύμβολο το figurine του βασιλιά, δυο δρασκελιές μακριά από την «πόλη των αγγέλων» ο Μπόμπι «ανεπαισθήτως κλείσθηκε από τον κόσμον έξω».

«So alone, so alone
Motel money, murder madness
Let’s change the mood from glad to sadness»

Αυτό που κατάφερε τελικά ο Καμπομάνες ήταν να κάνει τους Ρώσους …Τούρκους. Ή ίσως να τους έδωσε την τέλεια πάσα. Διότι πολύ πιθανόν να θεωρούσαν τον Κορτσνόι καλύτερη περίπτωση για τον Κάρποβ – είχε χάσει εξάλλου ήδη δύο φορές – απ’ ότι τον ίδιο τον Κασπάροβ. Υποθέσεις κάνουμε, δεν ήμουν δα και στο μυαλό τους. Όπως και να ‘χει, είπαν το μεγάλο «Νιετ».

Ο Βίκτωρ Λβόβιτς όμως ήταν εκεί. Ένα απόγευμα του 1982, στην Pasadena, την ώρα που τα πολύχρωμα φώτα της πόλης άρχιζαν τον χορό τους, ο Κορτσνόι κάθισε απέναντι από μια άδεια καρέκλα. Έπιασε στο χέρι του το πιόνι της d στήλης και το μετακίνησε κατά δύο τετράγωνα. Έγραψε στο παρτιδόφυλλο του “1.d4” και πίεσε το κουμπί που ήταν από την πλευρά του στο διπλό ρολόι. Ο χρόνος στο δικό του σταμάτησε και άρχισε να «χτυπάει» αυτό που ήταν προς την πλευρά της άδειας καρέκλας. Ο Κορτσνόι κάθισε και περίμενε υπομονετικά. Έπρεπε να περιμένει 1 ώρα, όπως όριζαν οι κανονισμοί. Κανείς δεν ήρθε να καθίσει στην απέναντι καρέκλα. Όταν έληξε ο χρόνος, ο διαιτητής επιβεβαίωσε στο παρτιδόφυλλο την νίκη του Βίκτωρ Λβόβιτς.  Ήταν η δεύτερη μικρότερη παρτίδα στην ιστορία του παγκοσμίου πρωταθλήματος. (Όπως σωστά παρατήρησε ο Γιώργος Ριζόπουλος η μικρότερη είναι η 2η παρτίδα του τελικού Φίσερ – Σπάσκι, στην οποία ο Μπόμπι δεν προσήρθε). Μόλις μισή κίνηση, ούτε καν μία.

O 20χρονος Γκάρι Κασπάροβ, ήταν ένα ράκος. Είχε αποκλειστεί από την συνέχεια του τουρνουά διεκδικητών, χωρίς καν να παίξει μία κίνηση.

Κι όσο για τον «χαμένο άγγελο», αυτός δεν «έκανε την τιμή» σε κανέναν.

(συνεχίζεται)

A’ μέρος

Γκάρι Κίμοβιτς Κασπάροβ (Μέρος Α’)

1 σχόλιο

Από το Μπακού, στην Μπάνια Λούκα

Πρέπει να ήταν το 1989. Σίγουρα λίγο πριν απ’ το «ματς της Λυών», (στην Νέα Υόρκη παίχθηκαν βέβαια οιπρώτες δώδεκα παρτίδες αυτού του τελικού, αλλά την Λυών μνημονεύουμε συνήθως, η οποία φιλοξένησε τις 12 τελευταίες οι οποίες έκριναν και τον τίτλο το 1990).
Εγώ ήμουν τότε ένας 13χρονος πιτσιρικάς και «φανατικός» Καρποφικός.
Είχα λοιπόν την ελπίδα ότι αυτή τη φορά θα έδινε ένα γερό μάθημα σ’ αυτόν …τον Κασπάροβ και θα επέστρεφε στην κορυφή του σκακιστικό κόσμου.
Σκέφτομαι τώρα ότι την εποχή εκείνη περιμέναμε να μάθουμε από τις εφημερίδες τις επόμενες μέρες τι έγινε στην κάθε παρτίδα, ενώ σήμερα βλέπουμε «ζωντανά» όχι μόνο τις κινήσεις, αλλά και τους ίδιους τους παίχτες την στιγμή που παίζουν. Την αγωνία τους, τους μορφασμούς τους, τον τρόπο που αντιδρούν και συμπεριφέροντε την κρίσιμη ώρα της μάχης. Κι όχι μόνο αυτό αλλά έχουμε και άμεση εκτίμηση της θέσης (ναι, αυτά τα 0.30 ή –0.75 που όσο αντιαισθητικά κι αν είναι, έχω συλλάβει τον εαυτό μου πολλές φορές να τα αναζητά όταν παρακολουθώ μια ενδιαφέρουσα παρτίδα). Τότε, καλά καλά δεν θυμάμαι αν είχα δει σε φωτογραφία μια ή δύο φορές καθέναν από τους δύο μονομάχους.
Κάποιες μέρες πριν αρχίσουν οι παρτίδες (ή μπορεί και να παίζονταν ήδη οι παρτίδες της Νέας Υόρκης, δεν είμαι σίγουρος), στο σχολείο μας είχε προγραμματιστεί μια «έκθεση βιβλίου». Αδειάσανε δύο αίθουσες, αφήσανε μόνο τα θρανία κι απλώσανε πάνω τους τα βιβλία, σε μια προσπάθεια να μας εμφυσήσουν την αγάπη και το ενδιαφέρον για το εξωσχολικό βιβλίο.
Περιφερόμουν εκεί μέσα, έπιανα μερικά βιβλία στα χέρια μου, τα ξεφύλλιζα.
Ξαφνικά, πέφτει το μάτι μου σε ένα βιβλίο στην απέναντι σειρά θρανίων, όπου φαινόταν στο εξώφυλλο ένας σκακιστής να κρατάει και με τα δύο χέρια το κεφάλι του, σκυμμένος στην σκακιέρα. Έτρεξα! Πήρα το βιβλίο στα χέρια μου. Ο σκακιστής στο εξώφυλλο, ήταν ο «εχθρός». Στον τίτλο έγραφε:
«Έντουαρντ Γκούφελντ – Γκάρι Κασπάροβ. Επιμέλεια Τ. Σιαπέρας».
Για να πω την αμαρτία μου,τον Γκούφελντ τότε …δεν τον είχα καν ακουστά!
Το όνομα του Σιαπέρα, αποτελούσε εγγύηση. Οι δύο τόμοι του αείμνηστου διεθνούς μετρ, είναι υπεύθυνοι σε μεγάλο βαθμό για την αγάπη που γεννήθηκε μέσα μου για το σκάκι. Και όχι μόνο σ’ εμένα.
Δεν πάει να ήταν ένα βιβλίο για τον «εχθρό»; Το μόνο που με ένοιαζε ήταν ότι ήταν ένα σκακιστικό βιβλίο. Όχι απλά δυσεύρετα τότε. Ανύπαρκτα πες καλύτερα. Δεν νομίζω να διέθετα τότε  κάτι άλλο εκτός αυτά του Σιαπέρα.
Είδα την τιμή (δεν θυμάμαιτώρα ποια ήταν). Τα λίγα χρήματα που είχα πάνω μου για να πάρω κάτι από το κυλικείο, προφανώς δεν έφταναν. Με κυρίευσε απογοήτευση. Τι κάνουμε τώρα; Άρχισα να διαβάζω το βιβλίο επιτόπου. Σκέφτηκα, «ότι προλάβω».  Θυμάμαι πήγα και πήρα το τετράδιο μου και άρχισα να γράφω τις παρτίδες, ότι προλάβαινα, για να τις μελετήσω μετά στο σπίτι. Ξαφνικά ακούω άλλα παιδιά να λένε ότι θα γίνει μία κλήρωση και κάποιοι μαθητές που θα κληρωθούν, θα επιλέξουν ένα βιβλίο της αρεσκείας τους ως δώρο. Σκέφτηκα: «Έχω μια ευκαιρία…». Φευ! Δεν κληρώθηκα. Όμως, η τύχη δεν με είχε εγκαταλείψει τελείως. Κληρώθηκε ένας φίλος μου. Δεν έφερε αντίρρηση στην παράκληση μου να πάρει το βιβλίο του Κασπάροβ, παρ’ όλο που δεν ασχολούνταν με το σκάκι ο ίδιος. Αντίθετα μάλιστα, μόλις το πήρε, μου το πρόσφερε αμέσως (Να‘σαι καλά ρε Κωστή).
Το συγκεκριμένο βιβλίο, παρακολουθεί την πορεία του Κασπάροβ από την αρχή, μέχρι που έφτασε να γίνει διεκδικητής του παγκοσμίου στέμματος από τον Κάρποβ. Λίγο πριν γίνει δηλαδή παγκόσμιος πρωταθλητής.
Πέρα από την σκακιστική του αξία και τον τρόπο με τον οποίο έφτασε τελικά στην κατοχή μου, είναι ξεχωριστό για μένα και για έναν άλλο λόγο. Είναι το βιβλίο που έδιωξε από μέσα μου τον «οπαδισμό» στο σκάκι, μια για πάντα.
Παρακολουθώντας την πορεία του νεαρού Γκάρι, από μικρό παιδί, ως τις εφηβικές του επιτυχίες και ακόμα ως τη στιγμή που άρχισε να «αντρειεύεται» και να διεκδικεί τον παγκόσμιο τίτλο και ξέροντας πια, τη στιγμή που το διάβαζα εγώ, ότι τα είχε καταφέρει εν τέλει, συντάχθηκα κατά κάποιο τρόπο μαζί του. Δεν ήταν πια «ο εχθρός». Ήταν ένας ακόμα τεράστιος παίχτης που είχε προσφέρει – και θα προσέφερε ακόμα περισσότερα –πολλά στο παιχνίδι που αγαπούσα.
Στο «ματς της Λυών» δεν κρύβω πως με διακατείχαν διαφορετικά συναισθήματα απ’ ότι στους προηγούμενους τελικούς. Ναι, ήμουν με τον Κάρποβ, αλλά όχι με τον ίδιο τρόπο όπως πριν.  Έβλεπα δύο τιτάνες σε μια αδυσώπητη μάχη. Δύο «υπηρέτες» της τέχνης του παιχνιδιού – αναμφίβολα τους καλύτερους της εποχής τους και ίσως όχι μόνο- δύο καλλιτέχνες σε μια «εξωφρενική» προσπάθεια ανταγωνισμού και αλληλοσυμπλήρωσης, να πασχίζουν για το καλύτερο δυνατόν σκακιστικό έργο. Και τελικά να προάγουν το παιχνίδι που αγαπούσα σε μια νέα σφαίρα ομορφιάς κάνοντας το ακόμα περισσότερο ενδιαφέρον. Κατάλαβα ότι αυτό που αγαπούσα εν τέλει, ήταν το ίδιο το παιχνίδι.
Αυτή νομίζω ότι ήταν και η μεγαλύτερη προσφορά – σε εμένα – αυτού του βιβλίου, που με έμπασε στον κόσμο του Γκάρι Κίμοβιτς Κασπάροβ. 
Στις 13 Απριλίου του 1963, στο Μπακού, την ανεμοδαρμένη πρωτεύουσα του Αζερμπαϊτζάν, το ζεύγος δύο ραδιομηχανικών, ο Αζέρος εβραϊκής καταγωγής Κιμ Μοϊσέγιεβιτς Βαϊνστάιν και η αρμένικης καταγωγής Κλάρα Σαγκένοβνα Κασπαριάν, αποκτούν τον μοναχογιό τους, στο οποίο δίνουν το όνομα Γκάρι.
Το μικρό αγόρι μαθαίνει να διαβάζει πριν πάει στο σχολείο και επειδή οι γονείς του είναι μουσικόφιλοι (ο πατέρας του έπαιζε βιολί), δείχνει ενδιαφέρον και για την μουσική. Οι γονείς σκέπτονται να τον προσανατολίσουν σε κάποιο μουσικό όργανο. Είχαν όμως και άλλη μια συνήθεια. Το βράδι μετά το φαγητό, τους άρεσε να στήνουν μια σκακιέρα. Δεν έπαιζαν όμως σκάκι. Ήταν του καλλιτεχνικού. Ο μικρός καθόταν ήσυχος σε μια γωνιά και παρακολουθούσε.
Ένα βράδι, το ζευγάρι έχει κολλήσει σε ένα δύσκολο πρόβλημα. Κινούν τα κομμάτια δεξιά-αριστερά, πάνω-κάτω, έχουν ζαλίσει την σκακιέρα, αλλά το πρόβλημα δεν μπορούν να το λύσουν. Ξαφνικά ο μικρός Γκάρι Κίμοβιτς Βάινστάιν, σηκώνεται απ’ την γωνιά του και …λύνει το πρόβλημα. Μόλις κατεστράφη η (όποια) μουσική καριέρα του παιδιού. Όπως είναι φυσικό τα σχέδια των γονιών αλλάζουν.
Ο Κιμ παίρνει από το χέρι τον μικρό του γιο και πάνε στο Μέγαρο των Πιονιέρων του Μπακού, όπου τον γράφει στο σκακιστικό τμήμα. Πρώτος προπονητής του μικρού, ήταν ο  Όλεγκ Πριμπορότσκι.
Τα σκακιστικά προβλήματα υπήρξαν φαίνεται καθοριστικά, τουλάχιστον στην αρχή της πορείας του μικρού παιδιού. Στο 2ο χρόνο του στη σχολή, δημοσιεύθηκε ένα πολύ δύσκολο πρόβλημα στην εφημερίδα «Κομσομόλσκαγια Πράβντα». Η εφημερίδα δεν έλαβε καμιά σωστή απάντηση και το αναδημοσίευσε με την υποσημείωση «για πολύ προχωρημένους».
Το γεγονός κίνησε την περιέργεια και στους εκκολαπτόμενους σκακιστές στο τμήμα του Γκάρι και έτσι έστησαν τη θέση και προσπάθησαν να το λύσουν.
Αμέσως ο μικρότερος του τμήματος, ο Γκάρι Βαινστάιν, σηκώθηκε και έλυσε το πρόβλημα. Το γεγονός έκανε μεγάλη εντύπωση στους προπονητές του, που άρχισαν να προσέχουν τον «Βενιαμίν» του τμήματος ιδιαιτέρως, αντιλαμβανόμενοι ότι κάτι ξεχωριστό υπάρχει σ’ αυτό το παιδάκι.
Πέρασαν μερικά χρόνια. Ο μικρός Γκάρι έφτασε 10 χρονών. Είχε δείξει δείγματα του ταλέντου του με τα παιδιά. Είχε έρθει η ώρα να παίξει και με ενήλικες. Σε ένα τουρνουά με παίχτες υψηλών κατηγοριών, ο πιτσιρίκος κάνει 9 σερί νίκες, παίζοντας μάλιστα όρθιος, καθώς εκτός από μικρός ήταν και μικροκαμωμένος. Αν ήταν καθιστός, δεν έφτανε τα κομμάτια. Έτσι, μπαίνει στην ομάδα νέων του Αζερμπαϊτζάν και παίρνει μέρος στο πρωτάθλημα νέων. Τα πάει πολύ καλά, παρότι είναι ακόμα παιδάκι. Δεν ήταν λοιπόν δυνατόν να μην το προσέξουν, ειδικά σε μια χώρα όπως η ΕΣΣΔ, η οποία έδινε τεράστια βαρύτητα στο σκάκι.
Τον πλησιάζει κάποιος από την σχολή Μποτβίνικ και η βόμβα σκάει στα αυτιά του παιδιού:
        Θέλεις να μπεις στη σχολή Μποτβίνικ;
Ο μικρός έμεινε για ώρα με ανοιχτό το στόμα, προσπαθώντας να καταλάβει αν κάποιος του κάνει πλάκα, αν ονειρεύεται ή αν όντως συμβαίνει αυτό το πράγμα! Τι τον ρώτησε ακριβώς αυτός ο κύριος; Αν θέλει να πάει στην σχολή του Πατριάρχη;;; Και τα ρωτάνε τέτοια πράγματα;;
Φυσικά δεν ήταν τόσο εύκολο να γίνει κανείς δεκτός στην Ακαδημία του Μιχαήλ Μποτβίνικ. Ήταν απλώς μια πρόταση για να συμμετάσχει στην αυστηρότατη διαδικασία προεπιλογής. Έπρεπε να παίξει παρτίδες τις οποίες όφειλε μετά, ενώπιον ακροατηρίου να αναλύσει και σχολιάσει πλήρως. Κατόπιν θα τον εξέταζε εξονυχιστικά η επιτροπή των γκρανμετρ.
Ο Γκάρι Βάινσταιν όμως, πέρασε με άνεση όλες τις δοκιμασίες. Ήταν τρομερά συγκινημένος και ενθουσιασμένος. Ήταν πλέον μέλος της Ακαδημίας Μποτβίνικ.
Ο ίδιος αρκετά χρόνια αργότερα, δήλωσε ότι η γενέτειρα του, το Μπακού, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ενασχόληση του με το σκάκι:
««Υπήρχε κάτι το κοσμοπολίτικο στο Μπακού. Υπήρχαν άνθρωποι που έκαναν ό,τι κάνουν όλοι οι άνθρωποι που ζουν σε μια πόλη απ’ όπου περνάει κάθε καρυδιάς καρύδι. Υπήρχαν λέσχες όπου μαζεύονταν άνθρωποι και έπαιζαν μπριτζ, σκάκι, μπιλιάρδο. Το σκάκι υπήρχε στη ζωή της πόλης»

Στη σχολή Μποτβίνικ ο μικρός Γκάρι αρχίζει να εξελίσσεται ραγδαία.
Σε ηλικία 11 ετών, φέρνει ισοπαλία με τον γκρανμετρ Κούζμιν και νικάει τον γκρανμετρ Γιούρι Άβερμπαχ.
Στα 12 του χάνει τον πατέρα του. Μετά από αυτήν την απώλεια, έρχεται και η αλλαγή του επιθέτου. Θα υιοθετήσει αυτό της μητέρας του (Κασπαριάν), αφού πρώτα το«ρωσοποιήσει». Στα 12 του, έγινε αυτός που ξέρουμε όλοι σήμερα. Ο Γκάρι Κασπάροβ.
Στα 13 του τον περιμένει ένας τεράστιος θρίαμβος! Θα κατακτήσει το Πανσοβιετικό πρωτάθλημα νέων, όπου συμμετέχουν παίχτες έως 18 ετών. Είναι ο μοναδικός που πέτυχε κάτι τέτοιο σ’ αυτήν την ηλικία.
Η σχολή Μποτβίνικ, αρχίζει να τον προμηθεύει με το ίδιο προπαρασκευαστικό υλικό που προμηθεύει τους κορυφαίους της παίχτες. Ο Κασπάροβ, έπαιρνε στα 13 του χρόνια το ίδιο υλικό με τον Πετροσιάν και τον Γκέλερ!
Το 1977 κερδίζει για δεύτερη συνεχή χρονιά το πανσοβιετικό πρωτάθλημα νέων. Επίσης ανεπανάληπτο επίτευγμα.
Ο Μποτβίνικ θα πει: «Το μέλλον του σκακιού είναι στα χέρια του Κασπάροβ»!
Αμέσως μετά παίρνει την πρωτιά στο πανίσχυρο τουρνουά στο Νταουγκάβπιλς, το οποίο αποτελεί προκριματικό τουρνουά για το πρωτάθλημα ΕΣΣΔ. Συμμετείχαν ονόματα όπως Μπρονστάιν, Χόλμοβ, Σουέτιν, Μακαρίτσεβ, Γκούφελντ.
Βέβαια ο Γκάρι δεν κερδίζει πάντα. Και ενώ όλο και πιο συχνά παίρνει το σκαλπ των έμπειρων γκρανμετρ, χάνει από παίχτες μικρότερης δυναμικότητας. Το παιχνίδι του έχει ακόμα πολλές αδυναμίες. Είναι όμως πολύ εργατικός. Έχει τρομερή μνήμη. Έχει σπουδαίο ταλέντο, αυτό που λέμε σκακιστική διαίσθηση. Το μέλλον – καλά λέει ο Μποτβίνικ – του ανήκει. Το 1979 είναι μια χρονιά σταθμός για τον Κασπάροβ. Διεξάγονταν στην Μπάνια Λούκα της Γιουγκοσλαβίας ένα ισχυρότατο διεθνές τουρνουά, όπου έπαιρναν μέρος 14 γκρανμετρ και 2 μετρ. Η ΕΣΣΔ, θα έστελνε δύο παίχτες. Αποφάσισε να στείλει τον Πετροσιάν και τον Κασπάροβ. Ο Γκάρι όμως δεν είχε καν διεθνή βαθμό αξιολόγησης. Οι άλλοι μετρ στην αρχή γκρίνιαξαν για απόπειρα της ομοσπονδίας της ΕΣΣΔ να ρίξει το επίπεδο του τουρνουά, η σοβιετική ομοσπονδία απάντησε κάτι σαν «δεν ξέραμε ακριβώς περι τίνος πρόκειται…» αλλά ήταν φανερό ότι ούτε το τουρνουά υποτιμούσε ούτε είχε άγνοια. Προφανώς πίστευαν ότι είχε έρθει η ώρα ο Γκάρι να πέσει στα βαθιά.
Κι ο μικρός όχι απλά διασώθηκε, αλλά θριάμβευσε.
Πρώτος! Ο άγνωστος νεαρός σάρωσε τους γκρανμετρ. 2 ολόκληρους βαθμούς πίσω του, τερμάτισαν σε ισοβαθμία οι 2οι Σμέηκαλ και Άντερσον. Μόλις 4ος ο Πετροσιάν. Ο Γκάρι Κασπάροβ έκλεισε πονηρά το μάτι του στο σκακιστικό πλανήτη. Έναν πλανήτη που θα κατακτούσε τα επόμενα χρόνια, ολοκληρωτικά.
Κατά την άφιξη στην Μπάνια Λούκα των δύο Σοβιετικών σκακιστών, κόσμος και δημοσιογράφοι περίμεναν στο αεροδρόμιο για να υποδεχθούν τον μεγάλο Τίγκραν Πετροσιάν. Το παιδί που έσερνε μαζί του, δεν υπήρχε, ούτε για τον κόσμο, ούτε για τους δημοσιογράφους. Μετά το τέλος του τουρνουά όμως, όλοι έπεφταν πάνω στον μικρό Κασπάροβ, για μια δήλωση. Ο Πετροσιάν ανάλαβε να απαντάει και για τους δύο, κάνοντας τον κουφό στις ερωτήσεις που δεν ήθελε να απαντήσει. Γενικά έπαιξε τον ρόλο του προστάτη του μικρού σε όλο αυτό το ταξίδι.
Ενδιαφέρον έχουν εδώ τα λόγια του Κασπάροβ, όσον αφορά τους σκακιστές που είχε ως πρότυπο: «Έχω για πρότυπο μια ομάδα πρωταθλητών και θα ήθελανα κάνω κτήμα μου τα προτερήματα του καθενός απ’ αυτούς. Από τον Κάρποβ την ψυχολογική του σταθερότητα, από τον Πετροσιάν την τεχνική κατάρτιση, από τον Μποτβίνικ τη λογική, από τον Αλιέχιν την καθαρή σκέψη και από τον Ταλ την αγάπη για τον κίνδυνο». Νομίζω δεν θα ήταν υπερβολή να πω πώς στα επόμενα χρόνια κατάφερε να κάνει κτήμα του αυτά τα στοιχεία, σε μεγάλο βαθμό τουλάχιστον.
Στην Μπάνια Λούκα, ο Κασπάροβ όχι μόνο έκανε νόρμα διεθνούς μετρ, αλλά και την πρώτη νόρμα γκρανμετρ. Απαντάει στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων στη Μόσχα:
«Είστε ευχαριστημένος;»
«Φυσικά και είμαι ευχαριστημένος και μάλιστα περισσότερο από το παιχνίδι μου, παρά από τον τίτλο του διεθνούς μετρ. Δεν το περίμενα. Μέχρι το τέλος κατάφερα να διατηρήσω τις δυνάμεις μου και τη δημιουργικότητα μου»
«Οι γνώστες, οι πολύ ειδικοί παίχτες θεωρούν ότι συνδυάζετε μ’επιτυχία δύο στυλ: το ποζισιονέλ και το συνδυαστικό. Ποια είναι η προσωπική σας άποψη;»
«Ο τρόπος που παίζω είναι αληθινά έμφυτος. Μα το κυριότερο στυλ που ακολουθώ, παραμένει για μένα το ποζισιονέλ»
Να λοιπόν που ο 16χρονος Κασπάροβ προτιμούσε το ποζισιονέλ παιχνίδι. Και ίσως κατά κάποιο τρόπο να προσπαθούσε να το επιβάλλει στον εαυτό του. Το ταλέντο του όμως δεν έμπαινε σε καλούπια. Δεν άργησε να διαμορφώσει το δικό του, εντελώς προσωπικό στυλ, το οποίο φυσικά δεν ήταν ποζισιονέλ, αλλά καθαρά τακτικό. Ο Κασπάροβ δεν ήταν στο στοιχείο του στις «ήσυχες» στρατηγικές θέσεις. Ειδικά απέναντι στον κατεξοχήν «ποζισιονέλ» Κάρποβ, σε τέτοιες θέσεις απλά υπέφερε. Οι γεμάτες τακτικό περιεχόμενο θέσεις ήταν αυτές που αύξαναν τη δημιουργικότητα και την ενεργητικότητα του στα ύψη. Με τον καιρό μάλιστα, εξελίχθηκε σε τέτοιον «μάστορα» που σχεδόν πάντα έβρισκε τον τρόπο να «εκτρέπει» ακόμα και παρτίδες που δεν φαίνεται να είχαν άλλο δρόμο από τους στρατηγικούς ελιγμούς, στις καταιγίδες των τακτικών περιπλοκών. Ο αντίποδας του Κάρποβ από κάθε άποψη. Τι είναι αυτό που θα οξύνει μια θέση; Ποια είναι η βαριάντα που θα κάνει την παρτίδα να κρέμεται στην κόψη του ξυραφιού; Αυτήν θα επέλεγε ο Κασπάροβ. Και όταν δεν υπήρχε, θα τη δημιουργούσε.
Κιο ίδιος ο Γκάρι, λίγο αργότερα, κατάλαβε ότι το στυλ που του ταιριάζει είναι πολύ εκρηκτικό για να είναι «καθαρό ποζισιονέλ». Έτσι, δήλωνε: «Από τους πρωταθλητές που μου κάνουν εντύπωση, βάζω πρώτο τον Αλιέχιν. Νιώθω πολύ κοντά στη δική του προσέγγιση του παιχνιδιού και στις σκακιστικές του ιδέες. Είμαι σίγουρος ότι το μέλλον ανήκει στους παίχτες του στυλ Αλιέχιν».
(συνεχίζεται)

Περί των αποτελεσμάτων της ψηφοφορίας

10 Σχόλια

Χθες έκλεισε η πρώτη ψηφοφορία του blog. Το ίδιο το ερώτημα θα μπορούσεεύλογα να ισχυριστεί κανείς πώς δεν «στέκει». «Ποιος είναι ο ισχυρότεροςσκακιστής στην ιστορία;». Έλα ντε…
Προφανώς το ερώτημα δεν μπορεί να απαντηθεί στα σοβαρά, πόσομάλλον μέσα από μερικές επιλογές ονομάτων σε ένα poll ενός blog.
Με ποια κριτήρια θα συγκρίνει κάποιος τον Μόρφυ πχ με τονΦίσερ; Τον Στάινιτς με τον Κασπάροβ; Όλοι ξέρουμε ότι οι ισχυροί παίχτες κάθεεποχής, είχαν στο οπλοστάσιο τους την ήδη συσσωρευμένη γνώση των προηγούμενωνγενεών και είναι απολύτως φυσικό να μην μπορεί να συγκριθεί ένας μετρ τουπροπερασμένου αιώνα με έναν εκ των κορυφαίων παιχτών της σοβιετικής σχολής γιαπαράδειγμα. Επομένως το ερώτημα το ίδιο είναι προβληματικό. Ίσως θα έπρεπε ναδιατυπωθεί ως εξής: «Ποιος είναι ο αγαπημένος σας σκακιστής όλων των εποχών».Τότε όμως δεν θα έπρεπε να υπάρχει poll, καθώς αν υπήρχε τέτοιο θα έπρεπε να έχει καμιά 300αριάονόματα και βάλε. Ξέρω ήδη πολλούς των οποίων αγαπημένος σκακιστής είναι οΦρανκ Μάρσαλ, ο Χάρι Νέλσον Πίλσμπερι, ο Μιχαήλ Ιβάνοβιτς Τσιγκόριν ή ο ΒασίλιΙβαντσούκ και γιατί όχι άλλωστε. Επομένως ένα τέτοιο ερώτημα δεν θα είχε καιπολύ νόημα, από την στιγμή που δεν θα περιόριζε – βάση μιας έστω και αίοληςλογικής- τα ονόματα σε καμιά 20αριά το πολύ.
Ίσως μια άλλη μορφή του ερωτήματος να ήταν: «Ποιος ήταν οπιο ολοκληρωμένος σκακιστής στην ιστορία». Αυτό όμως θα απέκλειε τους πριν το1950 – τουλάχιστον – κορυφαίους παίχτες.
Ένα εύλογο ερώτημα θα ήταν: «Και γιατί να υπάρξει ντε καικαλά ένα τέτοιο poll;».
Σωστό είναι αυτό, αλλά έλα που εμένα κάτι τέτοιες κουβέντεςμ’ αρέσουν. Κι όσο κι αν δεν μπορούν να καταλήξουν σε κάποιο σοβαρό συμπέρασμαόσον αφορά το ερώτημα αυτό καθ’ αυτό, νομίζω πως μπορούν να βγουν κάποιαεπιμέρους ενδιαφέροντα συμπεράσματα.
Η ψηφοφορία, λοιπόν, τελείωσε με ισοβαθμία στην πρώτη θέσημεταξύ του Γκάρι Κασπάροβ και του Μίσα Ταλ, ενώ ισόβαθμοι ακολουθούν ο ΜπόμπιΦίσερ και ο Ανατόλι Κάρποβ.
Ας δούμε λίγο αυτά τα αποτελέσματα. Του Κασπάροβ θα έλεγαπως είναι το πιο αναμενόμενο.  Νομίζω ότιτο να ισχυριστεί κάποιος ότι ο Γκάρι υπήρξε ο πιο ολοκληρωμένος σκακιστής είναιμια λογική θέση. Είναι ίσως ο τελευταίος μεγάλος της σοβιετικής σχολής. Ηκυριαρχία του ξεκινάει στην δύση της και τελειώνει ότι πια έχουμε μπει για τακαλά στην «μετασοβιετική» ή σύγχρονη – όπως θέλετε πείτε το- εποχή τουπαιχνιδιού. Το παιχνίδι του Κασπάροβ συμπύκνωνε μέσα του σε πολύ μεγάλο βαθμόόλη την προγενέστερη εμπειρία.
Ο Ταλ όμως; Γιατί να ισοβαθμεί στην 1η θέση οόγδοος παγκόσμιος πρωταθλητής, ο οποίος μάλιστα έμεινε στο θρόνο για μονάχα έναέτος, με τον δέκατο τρίτο ομόλογο του, ο οποίος υπήρξε παγκόσμιος πρωταθλητήςγια 15 συνεχόμενα έτη;
Γιατί αυτός ο «νεορομαντικός» μας γοητεύει τόσο; Γιατί, πέρααπό την προσωπική προτίμηση που μπορεί να έχει κάποιος στο παιχνίδι του ή στηνπροσωπικότητα του, θεωρεί ότι το να τον ψηφίσει ως κορυφαίο σκακιστή είναι κάτιπου δεν έρχεται σε αντίθεση με την λογική και την αντικειμενικότητα; Γιατί πχ αυτόδεν συμβαίνει με τον Σμύσλοβ ή τον Πετροσιάν ή γιατί δεν συμβαίνει με τονΡουμπινστάιν ή τον Αλιέχιν;
Μόνο και μόνο επειδή ο Ταλ έκανε εντυπωσιακές θυσίες;
Δεν νομίζω ότι είναι αυτό. Πιστεύω ότι είναι κάτι πολύβαθύτερο. Ίσως η άποψη μου θεωρηθεί κάπως ακραία ή αυθαίρετη, αλλά πιστεύω ότιόλοι –συνειδητά ή υποσεινήδητα- ξέρουμε ότι ο Ταλ έσωσε το σκάκι – τουλάχιστον τοκομμάτι του εκείνο που θα χαρακτηρίζαμε «παιχνίδι». Με λίγα λόγια, την εποχήπου ο Μποτβίνικ (και δεν έχω καμιά διάθεση να μειώσω την δική του μεγάληπροσφορά) έκανε την μεγάλη απόπειρα να «στεγνώσει» το παιχνίδι προωθώντας καισε μεγάλο βαθμό επιβάλλοντας την επιστημονική θεώρηση ως το μόνο δρόμο καιτρόπο που έπρεπε να ακολουθήσει και να παίζεται το σκάκι, ο Ταλ του πέταξε στοπρόσωπο μια μεγάλη αλήθεια, που αυτός ο ίδιος ο μεγάλος αναζητητής της «αλήθειαςσε κάθε θέση» είχε αγνοήσει. Ότι το σκάκι είναι πρώτα απ’ όλα παιχνίδι. Ότιχωρίς την φαντασία – όπως σωστά είχε αναφέρει ο Τσβάιχ – δεν μπορεί ναλειτουργήσει. Ότι εν τέλει, αν ντε και καλά θα πρέπει να του δώσουμε έναν άλλοχαρακτηρισμό και δεν μας φτάνει να το πούμε απλά παιχνίδι, το να το ονομάσουμετέχνη θα ταίριαζε ίσως καλύτερα από την βαρύγδουπη βάπτιση του σε «επιστήμη».
Ο Ταλ υπήρξε η αναρχική πινελιά πάνω στην επιβολή της μονολιθικότηταςτου «επιστημονικού σοσιαλισμού» στο σκάκι. Υπήρξε η πνοή ζωής που ακριβώς δικαιώνονταςτην ύπαρξη της, αρνήθηκε την τυποποίηση και τη φόρμα. Έδειξε ότι αυτή ακριβώς ηορμή για αυτόνομη ύπαρξη είναι που μπορεί – έστω και προσωρινά – να ανατρέψειτον εκ των άνω επιβαλλόμενο κανόνα. Ότι εν τέλει η «ομορφιά» μπορεί – έστω καιπροσωρινά- να νικήσει την από τα πάνω επιβαλλόμενη «αλήθεια». Ο Ταλ υπήρξεουσιαστικά μια υπόσχεση, μια δυνατότητα ανατροπής. Δεν πιστεύω ότι είναι τυχαίο το γεγονός ότι ο Μποτβίνικ αφιέρωσε ένα μεγάλο μέρος της ύπαρξης του και του χρόνου του στην προσπάθεια εξέλιξης ενός σκακιστικού προγράμματος για υπολογιστές. Το να νικηθεί η σκέψη του Ταλ από ένα μηχάνημα που δεν κάνει λάθος, δεν ήταν μόνο μια προσωπική ρεβάνς για τον «πατριάρχη». Συνειδητά ή υποσυνείδητα (δεν έχει σημασία) νομίζω είχε αντιληφθεί τον γενικότερο «κίνδυνο» που έκλεινε μέσα του το «φαινόμενο» του Λετονού.
Στην 3η θέση ισοβαθμούν οι δύο του «τελικού πουδεν έγινε ποτέ». Νομίζω πώς και αυτό είναι ένα λογικό αποτέλεσμα. Ο Φίσερ με τοαπίστευτο σκάκι που έπαιξε ειδικά την διετία 1970-72, εκθρονίζοντας μάλιστα τουςΣοβιετικούς, όντας ο ίδιος μόνος του, χωρίς μια σχολή από πίσω του, είχε και θαέχει για πάντα τους δικούς του φανατικούς οπαδούς. Υπήρξε – με βάση αυτά που είπαμεπαραπάνω για τον Ταλ- ο Φίσερ μια ανατροπή; Ίσως και πάλι να προκαλώ, αλλά κατάτην γνώμη μου όχι! Εκθρόνισε την σοβιετική σχολή, παίζοντας το σκάκι της,λογικό σκάκι, μόνο που επειδή ήταν απέξω, είχε την δυνατότητα να παρακολουθείτα όσα γίνονταν στους κόλπους της, χωρίς την ίδια ώρα να είναι μέρος του «κλειστούκυκλώματος» της και έτσι μπόρεσε να αποφύγει της αντιφάσεις της, κερδίζονταςαπό τις κατακτήσεις της. Φορέας ανατροπής των παραδεδεγμένων όμως – σε καθαράσκακιστικό επίπεδο- δεν υπήρξε. Εκτός σκακιέρας, είναι ένα άλλο ζήτημα, πουσηκώνει πολύ κουβέντα. Γι’ αυτό και πιστεύω ότι αν ο Φίσερ ήταν σοβιετικός, θαήταν ο αγαπημένος μαθητής του Μποτβίνικ (επαναλαμβάνω, όσο αφορά το σκακιστικόκαθαρά κομμάτι και όχι την γενικότερη συμπεριφορά του).
Ο Ανατόλι Κάρποβ υπήρξε ίσως ο σκακιστής με την βαθύτερη στρατηγικήκατανόηση του παιχνιδιού και δικαίως θα μνημονεύεται ως ένας από τους κορυφαίουςπαίχτες όλων των εποχών. Η ήττα του από τον Κασπάροβ έχει να κάνει με πολλάπράγματα. Από τα εντελώς αντίθετα στυλ παιχνιδιού αυτών των δύο, τηναργοπορημένη αντίδραση του Κάρποβ να προσαρμοστεί απέναντι στον συγκεκριμένο αντίπαλο, την διαφορά ηλικίας ως και το λάθος του –όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Κασπάροβ- να «προσθέσει το φάντασμα του Φίσερστο στρατόπεδο των αντιπάλων του» σε εκείνον τον μαραθώνιο τελικό που δεν …τελείωσεποτέ.
Άξιο αναφοράς είναι επίσης οι δύο ψήφοι του Πολ Μόρφι, καθώςκαι οι 5 για τον Καπαμπλάνκα που τον τοποθετούν στην κορυφή των υπολοίπων – αν εξαιρεθούνοι 4 πρώτοι.
Κάθε σχόλιο και κάθε αντίρρηση είναι ευπρόσδεκτα. Έτσι κιαλλιώς θα είναι χαρά μου να κάνουμε κουβέντα. Επίσης περιμένω προτάσεις γιαεπόμενες ψηφοφορίες (έχω κατά νου το «Ισχυρότερος παίχτης που δεν έγινε ποτέπαγκόσμιος πρωταθλητής», αλλά καλό θα ήταν να πέσουν κι άλλες προτάσεις στοτραπέζι). 



Πολ Μόρφυ
  2 (2%)
Άντολφ Άντερσεν
  0 (0%)
Βίλελμ Στάινιτς
  1 (1%)
Εμμάνουελ Λάσκερ
  1 (1%)
Ακίμπα Ρουμπινστάιν
  1 (1%)
Χοσέ Ραούλ Καπαμπλάνκα
  5 (6%)
Αλεξάντερ Αλιέχιν
  2 (2%)
Πολ Κέρες
  0 (0%)
Μιχαήλ Μποτβίνικ
  1 (1%)
Βασίλι Σμύσλοβ
  0 (0%)
Μιχαήλ Ταλ
  19 (22%)
Τίγκραν Πετροσιάν
  1 (1%)
Μπόρις Σπάσκι
  0 (0%)
Βίκτορ Κορτσνόι
  1 (1%)
Μπόμπι Φίσερ
  15 (18%)
Ανατόλι Κάρποβ
  15 (18%)
Γκάρι Κασπάροβ
  19 (22%)
Βλάντιμιρ Κράμνικ
  0 (0%)
Βίσι Ανάντ
  0 (0%)
Μάγκνους Κάρλσεν
  0 (0%)

Όταν ο Ταλ προσπάθησε να σώσει έναν…ιπποπόταμο!

1 σχόλιο

Μιχαήλ Ταλ

Το σκάκι είναι δύσκολο παιχνίδι. Το ξέρουμε άλλωστε καλά, όλοι εμείς οι μαζέτες αυτού του κόσμου. Πολλές φορές όμως είναι δύσκολο ακόμα και για τους πλέον χαρισματικούς. Ο Μίσα Ταλ ήταν σίγουρα ένας απ’ αυτούς. Όλοι ξέρουμε για το οξύ επιθετικό στυλ παιχνιδιού του, για τον μοναδικό του τρόπο να κάνει «άνω κάτω» την σκακιέρα, να δημιουργεί «θύελλες» με τις θυσίες του, στα νερά των οποίων συνήθως πνίγονταν οι αντίπαλοι του, μα συχνά πυκνά ήταν δύσκολο ακόμα και για τον ίδιο να επιπλεύσει. Ο Μίσα Ταλ, ήταν ένα «τέρας» στο μέτρημα.
Ο 13ος παγκόσμιος πρωταθλητής, ο Γκάρι Κασπάροβ, σε μια συνέντευξη του στο ραδιοφωνικό σταθμό «Έκο Μόσκβι», στις 30 Νοεμβρίου 2007, είπε για τον Ταλ (μεταξύ άλλων): «Είναι ο μόνος παίχτης που γνώρισα ο οποίος δεν μέτραγε τις βαριάντες, τις έβλεπε. Ο Ταλ είχε καθαρή την εικόνα στην 8η κίνηση, αυτόματα. Ένας συνηθισμέμος άνθρωπος πρέπει να στρωθεί να υπολογίζει, σε μερικούς μεγαλοφυείς αυτή η διαδικασία είναι αυτόματη και φυσική. Συμβαίνει με μεγάλους μουσικούς και επιστήμονες. Ο Ταλ ήταν μοναδικός και το παιχνίδι του ανεπανάληπτο.»
Είπαμε όμως, το σκάκι είναι δύσκολο παιχνίδι, ακόμα και για τους μεγαλοφυείς. Ευτυχώς το σκάκι δεν είναι μόνο μέτρημα και κανείς, ακόμα κι αν είναι ο Ταλ, δεν μπορεί να τα «μετράει» πάντα όλα.
Ο Γκάρι Κασπάροβ και πάλι, στο βιβλίο του «Η ζωή είναι μια παρτίδα σκάκι» (εκδόσεις Πατάκη) γράφει χαρακτηριστικά:
«Πώς γινόταν οι ίπποι του Ταλ να μοιάζουν πιο ευέλικτοι, οι αξιωματικοί του πιο γρήγοροι, από εκείνους άλλων γκρανμέτρ; Ήταν φοβερός και τρομερός στο μέτρημα, αλλά αυτό ήταν μονάχα ένα μικρό μέρος από τα χαρίσματα του. Είχε την ικανότητα να συνειδητοποιεί πότε ο υπολογισμός από μόνος του δεν επρόκειτο να λύσει το πρόβλημα»
Ο ίδιος ο «μάγος της Ρίγα» έχει μια ενδιαφέρουσα ιστορία να διηγηθεί επί του θέματος, η οποία ακόμα κι αν είναι επινοημένη ή όχι, δείχνει με ξεκάθαρο τρόπο την άποψη του ίδιου το Ταλ πάνω στο θέμα.

Εβγκένι Βασιούκοβ

Έπαιζε εναντίον του γκρανμέτρ Βασιούκοβ το 1964 και σε μια πολύ περίπλοκη θέση, άρχισε να υπολογίζει μια θυσία ίππου. Περιγράφει ο ίδιος ο Ταλ:
«Οι ιδέες μου κατέβαιναν η μια μετά την άλλη. Το αποτέλεσμα ήταν να κατακλυστεί το μυαλό μου από έναν απολύτως χαοτικό σωρό από κάθε λογής κινήσεις και το περίφημο «δέντρο των βαριαντών», από το οποίο οι προπονητές σου ζητούν να κλαδεύεις τα μικρά κλωνάρια, στην περίπτωση αυτή μεγάλωσε με απίστευτη ταχύτητα.
Και τότε, ξαφνικά, για κάποιο λόγο, θυμήθηκα το κλασικό κουπλέ του Τσουκόφσκι (Σοβιετικός ποιητής παιδικών ποιημάτων):
«Ω, τι δύσκολη δουλειά
Τον ιπποπόταμο να σύρεις απ’ του βάλτου τα νερά»
Δεν ξέρω μέσα από ποιους συνειρμούς ο ιπποπόταμος βρέθηκε στη σκακιέρα αλλά, μολονότι οι θεατές ήταν πεπεισμένοι ότι εξακολουθούσα να μελετάω τη θέση, εγώ εκείνη την ώρα πάσχιζα να βρω λύση σε τούτο: Πώς διάολο θα έσερνες έναν ιπποπόταμο από το βάλτο; Θυμάμαι ότι μου ήρθαν στο μυαλό ανυψωτήρες, μοχλοί, ελικόπτερα, ακόμα και μια σχοινένια σκάλα. Ύστερα από παρατεταμένους συλλογισμούς, παραδέχθηκα την ήττα μου ως μηχανικού και σκέφτηκα φουρκισμένος «Ε, λοιπόν, δε πα να πνιγεί!». Και ξαφνικά ο ιπποπόταμος εξαφανίστηκε. Έφυγε από τη σκακιέρα, ακριβώς όπως είχε έρθει. Από μόνος του. Και ευθύς αμέσως, η θέση έπαψε να φαίνεται τόσο περίπλοκη. Τώρα, κατά κάποιον τρόπο, συνειδητοποίησα ότι δεν ήταν εφικτό να υπολογίσω όλες τις βαριάντες και ότι η θυσία του ίππου ήταν, από την ίδια της τη φύση, καθαρά διαισθητική. Και μιας και υποσχόταν ένα ενδιαφέρον παιχνίδι, αποφάσισα να την κάνω.
Την επόμενη μέρα, με απόλαυση διάβασα στην εφημερίδα πως ο Μιχαήλ Ταλ, ύστερα από προσεκτική μελέτη της θέσης για σαράντα λεπτά, έκανε μια θυσία ίππου βασιζόμενος σε ακριβή υπολογισμό».